Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου "Από τον Κεμαλισμό στον Ερντογανισμό: Η πορεία της σύγχρονης Τουρκίας". Λευκωσία-Κύπρος, 26/11/2021
2021-11-29 19:19
Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου "Από τον Κεμαλισμό στον Ερντογανισμό: Η πορεία της σύγχρονης Τουρκίας", του Νιαζί Κιζίλγιουρεκ, Τουρκοκύπριου Καθηγητή Πανεπιστημίου Κύπρου και ευρωβουλευτή της Κυπριακής Δημοκρατίας, Λευκωσία-Κύπρος, 26/11/2021
Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι,
κυρίες και κύριοι,
Θα ήθελα πρώτα απ' όλα να πω ότι αισθάνομαι μεγάλη τιμή για το γεγονός ότι είμαι ο μόνος εξ Ελλάδος, που συμμετέχει στην αποψινή εκδήλωση, μαζί με αξιόλογους διανοούμενους της Κύπρου.
Αισθάνομαι επίσης μεγάλη χαρά ότι βρίσκομαι ανάμεσα σας, πολλούς ανθρώπους της πολιτικής, κοινωνικής και πνευματικής ζωής του Νησιού, που τους γνωρίζω είτε προσωπικά είτε από το έργο τους. Πολίτες που αγωνίζονται ενάντια στον εθνικισμό, στην περιχαράκωση και στον απομονωτισμό. Υπερασπιστές του ορθού λόγου, της ανοιχτής κοινωνίας, της πολυ-πολιτισμικής συνύπαρξης.
Παρότι σε Ελλάδα και Κύπρο, μιλάμε και ακούμε καθημερινά για την Τουρκία, είναι βέβαιο ότι πολύ λίγα πράγματα γνωρίζουμε γι' αυτήν. Για τις ιδέες που κυκλοφορούν, για την κοινωνική διαστρωμάτωση της, για τις συνήθειες και τις προσδοκίες των ανθρώπων της. Ακόμα και άνθρωποι που τοποθετούνται γι' αυτήν, έχουν πολύ ρηχή σκέψη, λίγες και "επιλεκτικές" γνώσεις, αλλά και πάρα πολλές προκαταλήψεις.
Το βιβλίο του Νιαζί Κιζίλγιουρεκ, το οποίο παρουσιάζουμε σήμερα, έρχεται να καλύψει ένα πολύ σημαντικό κενό στις γνώσεις και στην βιβλιογραφία μας. Μας λέει κάποια πράγματα που δεν γνωρίζαμε, αλλά και γι' αυτά που γνωρίζαμε μας βοηθά να οργανώσουμε την σκέψη μας και να αποκτήσουμε συνολική άποψη για τα πράγματα. Γι' αυτό και το συνιστώ ανεπιφύλακτα.
Ο Νιαζί Κιζίλγιουρεκ δεν γράφει αυτό το βιβλίο ως πολιτικός. Δεν καταλήγει σε έτοιμη πολιτική συνταγή και πρόταση. Γράφει, ως αυτό που ήταν πάντα σχεδόν στην ενήλικη ζωή του. Ως επιστήμονας των κοινωνικών επιστημών. Αναλύει με ψυχρή λογική, ''τέμνει" την πραγματικότητα με χειρουργική ακρίβεια, παρουσιάζει τα αποτελέσματα της έρευνας του. Αφήνει τον αναγνώστη να κρίνει ποια πρέπει να είναι η ακολουθητέα πολιτική, στρατηγική και τακτική, με βάση τα συμπεράσματα της μελέτης του.
Δεν φοβάται να κρίνει, ούτε αποφεύγει να πάρει θέση. Αλλά παραμένει στο πλαίσιο της επιστημονικής εργασίας. Μιας επιστήμης όμως, της Πολιτικής Επιστήμης, της οποίας το αντικείμενο είναι το φαινόμενο της εξουσίας.
Στο βιβλίο του, "Από τον Κεμαλισμό στον Ερντογανισμό", ο συγγραφέας υπερβαίνει τα απλουστευτικά σχήματα της εποχής μας, που μιλούν για τον "κακό" Ερντογάν, έναντι των "καλών" κεμαλιστών. Αλλά και το αντίστροφο, φυσικά.
Μόνο αν μελετήσουμε καλά, αυτά που γράφει για τον κεμαλισμό, θα κατανοήσουμε τι είναι, και πώς κατόρθωσε να επικρατήσει ο ερντογανισμός.
Το βιβλίο δεν παραλείπει να αναφερθεί στα θετικά των δύο αυτών πολιτικών ρευμάτων στην Τουρκία.
Στον εκσυγχρονισμό των κρατικών δομών, στον διαχωρισμό κράτους-θρησκείας, στην βελτίωση της θέσης των γυναικών, στον εξευρωπαϊσμό του Ποινικού και του Αστικού Κώδικα, στην μετατροπή του αραβικού αλφαβήτου σε λατινικό, και άλλες πολιτικές του κεμαλισμού.
Αλλά και στο πρωτοφανές κλίμα εκδημοκρατισμού και ελευθεριών, στην διεύρυνση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, καθώς και των μειονοτήτων (Κούρδων κ.α), στην φιλελευθεροποίηση του Τύπου και των Μέσων Ενημέρωσης, στις μεταρρυθμίσεις στην Αστυνομία και στο Δικαστικό Σώμα, καθώς και την κρίσιμη επαναφορά του Στρατού στους στρατώνες του, που κατόρθωσε κατά τα 8 πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του ο Ερντογάν.
Μελετώντας κανείς το βιβλίο διαπιστώνει δύο "αντιφάσεις", τουλάχιστον για τον τρόπο που τα βλέπουμε εμείς οι εκτός Τουρκίας.
ΑΝΤΙΦΑΣΗ 1: Στην εποχή που ερχόταν ο Ερντογάν: Ενώ οι ισλαμιστές, εκφραστές της Ανατολίας, κοίταζαν προς την ΕΕ, οι κεμαλικοί υπερασπιστές του εκ-δυτικισμού, εξέφραζαν φόβους ότι η ευρωπαϊκή πορεία ενείχε κινδύνους για την κοσμικότητα και για το ενιαίο του κράτους (ουσιαστικά δηλαδή φόβους και αντιστάσεις για τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που έφερνε το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, προκειμένου να προσεγγίσει την Ευρώπη)
ΑΝΤΙΦΑΣΗ 2: (2007 για προεδρική εκλογή Γκιουλ, όταν για πρώτη φορά θα "εκπορθείτο" η Τσάνκαγια, δηλ. το Προεδρικό Μέγαρο, από μη κεμαλικούς): Οι κοσμικοί, οι εκσυγχρονιστές, οι φιλοδυτικοί καλούσαν τον Στρατό να παρέμβει, ενώ οι μετριοπαθείς έστω ισλαμιστές ενσάρκωναν την βούληση για εκδημοκρατισμό, για διεύρυνση των ελευθεριών, για δικαιώματα των μειονοτήτων και για απόσυρση του Στρατού στους στρατώνες.
Παρατηρώντας την αυταρχική μετεξέλιξη των δύο ρευμάτων, ο αναγνώστης τα βλέπει ως "αντεστραμμένο είδωλο του κατόπτρου" (δική μου έκφραση).
Λέει ο Κιζίλγιουρεκ:
"Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Τουρκίας στην οποία ζούσαν μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες με διαφορετικές ταυτότητες και τρόπο ζωής, ήταν το πρόβλημα της πλουραλιστικής δημοκρατίας.
Το μεγαλύτερο λάθος του Κεμαλισμού στο παρελθόν ήταν αυτό. Κλείνοντας τα μάτια στην διαφορετικότητα, δεν αναγνώριζε την δυνατότητα εξέλιξης ελεύθερων ατόμων και αυτό το παρουσίαζε ως ρεπουμπλικανική αρετή.
Ο Ερντογάν ο οποίος κατήργησε το καθεστώς κηδεμονίας του Κεμαλισμού, ενώ θα άρπαζε δήθεν την ευκαιρία για το πέρασμα στην πλουραλιστική δημοκρατία, πορεύτηκε σύντομα με τρόπο που ουσιαστικά έμοιαζε με τον Κεμαλισμό.
Ο Ερντογάν κατευθύνθηκε προς την δημιουργία μιας κοινωνίας της "μονοδιάστατης αλήθειας". Αντί για ελεύθερα άτομα με κριτική σκέψη, αποδεκτοί θεωρούνταν οι υπάκουοι πολίτες, που θα τους υπαγορευόταν, τι είναι το σωστό και τι είναι το λάθος".
Και καταλήγει:
"Όπως ο Κεμαλισμός επιδίωκε να καλλιεργήσει τον Homo Kemalicus, ο Ερντογάν επιδίωκε την δημιουργία του Homo Islamicus".
Επιτρέψτε μου εδώ να αναφέρω μια προσωπική μου εμπειρία στην Τουρκία, στην πολύ ενδιαφέρουσα περίοδο της πρώτης ανόδου του Ερντογάν στην εξουσία. Όταν
Όταν επισκέφθηκα την Τουρκία, την περίοδο μετά την πρώτη νίκη του AKP, η Τουρκία ήταν ένα πραγματικό εργαστήρι ιδεών. Ήταν φανερό το κλίμα "ανοίγματος" και εκδημοκρατισμού. Η στήριξη πολλών φιλελεύθερων και προοδευτικών διανοουμένων στο πείραμα Ερντογάν.
Συνάντησα μάλιστα και κάποιους από αυτούς, του ευρύτερου κύκλου του Οσμάν Καβάλα (που σήμερα είναι φυλακή). Κάποιοι από αυτούς, λόγω των "αιρετικών" - για το κεμαλικό κατεστημένο - απόψεις τους, δέχονταν απειλές για την ζωή τους από εθνικιστικά στοιχεία. Η κυβέρνηση του AKP τους είχε παράσχει φύλαξη. Από την αστυνομία, την οποία εμπιστευόταν σε αντίθεση με τον Στρατό, ο οποίος ελεγχόταν τότε ακόμα πλήρως από τους κεμαλιστές. Ήδη στην Αστυνομία υπήρχαν σημαντικοί θύλακες του Τάγματος του Φετουλλάχ Γκιουλέν, που τότε ήταν σε στενή συνεργασία με τους ερντογανικούς.
Θα ήθελα τώρα να κάνω ορισμένα σχόλια με αφορμή το κεφάλαιο του βιβλίου "Δυτικός προσανατολισμός της Τουρκίας του Ερντογάν - Το μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής".
Ο Νιαζί αναφέρει και συμφωνώ απολύτως :
"Η Τουρκία δεν είχε ποτέ καταβάλει τόσες προσπάθειες για την ένταξη της στην ΕΕ, για την συνεργασία της ευρύτερα με τον δυτικό κόσμο και ποτέ δεν είχε εφαρμόσει τόσες μεταρρυθμίσεις προς αυτήν την κατεύθυνση, όσες στα πρώτα χρόνια του AKP. Καμιά κυβέρνηση δεν κατέβαλε τόσο εντατικές προσπάθειες για την επίλυση του Κυπριακού. Το AKP δέχτηκε μεγάλες επικρίσεις και απειλές λόγω της στήριξης στο Σχέδιο Ανάν. Επιπλέον, καμιά κυβέρνηση δεν έκανε τόσα ανοίγματα για την επίλυση του Κουρδικού ζητήματος." Και μετά αναλύει ότι αργότερα το AKP ακολούθησε μια εντελώς διαφορετική πορεία.
Πιστεύω ακράδαντα, αγαπητοί φίλοι, ότι η Ελλάδα και η Κύπρος έχασαν την εξαιρετική ευκαιρία, να λύσουν άπαξ δια παντός τα προβλήματα τους με την Τουρκία την περίοδο εκείνη.
Τόσο στα ελληνοτουρκικά, που με την Συμφωνία της ΕΕ στο Ελσίνκι το 1999 είχαν μπει σε ρότα επίλυσης, με σαφές χρονοδιάγραμμα. Χρονοδιάγραμμα που καταργήθηκε με πρωτοβουλία μιας επόμενης ελληνικής κυβέρνησης. Και φυσικά στο Κυπριακό, με την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν από την ελληνοκυπριακή Κοινότητα.
Αναρωτιούνται πολλοί, πότε άρχισε να γίνεται η "στροφή" επί το δυσμενέστερο της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν. Θεωρώ ότι το πρώτο "καμπανάκι" του χτύπησε με την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν. Όταν είδε ότι δεν αρκούν οι συμφωνίες που είχε κάνει με τον διεθνή παράγοντα, τον ΟΗΕ, τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Και κυρίως όταν είδε, ότι παρά την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν από την ελληνοκυπριακή πλευρά, η Κύπρος εντάχθηκε στην ΕΕ, ενώ οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία καρκινοβατούσαν.
Το δεύτερο και πολύ ισχυρό χτύπημα ήρθε λίγα χρόνια αργότερα από τους δύο ισχυρούς Ευρωπαίους ηγέτες, τον Σαρκοζύ της Γαλλίας και την Μέρκελ της Γερμανίας. Αυτοί οι δύο διακήρυξαν δημόσια, κυρίως και εσωτερικούς πολιτικούς λόγους στις χώρες τους, ότι η Τουρκία δεν θα μπορούσε να γίνει πλήρες μέλος της ΕΕ, ούτε στο μακρινό μέλλον. Και πρόσφεραν αντ'΄ αυτού, μια "ειδική σχέση".
Εκεί όλο το οικοδόμημα του Ερντογάν κατέρρευσε. Γιατί να συνεχίσει στο εσωτερικό της Τουρκίας τις μεταρρυθμίσεις, που συναντούσαν αντιδράσεις, αφού το κίνητρο της ένταξης δεν υπήρχε πλέον; Και γιατί να συνεχίσει τον μονομερώς φιλο-δυτικό προσανατολισμό στην εξωτερική πολιτική, αφού οι σημαντικοί παίκτες δεν τον θεωρούσαν ισότιμο;
Αυτό πιστεύω ήταν το σημείο καμπής. Μετά ήρθε η αντιπαράθεση με τη νεολαία και τις προοδευτικές δυνάμεις με αφορμή το Πάρκο Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, και το κερασάκι στην τούρτα ήταν το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του το 2016.
Όμως, κυρίες και κύριοι, παρά τις πολλές ιδιαιτερότητες της η Τουρκία συνεχίζει να είναι τμήμα της Δύσης. Ανήκει σε όλους τους δυτικούς θεσμούς και οργανισμούς. Πρώτα από όλα είναι μέλος του ΝΑΤΟ, μέλος του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), συνδεδεμένη χώρα με την ΕΕ από την δεκαετία του '60, και υποψήφια προς ένταξη, κλπ
Αυτό σημαίνει ότι οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ, αλλά και την ΕΕ είναι κομβικής σημασίας. Τόσο οι οικονομικές - εμπορικές σχέσεις, όσο και οι σχέσεις στον τομέα της άμυνας, με στρατιωτικές βάσεις κ.α., ήταν και είναι ανεπτυγμένες.
Γενικά, ο πρόεδρος Ερντογάν δεν έχει αποφασίσει να απομακρύνει την Τουρκία από την Δύση. Όμως θεωρεί ότι η Τουρκία, όντας μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη (σε Μαύρη Θάλασσα, Καύκασο και Κεντρική Ασία, Ανατολική Μεσόγειο, Μέση Ανατολή και Ερυθρά Θάλασσα, Βόρεια Αφρική) μπορεί να ανήκει σε δυτικούς οργανισμούς, αλλά με ελευθερία κινήσεων. Δηλαδή ότι αυτό δεν την αποκλείει από το να κάνει παιχνίδι και με άλλους παράγοντες: Ρωσία, Κίνα, Ιράν, Κατάρ, κλπ.
Γύρω από τα όρια αυτής της τακτικής του, γίνεται αυτήν περίοδο μια διαπραγμάτευση. Ειδικά μάλιστα, λόγω της νομισματικής κρίσης, αν ο Ταγίπ Ερντογάν κατανοήσει ότι θα χρειαστεί διεθνή στήριξη για την οικονομία, και ειδικά από την Δύση -ΗΠΑ και ΕΕ-, δεν θα θελήσει να οξύνει τα μέτωπα αυτά.
Τόσο ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, όσο και ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική, αλλά και προχθές το Σύμφωνο συνεργασίας της νέας τρικομματικής κυβέρνησης της Γερμανίας (ακόμα κα με την νέα Πράσινη υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας) χαρακτηρίζουν την Τουρκία σημαντική και πολύτιμη σύμμαχο, ανεξαρτήτως των διαφορών τους για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τους ρωσικούς πυραύλους S-400.
Όσο για το εάν οι μετά τον Ερντογάν ηγέτες της Τουρκίας, θα είναι "καλύτεροι" για μας στην εξωτερική πολιτική τους, παραθέτω το απόσπασμα της συνέντευξης στο ΒΗΜΑ της Αθήνας, του Τούρκου καθηγητή, Γκοχάν Μπασίκ, συγγραφέα του πρόσφατου βιβλίου "Σύγχρονο ορθολογιστικό Ισλάμ στην Τουρκία: Η θρησκευτική αντίθεση στη σουνιτική αναβίωση", ο οποίος είναι αυτοεξόριστος στην Πράγα, εξαιτίας του Ερντογάν (το τονίζω αυτό):
"Στην Τουρκία καταγράφεται μια γενική άνοδος του υπερεθνικισμού, η οποία περιλαμβάνει και κοσμικές ομάδες".
Και προσθέτει:
"Η αφήγηση κοσμικών και ισλαμιστών μοιάζει πολύ για το τι σκέφτονται για την Ε.Ε. Μια αναχρονιστική αφήγηση του αντι-ιμπεριαλισμού κυριαρχεί επίσης στους κεμαλικούς κύκλους".
Στην Ελλάδα και την Κύπρο εναπόκειται να προχωρήσουν με θάρρος, ειλικρίνεια και ρεαλισμό στην απευθείας επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών και του Κυπριακού μέσω διαπραγματεύσεων, χωρίς να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε κάποια "απομόνωση της Τουρκίας" ή σε δήθεν "ραπίσματα" στον Ερντογάν από ΗΠΑ και ΕΕ.
Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι,
Δεν θέλω να καταχραστώ άλλο την φιλοξενία σας. Θέλω να ευχηθώ καλή επιτυχία στο βιβλίο και να σας ευχαριστήσω θερμά για την προσοχή σας.

———
Πίσω