"Η Ευρώπη απέναντι στον τραμπισμό και την ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Δεξιά" / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ "ΕΘΝΟΣ"- ethnos.gr

2025-10-25 22:20

"Η Ευρώπη απέναντι στον τραμπισμό και την ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Δεξιά"

"ΕΘΝΟΣ"- ethnos.gr

Άρθρο των Θόδωρου Τσίκα και Μαρωβήτας Νικολαϊδου

 

www.ethnos.gr/opinions/article/385668/heyrophapenantistontrampismokaithneyropaikhrizospastikhdexia

 

Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο του 2025 φάνηκε να προαναγγέλλει μια πολιτική «επανάσταση», ικανή να αναμορφώσει όχι μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και τις ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις. Η ταχύτητα και το βάθος με τα οποία η δεύτερη προεδρία Τραμπ άλλαξε την αμερικανική πολιτική θυμίζουν, σε ένταση, την Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο Τσετούνγκ στην Κίνα (1966-1976). Η ήπειρος βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της ατζέντας του κινήματος “Make America Great Again” (MAGA).
 
Οι συνέπειες, τόσο σε γεωπολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο, έχουν αρχίσει ήδη να διαχέονται στην Ευρώπη, δοκιμάζοντας τις αντοχές και τη συνοχή της. Πίσω από τις θεαματικές κινήσεις του Τραμπ, τον αναπροσδιορισμό των εμπορικών σχέσεων, την απότομη αναθεώρηση της εξωτερικής πολιτικής, τη μετωπική ρητορική κατά των θεσμών αναδύεται η ιδεολογική ταυτότητα μιας ριζοσπαστικής αμερικανικής Δεξιάς που αναζητά ευρωπαϊκή και διεθνή δικτύωση.
 
Ωστόσο, οι ευρωπαϊκές κονωνίες εξακολουθούν να διαμορφώνουν την πορεία τους μέσα από τις δικές τους αντιφάσεις, φόβους και αδιέξοδα. Η ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Δεξιά κερδίζει έδαφος στις κάλπες, αλλά δυσκολεύεται να μετατρέψει αυτή την άνοδο σε κυβερνητική εξουσία, καθώς παραμένει εσωτερικά διαιρεμένη, θεσμικά απομονωμένη και ιδεολογικά ασταθής.
 
Ο λόγος της ανόδου της είναι πιο βαθύς: η αδυναμία των παραδοσιακών κομμάτων να εξηγήσουν και να προσφέρουν πειστικές λύσεις στις κοινωνικές ανασφάλειες και την πολιτική αποξένωση των πολιτών.
 
 
Η εκλογική άνοδος χωρίς ικανότητα διακυβέρνησης
 
Από τη Γαλλία έως τη Γερμανία και την Πορτογαλία, τα κόμματα της ριζοσπαστικής Δεξιάς σημείωσαν εντυπωσιακές επιδόσεις. Το AfD («Εναλλακτική για την Γερμανία») έγινε δεύτερη δύναμη στη Γερμανία· το Rassemblement National («Εθνικός Συναγερμός») της Μαρίν Λεπέν απέσπασε 142 έδρες στην γαλλική Εθνοσυνέλευση· ενώ το αυστριακό FPO («Ελευθερο-δημοκρατικό Κόμμα Αυστρίας») επικράτησε στις βουλευτικές εκλογές. Παρόμοια ποσοστά κατέγραψε το Chega στην Πορτογαλία, ενώ στη Ρουμανία και την Πολωνία οι υποψήφιοι της ριζοσπαστικής Δεξιάς διεκδίκησαν με αξιώσεις την προεδρία.
 
Κι όμως, αυτή η εκλογική δυναμική δεν μεταφράστηκε σε ανάλογη κυβερνητική ισχύ. Μόλις πέντε κυβερνήσεις της ΕΕ περιλαμβάνουν σήμερα κόμματα της ριζοσπαστικής δεξιάς (Κροατία, Φινλανδία, Ουγγαρία, Ιταλία, Σλοβακία), ενώ μόνο δύο πρωθυπουργοί, ο Βίκτορ Όρμπαν και η Τζόρτζια Μελόνι, προέρχονται από αυτό το στρατόπεδο. Στις περισσότερες χώρες, τα παραδοσιακά κόμματα εξακολουθούν να υψώνουν θεσμικά “φράγματα ασφαλείας” («cordon sanitaire»), προτιμώντας εύθραυστους συνασπισμούς κεντρώων δυνάμεων αντί για συνεργασία με τους ριζοσπάστες.
 
Ωστόσο, η αποτυχία τους να κυβερνήσουν δεν πρέπει να εκληφθεί ως αποδυνάμωση. Αντίθετα, η σταθερή τους παρουσία στις κάλπες και η διείσδυσή τους στο δημόσιο λόγο δείχνουν ότι η άνοδός τους δεν είναι παροδική και ότι η είσοδός τους στην εξουσία είναι, αργά ή γρήγορα, αναπόφευκτη.
 
 
Από τον ευρωσκεπτικισμό στην “Ευρώπη των εθνών”
 
Τα περισσότερα κόμματα της ριζοσπαστικής δεξιάς έχουν εγκαταλείψει τη ρητορική της εξόδου από την ΕΕ, υιοθετώντας πλέον μια στρατηγική “μεταρρύθμισης εκ των έσω”. Στόχος της είναι μια «Ευρώπη των εθνών», βασισμένη στην κυριαρχία των κρατών, στις χριστιανικές αξίες και στη διακυβερνητική συνεργασία, μακριά από τις υπερεθνικές φιλελεύθερες αρχές των Βρυξελλών.
 
Η νέα αυτή ιδεολογία συνοδεύεται από ανελεύθερες πρακτικές διακυβέρνησης: αποδυνάμωση της δικαιοσύνης, έλεγχος των ΜΜΕ και ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας, όπως δείχνουν τα παραδείγματα Ουγγαρίας και Πολωνίας. Η Τζόρτζια Μελόνι προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε ευρωπαϊκό ρεαλισμό και εσωτερικό συντηρητισμό, ενώ ο Βίκτορ Όρμπαν και ο Ρόμπερτ Φίτσο ακολουθούν αυταρχικότερη γραμμή, συνδεόμενοι με τον Ντόναλντ Τραμπ και φιλορωσικά δίκτυα.
 
 
Όρμπαν, Φίτσο και η ευρωπαϊκή “αντιφιλελεύθερη Διεθνής”
 
Ο Βίκτορ Όρμπαν, δεκαπέντε χρόνια στην εξουσία, επιχειρεί να χτίσει ένα μπλοκ “ανελεύθερων δημοκρατιών” εντός της ΕΕ. Η Ουγγαρία βρίσκεται σε οικονομική στασιμότητα, με 19 δισ. ευρώ ευρωπαϊκών κονδυλίων παγωμένα, ενώ η αντιπολίτευση κερδίζει έδαφος. Παρόμοια πορεία ακολουθεί και ο Ρόμπερτ Φίτσο στη Σλοβακία, με πολιτικές που προσεγγίζουν το μοντέλο Όρμπαν αλλά συναντούν ισχυρή κοινωνική αντίδραση.
 
Αντίβαρο αποτελεί η Φινλανδία: το Finns Party, που συμμετέχει σε φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση, μετρίασε τη στάση του, στηρίζοντας την Ουκρανία και μετατοπιζόμενο προς το πολιτικό κέντρο, αν και αυτή η στροφή του κόστισε εκλογικά.
 
 
Η επιρροή εντός των θεσμών
 
Α. Η νέα ισορροπία δυνάμεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
 
Οι ευρωεκλογές του 2024 σηματοδότησαν μια βαθιά αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού στην Ευρώπη. Το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (EPP/ΕΛΚ) διατήρησε την πρωτοκαθεδρία του ως η μεγαλύτερη πολιτική ομάδα, ενώ οι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες (S&D) κράτησαν σταθερή τη θέση τους. Αντίθετα, οι κεντρώοι Φιλελεύθεροι (Renew Europe) και οι Πράσινοι κατέγραψαν σημαντικές απώλειες, γεγονός που αναδιαμόρφωσε τις ισορροπίες στο Στρασβούργο και τις Βρυξέλλες.
 
Τα κόμματα της ριζοσπαστικής Δεξιάς ενίσχυσαν αισθητά την παρουσία τους, αν και όχι στο βαθμό που προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. Πλέον, σχεδόν ένας στους τέσσερις ευρωβουλευτές (25%) ανήκει σε αυτό το ιδεολογικό φάσμα. Ωστόσο, οι βαθιές ιδεολογικές διαφορές, οι εθνικοί ανταγωνισμοί και οι αντιφατικές στάσεις απέναντι στη Ρωσία απέτρεψαν τη δημιουργία μιας ενιαίας υπερεθνικής ομάδας.
 
 
Αντίθετα, η ακροδεξιά πολυδιάσπαση εκφράστηκε μέσα από τρεις διακριτές συμμαχίες:
 
• Οι Patriots for Europe (PfE)/ «Πατριώτες για την Ευρώπη», που συγκεντρώνουν τον «Εθνικό Συναγερμό» της Λεπέν, το Fidesz του Όρμπαν και το αυστριακό FPO, αναδείχθηκαν τρίτη πολιτική δύναμη του Κοινοβουλίου, με έντονα ευρωσκεπτικιστικό και σε αρκετές περιπτώσεις φιλορωσικό προφίλ.
 
• Οι Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές (ECR), με βασικούς πυλώνες τα «Αδέλφια της Ιταλίας» της Μελόνι και το πολωνικό PiS, κατέλαβαν την τέταρτη θέση, εκπροσωπώντας τη μετριοπαθέστερη εκδοχή της ακροδεξιάς.
 
• Τέλος, το γερμανικό AfD που θεωρήθηκε υπερβολικά ακραίο ακόμη και για τη Λεπέν, δημιούργησε μαζί με μικρότερα κόμματα τη νέα ομάδα Europe of Sovereign Nations (ESN)/ «Ευρώπη των Κυρίαρχων Εθνών».
 
Όπως και στο παρελθόν, οι τρεις αυτές ομάδες χαρακτηρίζονται από περιορισμένη συνοχή και συχνές αποκλίσεις στις ψηφοφορίες, καθιστώντας δύσκολη τη διαμόρφωση κοινής στρατηγικής.
 
Οι παραδοσιακές φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις ανανέωσαν το cordon sanitaire («υγειονομική ζώνη»), δηλαδή τον πολιτικό αποκλεισμό που εμποδίζει τις PfE και ESN να καταλάβουν θέσεις επιρροής στο Κοινοβούλιο. Μερική εξαίρεση αποτελεί η ομάδα ECR (Μελόνι κ.α.), η οποία έχει πλέον νομιμοποιηθεί εν μέρει, κατέχοντας τρεις προεδρίες Επιτροπών και ισάριθμες θέσεις στο προεδρείο.
 
Η επανεκλογή της Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με τη στήριξη φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, συνάντησε την αντίδραση όλων των ακραίων δεξιών ομάδων. Παρ’ όλα αυτά, οι νέοι συσχετισμοί δίνουν στο κεντροδεξιό ΕΛΚ αυξημένο περιθώριο ελιγμών: δεν εξαρτάται πλέον αποκλειστικά από τη συνεργασία με τους Σοσιαλιστές, τους Φιλελεύθερους ή τους Πράσινους για να σχηματίσει πλειοψηφία, καθώς μπορεί πλέον να στραφεί και προς τα δεξιά.
 
Αν και η ηγεσία του ΕΛΚ επιμένει ότι δεν θα συνεργαστεί με κόμματα που αποτυγχάνουν στα “τρία τεστ”, να είναι φιλοευρωπαϊκά, φιλοουκρανικά και υπέρ του κράτους δικαίου, στην πράξη έχουν ήδη υπάρξει περιστασιακές συμπλεύσεις:
 
• σε ψηφίσματα για τη Βενεζουέλα,
 
• σε πρωτοβουλίες για αυστηρότερη μεταναστευτική πολιτική,
 
• σε προσπάθειες χαλάρωσης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το κλίμα,
 
• αλλά και σε θέματα αναπτυξιακής βοήθειας.
 
Έτσι, η ανοχή και οι επιλεκτικές συνεργασίες με τη ριζοσπαστική Δεξιά διαμορφώνουν σταδιακά ένα νέο, πιο ρευστό πολιτικό τοπίο στην Ευρώπη —όπου το παραδοσιακό Κέντρο δεν είναι πια αυτονόητο σημείο αναφοράς, αλλά πεδίο διαρκούς διαπραγμάτευσης.
 
Β. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το “ουγγρικό πρόβλημα”
 
Σε ομιλία του τον Φεβρουάριο του 2025 στους Patriots for Europe, ο Βίκτορ Όρμπαν διακήρυξε πως «οι αιρετικοί έγιναν το κυρίαρχο ρεύμα». Παρ’ όλα αυτά, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ο Ούγγρος πρωθυπουργός παραμένει μόνος. Οι προσδοκίες του για νέους συμμάχους στην Αυστρία ή τη Ρουμανία δεν επιβεβαιώθηκαν.
 
Ο Ρόμπερτ Φίτσο στη Σλοβακία συμμερίζεται τον σκεπτικισμό του απέναντι στην Ουκρανία, αλλά αποφεύγει ανοικτές συγκρούσεις με τις Βρυξέλλες, ενώ η Τζόρτζια Μελόνι διατηρεί αποστάσεις. Παρά τη απομονωμένη θέση του, ο Όρμπαν παραμένει πηγή τριβών: έχει μπλοκάρει στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο, επιχειρεί να αποδυναμώσει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας και χρησιμοποιεί το «βέτο» του για να πιέσει την ΕΕ να αποδεσμεύσει τα παγωμένα κονδύλια της Ουγγαρίας.
 
Έτσι, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αντιμετωπίζει όχι μια “δεξιά εξέγερση”, αλλά ένα “ουγγρικό πρόβλημα”. Για να παρακάμψει τα εμπόδια, η Ένωση υιοθετεί ήδη «Συμπεράσματα» με τη συμμετοχή 26 κρατών-μελών και αναθέτει στρατιωτικές πρωτοβουλίες σε “συμμαχίες προθύμων”. Αν ο Όρμπαν επιμείνει στα βέτο, η ΕΕ εξετάζει νομικές λύσεις που επιτρέπουν αποφάσεις με ειδική πλειοψηφία, ιδίως στην εμπορική πολιτική.
 
Η ενεργοποίηση του Άρθρου 7 παραμένει θεωρητική δυνατότητα, καθώς απαιτεί ομοφωνία· γι’ αυτό και η ΕΕ προτιμά πολιτικά παρακαμπτήριους δρόμους αντί θεσμικής σύγκρουσης.
 
 
Μεταναστευτικό, Κλίμα, Εμπόριο: η νέα κανονικότητα
 
Η μεγαλύτερη επιτυχία της ριζοσπαστικής Δεξιάς δεν είναι θεσμική αλλά πολιτισμική: έχει μετατοπίσει τον άξονα του δημόσιου διαλόγου. Η ρητορική της για τη μετανάστευση και το άσυλο έχει ενσωματωθεί στις πολιτικές των παραδοσιακών κομμάτων, οδηγώντας σε μια “κανονικοποίηση” της αυστηρότητας και στην περιθωριοποίηση των ανθρωπιστικών αξιών.
 
Παράλληλα, η χαλάρωση των κλιματικών πολιτικών, επισήμως στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, συντονίζεται με τις επιδιώξεις της δεξιάς, που βλέπει στο Green Deal / «Πράσινο Σύμφωνο» ένα “τεχνοκρατικό” σχέδιο των ελίτ.
 
Στο εμπόριο, οι ριζοσπάστες δεξιοί προωθούν ανοιχτά τον προστατευτισμό και αντιτίθενται στις μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση, προτιμώντας μια οικονομία ελεγχόμενη από τα κράτη.
 
 
Το “φαινόμενο Τραμπ” και τα όριά του
 
Η νίκη του Τραμπ το 2024 προκάλεσε ευφορία στους ευρωπαίους ομοϊδεάτες του. Η νέα αμερικανική κυβέρνηση δεν έκρυψε τη στήριξή της: ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, JD Vance, συναντήθηκε με την Άλις Βάιντελ του γερμανικού AfD· η Αμερικανίδα Υπουργός, Kristi Noem, υποστήριξε ανοιχτά υποψήφιους της ακραίας Δεξιάς σε Πολωνία και Ρουμανία. Κι όμως, τα αποτελέσματα υπήρξαν μεικτά. Ορισμένοι υποψήφιοι ενισχύθηκαν, άλλοι υπέστησαν φθορά λόγω της αμερικανικής ανάμειξης.
 
Ο Τραμπ λειτουργεί ως πολιτικό πρότυπο, όχι όμως ως εκλογικός πολλαπλασιαστής. Η ρητορική του, ο αντι-“woke” λόγος και το αυταρχικό ηγετικό στυλ του εμπνέουν τους Ευρωπαίους ριζοσπάστες δεξιούς, αλλά η ανοιχτή ταύτιση με την Ουάσιγκτον παραμένει αντιδημοφιλής στις περισσότερες χώρες της ΕΕ.
 
Εκεί όπου ο τραμπισμός ασκεί τη μεγαλύτερη επιρροή, είναι στην κανονικοποίηση του αυταρχισμού: τη σύνδεση εθνικισμού, συντηρητικών αξιών και πολιτικής πόλωσης ως νέου μοντέλου διακυβέρνησης.
 
 
Η υπόθεση Charlie Kirk και ο απόηχός της στην Ευρώπη
 
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές εκφάνσεις αυτής της επιρροής του τραμπισμού υπήρξε η υπόθεση Charlie Kirk. Η δολοφονία του Αμερικανού ακροδεξιού ακτιβιστή τον Σεπτέμβριο του 2025 μετατράπηκε σε σημείο συσπείρωσης: ο πρόεδρος Τραμπ κατηγόρησε αμέσως «ριζοσπάστες αριστερούς μανιακούς», οι σύμμαχοί του μίλησαν για πόλεμο κατά της φιλελεύθερης ελίτ. Η «στιγμή Kirk» λειτούργησε ως καταλύτης για τη μετατόπιση της αμερικανικής πολιτικής προς τη ρητορική του μίσους και της θυματοποίησης και δεν έμεινε εντός συνόρων.
 
Στην Ευρώπη, οι λαϊκιστές δεξιοί ηγέτες έσπευσαν να οικειοποιηθούν το αφήγημα.
 
Η Τζόρτζια Μελόνι μίλησε για «μίσος της Αριστεράς» που απειλεί και τους Ιταλούς συντηρητικούς. Ο Geert Wilders στην Ολλανδία, ο Jordan Bardella και ο Eric Zemmour στη Γαλλία, ακόμη και βουλευτές στην Πολωνία και τη Λιθουανία, τίμησαν τη μνήμη του Kirk, ζητώντας σιγή ενός λεπτού. Μια ομάδα ευρωβουλευτών της άκρας Δεξιάς πρότεινε ακόμη το όνομά του για το Βραβείο Ζαχάρωφ 2025, την ανώτατη ευρωπαϊκή διάκριση για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η εικόνα του γίνεται σύμβολο αντί-φιλελευθερισμού, όπως κάποτε ο Τσε Γκεβάρα έγινε σύμβολο αντί-ιμπεριαλισμού.
 
 
Η ισχύς της παρεμπόδισης
 
Το κύριο χαρακτηριστικό της ριζοσπαστικής Δεξιάς, είναι η ικανότητα να μπλοκάρει. Μπορεί να μη διαθέτει πλειοψηφία, αλλά μπορεί να καθυστερεί ή να αποδυναμώνει κρίσιμες ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις από την οικονομική ένωση και τη διεύρυνση έως την ενεργειακή πολιτική και την Άμυνα. Αυτή ακριβώς η “ισχύς παρεμπόδισης” χρειάζεται να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά για να μην μετατραπεί η ΕΕ σε μηχανισμό διαχείρισης αδράνειας, ακριβώς τη στιγμή που η Ιστορία απαιτεί αποφασιστικότητα.
 
 
Η ευθύνη των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων
 
Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε ένα παράδοξο: η ριζοσπαστική Δεξιά κερδίζει επιρροή όχι τόσο επειδή πείθει, αλλά επειδή οι υπόλοιποι παραιτούνται από τη μάχη των ιδεών. Το μέλλον της Ένωσης δεν θα κριθεί από την όρεξη των ακραίων, αλλά από τη θέληση των ευρωπαϊστών να υπερασπιστούν τη φιλελεύθερη δημοκρατία, το κράτος Δικαίου και την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη ως πολιτισμικό σχέδιο και όχι απλώς ως γραφειοκρατική σύμβαση.
 
Η επόμενη δεκαετία θα δείξει αν η Ευρώπη μπορεί να ανασυγκροτηθεί γύρω από αυτές τις αξίες ή αν θα επιβεβαιώσει, όπως προειδοποιεί ο Όρμπαν, ότι “οι αιρετικοί έγιναν το κυρίαρχο ρεύμα”.
 
 
Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)
 
 
Η Μαρωβήτα Νικολαϊδου είναι Επικοινωνιολόγος – Πολιτική Επιστήμονας, υπεύθυνη Επικοινωνίας και μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)
 

 

Πίσω

Αναζήτηση στο site

© 2013 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα