Μη φαντασιωθούμε συμμαχία με τις ΗΠΑ για να συγκρουστούμε με την Τουρκία/ Συνέντευξη στο ειδησεογραφικό Πρακτορείο SPUTNIK

2021-01-28 21:50

Συνέντευξη στο ειδησεογραφικό Πρακτορείο SPUTNIK και τη δημοσιoγράφο Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

Ο πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος Θόδωρος Τσίκας μάς αναλύει όλες τις προοπτικές που ανοίγονται με την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας, οι οποίες, καταρχάς, εκτιμά ότι διασφαλίζουν την αποφυγή της έντασης στο Αιγαίο και της πιθανής στρατιωτικής εμπλοκής, κατά το προσεχές διάστημα.

«Οι διμερείς διερευνητικές είναι πάντα απόρρητες. Δεν κρατούνται πρακτικά. Η αξία τους είναι ότι δεν αποτελούν τυπική διαπραγμάτευση και επομένως υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία, καθώς δεν δεσμεύεται σε κάτι καμία πλευρά. Ακόμη και διαρροές αν υπάρξουν, δεν θα επιβεβαιωθούν. Επομένως, καθόλου άκαρπες δεν είναι οι διερευνητικές που μόλις ξεκίνησαν. Διότι ξεκίνησε επιτέλους ο διάλογος μεταξύ των δυο χωρών» επισημαίνει στο  Sputnik o πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος Θόδωρος Τσίκας, προσθέτοντας πως το γεγονός ότι θα επαναληφθούν οι διερευνητικές στην Αθήνα σημαίνει «πρώτον, ότι θα αποφύγουμε την ένταση στο Αιγαίο, και πιθανή στρατιωτική εμπλοκή, και δεύτερον, ότι παραμένει πάντα ανοικτός ο δρόμος της συμφωνίας. Ο διάλογος αυτή τη στιγμή γίνεται για να διερευνηθούν θέματα στα οποία μπορούμε να συμφωνήσουμε μέσα από μια διμερή διαπραγμάτευση».

Αρκετοί στη χώρα μας θεωρούν, συνεχίζει ο διεθνολόγος, ότι «γενικός στόχος πρέπει να είναι η απόκρουση της στάση της Τουρκίας, το να καταγγέλλουμε τη χώρα, να ζητάμε κυρώσεις εναντίον της, αφήνοντας επί της ουσίας τα προβλήματα άλυτα».

«Ξεχνούν ωστόσο ότι μόνο με συνολική συμφωνία με την Τουρκία για το καθεστώς του Αιγαίου ή με μια απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, θα κατοχυρωθούν πλήρως και τελεσίδικα τα δικαιώματα της Ελλάδας. Και θα αποφευχθούν κίνδυνοι στρατιωτικής σύγκρουσης» υπογραμμίζει, σε απόλυτη αντίστιξη με τις πρόσφατες αιχμές του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, κατά της κυβέρνησης, σε περίπτωση προσφυγής μας στη Χάγη.

«Δεν είναι πια ταμπού η συζήτηση για την οριοθέτηση της ΑΟΖ»

«Η Χάγη είναι ο σημαντικότερος μηχανισμός εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου. Από τη στιγμή που η Ελλάδα λέει ότι "στηρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο", δεν έχει παρά να καταφύγει σε αυτή» συνεχίζει.

«Η Ελλάδα έχει εδώ και χρόνια επισήμως δεχθεί, και αυτό είναι καταγεγραμμένο διεθνώς, ότι μαζί με το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας υπάρχουν και άλλα σχετιζόμενα ζητήματα. Το ένα είναι το εύρος των χωρικών υδάτων μας, το οποίο πρέπει να είναι σαφές πριν την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Το δεύτερο είναι ο εναέριος χώρος. Από τη στιγμή που ρυθμίζουμε οριστικά τα χωρικά ύδατα, επιβάλλεται η ρύθμιση του εναέριου χώρου. Διότι ο εναέριος χώρος πρέπει να ταυτίζεται με τα χωρικά ύδατα, και όχι το αντίστροφο. Η Ελλάδα όμως έχει τη διεθνή πρωτοτυπία να έχει ανακηρύξει μονομερώς εναέριο χώρο στα 10 μίλια, ενώ τα χωρικά ύδατ;a της είναι στα 6 μίλια. Αυτό δεν γίνεται αποδεκτό από πολλές χώρες, όχι μόνο από την Τουρκία, και αποτελεί πηγή έντασης με αερομαχίες στο Αιγαίο» προσθέτει ο κ. Τσίκας.

«Όλα αυτά τα θέματα, και άλλα επιπλέον, έχουν συζητηθεί στις διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, επί πολλά χρόνια. Δεν είναι πλέον ταμπού» διευκρινίζει.

«Η ρύθμισ;h τους θα έφερνε και την Ελλάδα, όπως και την Τουρκία, πιο κοντά στις προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου. Μετά από αυτές τις ρυθμίσεις, μπορεί να υπογραφεί συνυποσχετικό μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, με στόχο την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Αν δεν έχει επιτευχθεί αποτέλεσμα στον διάλογο κατά την προηγούμενη φάση, θα χρειαστεί και ορισμένα από τα άλλα θέματα του Αιγαίου να παραπεμφθούν μαζί στη Χάγη. Διότι η επίλυση ορισμένων από αυτά, αποτελεί προϋπόθεση για επίλυση και των υπολοίπων».

«Η συσσωρευμένη καχυποψία δυσκολεύει τα πράγματα»

Προσέρχεται, ωστόσο, η Άγκυρα στις διερευνητικές καλόπιστα ή πρόκειται για ακόμη έναν τακτικισμό, προκειμένου να κερδίσει χρόνο, στη σκιά της νέας κυβέρνησης στις ΗΠΑ;

«Είναι σίγουρο ότι τόσο η επίδραση της εκλογής του νέου Pροέδρου των ΗΠΑ όσο και η επιθυμία της Τουρκίας για καλές σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι παράγοντες που ωθούν σε συνομιλίες. Αλλά αυτό δεν είναι αρνητικό. Τουναντίον» απαντά ο διεθνολόγος.

«Η συσσωρευμένη καχυποψία ανάμεσα στις δύο χώρες είναι αυτό που δυσκολεύει τα πράγματα. Η κάθε πλευρά ισχυρίζεται ότι έχει το απόλυτο δίκαιο, καθώς και ότι η άλλη πλευρά είναι πάντα προκλητική και βρίσκεται εν αδίκω. Οι δύο χώρες πρέπει να ξεφύγουν από τη λογική του “μηδενικού αθροίσματος”, σύμφωνα με την οποία ό,τι κερδίζει ο ένας το χάνει ο άλλος. Είναι σημαντικό να εδραιωθεί η πεποίθηση ότι είναι δυνατόν να εξευρεθούν λύσεις που μπορεί να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα και των δύο χωρών. Στις σύγχρονες συνθήκες, η αντίληψη ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα και το αίσθημα ασφάλειας του γείτονα, είναι κεντρική. Ειρηνική επίλυση διαφορών σημαίνει διάλογος, διαβούλευση, διαπραγμάτευση».

«Δεν γίνονται συνομιλίες με κυνηγητό πολεμικών πλοίων στο Αιγαίο»

Οι διαφορές στο Αιγαίο, συνεχίζει ο κ. Τσίκας, «δεν είναι διαφορές για εδάφη και κατοίκους, κάτι που θα τις έκανε πολύ δύσκολες στην επίλυσ;h τους. Αποτελούν κυρίως διαφορετικές ερμηνείες των Διεθνών Συνθηκών και για τον τρόπο εφαρμογής των Συνθηκών».

«Η επανέναρξη των διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας είναι από μόνη της ένα πολύ θετικό γεγονός» επαναλαμβάνει ο πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος.

«Το γεγονός αυτό έχει μια αυτόνομη σημασία. Συνιστά πρόοδο. Σταματά μια μεγάλη περίοδο έντασης στις διμερείς σχέσεις. Διότι περάσαμε τη μεγαλύτερη χρονικά περίοδο κρίσης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία μετά το 1974. Η ίδια η πραγματοποίηση των διερευνητικών επαφών προϋποθέτει τερματισμό ενεργειών που προκαλούν ένταση. Δεν νοούνται συνομιλίες, και την ίδια στιγμή να έχουμε κυνηγητό πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό είναι κρίσιμο, διότι διαμορφώνει κλίμα σταθερότητας, μέσα στο οποίο να μπορούν να επιλυθούν διάφορα θέματα».

Τι αλλάζει με την προεδρία Μπάιντεν

Η έναρξη των διερευνητικών, μετά τον Έβρο, το Oruc Reis, το Καστελlόριζο, «θα έχει θετικά αποτελέσματα και για τη σταθερότητα στα Βαλκάνια, καθώς αφορά τις δύο ισχυρότερες χώρες της περιοχής. Ίσως μπορέσει να οδηγήσει σε μια αναβίωση της πολυμερούς συνεργασίας των βαλκανικών χωρών» προσθέτει ο Θόδωρος Τσίκας.

Τι αναμένεται να αλλάξει με τη νέα ηγεσία των ΗΠΑ; «Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, θα είναι πιο θεσμικός στις σχέσεις του με Ελλάδα και Τουρκία. Θα σταματήσει η προσωπική επαφή που είχε ο κ. Τραμπ με τον κ. Ερντογάν. Γενικά η νέα προεδρία θα σηματοδοτήσει μια "κανονικότητα" και μια αλλαγή πορείας της υπερδύναμης προς την πλευρά της Τουρκίας. Και ο ίδιος ο Μπάιντεν θα είναι πολύ πιο πρόθυμος να παρέμβει στην κρίση της Ανατολικής Μεσογείου, για την επίλυση του Κυπριακού και για την επιτυχία του ελληνοτουρκικού διαλόγου. Αλλά προσοχή: Μη φαντασιωθούμε ότι θα φτιάξουμε κάποια συμμαχία για να συγκρουστούμε με την Τουρκία. Αυτό που μπορούμε να επιδιώξουμε, είναι να διαμορφωθεί το σωστό πλαίσιο για να συνεννοηθούμε με την Τουρκία».

Γερμανικά δημοσιεύματα εμφανίζουν την Αλβανία ως τον ιδανικό διαιτητή μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας. Για ποιο λόγο; Μπορεί όντως να υπάρξει τέτοια διαιτησία; «Δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει ως διαιτητής η Αλβανία» σχολιάζει ο κ. Τσίκας.

«Φαίνεται ότι η Τουρκία την πρότεινε σε ρόλο μεσολαβητή, και παράγοντα καλής θέλησης, που θα διευκολύνει τις σχέσεις με την Ελλάδα. Αυτό το έχει ανάγκη και ο νυν πρωθυπουργός της Αλβανίας, Έντι Ράμα, για να το αναδείξει εντός της Αλβανίας, ενόψει και των εκλογών στην χώρα του την άνοιξη. Έχει μεταφερθεί εξάλλου στην ελληνική πλευρά και η πρόταση να συναντηθούν κάποια στιγμή οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας στα Τίρανα».

Πίσω

Αναζήτηση στο site

© 2013 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα