Θ. Τσίκας στο Armyvoice.gr: Μια συμφωνία με την Τουρκία διασφαλίζει την Ελλάδα – Λάθος η διαιώνιση της έντασης και των ανοιχτών εκκρεμοτήτων.
2022-12-11 15:20Θ. Τσίκας στο Armyvoice.gr: Μια συμφωνία με την Τουρκία διασφαλίζει την Ελλάδα – Λάθος η διαιώνιση της έντασης και των ανοιχτών εκκρεμοτήτων.
Συνέντευξη στον Μάνο Χατζηγιάννη
“Προσωπικά πιστεύω ότι ούτε η Τουρκία, ούτε η Ελλάδα επιθυμούν ή σχεδιάζουν επίθεση η μία στην άλλη” αναφέρει μεταξύ άλλων στην αποκλειστική του συνέντευξη στο Army Voice ο κ. Θόδωρος Τσίκας, Πολιτικός Επιστήμονας & Διεθνολόγος.
Δηλώνει πως παρά το γεγονός ότι η προεκλογική περίοδος σε Αθήνα, Άγκυρα, αλλά και στη Λευκωσία δεν διευκολύνει τις διαδικασίες διευθέτησης των προβλημάτων, θα ήταν χρήσιμο να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την εκτόνωση της έντασης.
Αναφορικά με τις συμμαχίες μας και τα εξοπλιστικά προγράμματα υποστηρίζει πως “το να αγοράζουμε εσπευσμένα και αποσπασματικά πολεμικά πλοία και αεροπλάνα από διάφορους περιστασιακούς φίλους μας δεν δείχνει σοβαρότητα και είναι πανάκριβη τακτική”.
Εκτιμάει πως όσον αφορά τα ενεργειακά ελλοχεύουν κίνδυνοι και επισημαίνει πως “μόνο με ενεργειακή συνεργασία όλων των κρατών της Ανατολικής Μεσογείου, περιλαμβανομένης της Τουρκίας, μπορούν να λυθούν τα θέματα αυτά”.
Μιλάει επίσης για το μεταναστευτικό που “δεν λύνεται”, καταθέτει τις εκτιμήσεις του για τον πόλεμο στην Ουκρανία και τέλος θέτει επί τάπητος τις τρεις βασικότερες προκλήσεις για το 2023.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη :
ΕΡ: Κύριε Τσίκα, ξεκινώντας με το απόσπασμα από το άρθρο του Economist που πιθανολογεί κλιμάκωση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας μέσα στο 2023 τι προβλέπετε εσείς;
ΑΠ: Κύριε Χατζηγιάννη, όπως θα είδατε κι εσείς, το άρθρο του Economist είναι μια μακροσκελής ανάλυση γύρω από την Τουρκία και τις προοπτικές της, τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις και τους στόχους του προέδρου Ερντογάν. Προς το τέλος του έχει μια μικρή φράση, όπου -μεταξύ πολλών άλλων- λέει ότι δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Χωρίς όμως να του δίνει πολλές πιθανότητες. Ως συνήθως, στην Ελλάδα αναδείξαμε τη μικρή φρασούλα, που κατά την γνώμη μου δεν προσθέτει κάτι ιδιαίτερο ως στοιχείο.
Προσωπικά πιστεύω ότι ούτε η Τουρκία, ούτε η Ελλάδα επιθυμούν ή σχεδιάζουν επίθεση η μία στην άλλη. Το γεγονός ότι ανήκουν στην ίδια πολιτική και στρατιωτική συμμαχία, το ΝΑΤΟ, είναι αποτρεπτικό από μόνο του. Το να έρθει η Τουρκία σε σύγκρουση με ολόκληρη την Δύση, ειδικά την περίοδο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όχι μόνο δεν θα της πρόσφερε κάτι, αλλά θα είχε σοβαρό κόστος.
Το πρόβλημα είναι ότι η κάθε μία από τις δύο χώρες θεωρεί ότι η άλλη είναι επιθετική. Το βλέπουμε και στην επίσημη ρητορική και στον δημόσιο διάλογο, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία. Κάθε κίνηση της άλλης εκλαμβάνεται ως υποκρύπτουσα άνομες ή κρυφές επιδιώξεις. Είναι αλήθεια ότι υπάρχει πολλή συσσωρευμένη καχυποψία ανάμεσα τους. Υπάρχει και η διαφορετική πρόσληψη του ιστορικού παρελθόντος. Και διαφορές στην ερμηνεία των Διεθνών Συνθηκών.
Αυτό μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να οδηγήσει σε επικίνδυνες καταστάσεις. Σε κάθε περίπτωση επιβαρύνει τις δύο χώρες κοινωνικά και οικονομικά, αλλά και την σταθερότητα της περιοχής μας. Γι’ αυτό και πάντα υποστηρίζω ότι είναι λάθος η διαιώνιση της έντασης και των ανοιχτών εκκρεμοτήτων.
Η καλύτερη διασφάλιση της χώρας μας και των δικαιωμάτων της είναι η συμφωνία με την Τουρκία για την επίλυση των διμερών διαφορών, είτε μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων είτε μέσω κοινής προσφυγής τους στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. ‘Η με συνδυασμό των δύο αυτών μεθόδων.
ΕΡ: Αμφότερες Αθήνα και Άγκυρα ετοιμάζονται μέσα στο επόμενο έτος για εκλογές. Πόσο πιστεύετε αυτή η πολιτική ατμόσφαιρα και στις δύο πλευρές του Αιγαίου θα επηρεάσει τα εθνικά μας θέματα;
ΑΠ: Ξέρετε, οι Άγγλοι έχουν μια ωραία έκφραση: rally ’round the flag. Αυτό προέρχεται από το πεδίο της μάχης, όταν οι στρατιώτες συσπειρώνονται γύρω και πίσω από την σημαία τους. Στην πολιτική επιστήμη και στις διεθνείς σχέσεις το χρησιμοποιούμε σε περιπτώσεις εξωτερικής κρίσης.
Σε αυτές τις περιπτώσεις οι κοινωνίες συσπειρώνονται γύρω από την ηγεσία τους για να αντιμετωπιστεί ο -πραγματικός ή εικαζόμενος- εξωτερικός εχθρός. Μειώνεται η εσωτερική κριτική προς την εκάστοτε κυβέρνηση. Αυτό σε περιόδους εκλογών θα μπορούσε να αποφέρει πολιτικά οφέλη, και ψήφους φυσικά.
Είναι βέβαιο ότι αυτό χρησιμοποιείται στην Τουρκία και ελπίζω να μην την μιμηθούμε κι εμείς εδώ. Αν προσθέσουμε ότι τον Φλεβάρη του 2023 θα έχουμε εκλογές και στην Κύπρο, το τοπίο είναι αρκετά ασταθές. Οι πειρασμοί μεγάλοι. Κυρίως όμως η περιρρέουσα ατμόσφαιρα μπορεί να οδηγήσει στον αέρα ή στην θάλασσα σε κάποιον λανθασμένο χειρισμό και να έχουμε κάποιο “ατύχημα”.
Επομένως, παρά το γεγονός ότι η προεκλογική περίοδος δεν διευκολύνει τις διαδικασίες διευθέτησης των προβλημάτων, θα ήταν χρήσιμο να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την εκτόνωση της έντασης. Είτε σε πολιτικό (όχι οπωσδήποτε σε επίπεδο κορυφής), είτε σε διπλωματικό και σε στρατιωτικό επίπεδο.
Για παράδειγμα, δεν κατανοώ γιατί δεν πρέπει να συνεχίσουμε τον διάλογο γύρω από τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης στο Αιγαίο, που αφορά μεταξύ άλλων και θέματα διεξαγωγής στρατιωτικών ασκήσεων. Αυτόν τον έχουμε έτσι κι αλλιώς αρχίσει. Θα βοηθούσε στην αποτροπή δυσάρεστων και επικίνδυνων καταστάσεων.
ΕΡ: Πέρυσι τέτοια περίοδο πανηγυρίζαμε για τις συμμαχίες μας με ΗΠΑ και Γαλλία. Ένα χρόνο μετά πώς μπορούμε να τις αξιολογήσουμε; Πήραμε μόνο όπλα και κάναμε την Αλεξανδρούπολη «νέα Σούδα» ή υπάρχει και ουσιαστικό «αντίδωρο» ;
ΑΠ: Οι πανηγυρισμοί είναι λάθος. Δεν ισχυρίζομαι βέβαια ότι πρέπει να μηδενίζουμε τις συμμαχίες. Το να κάνει κανείς συμμαχίες είναι χρήσιμο. Φυσικά θα δώσεις και ανταλλάγματα. Αν αντιλαμβανόμαστε τις συμμαχίες ως παράγοντα βελτίωσης της διαπραγματευτικής θέσης μας, είναι μια λογική σκέψη. Αν τις αντιλαμβανόμαστε ως βατήρα για να υπερισχύσουμε στην περιοχή ή να περικυκλώσουμε την Τουρκία, οδηγούμαστε σε αδιέξοδο. Διότι και η άλλη πλευρά δεν θα μείνει με σταυρωμένα χέρια.
Φοβάμαι ότι θεωρούμε πως θα «εξαγοράσουμε» τη στήριξη άλλων χωρών με την προμήθεια δικών τους οπλικών συστημάτων. Το να αγοράζουμε εσπευσμένα και αποσπασματικά πολεμικά πλοία και αεροπλάνα από διάφορους περιστασιακούς φίλους μας δεν δείχνει σοβαρότητα και είναι πανάκριβη τακτική. Αυτός δεν είναι αποτελεσματικός και επωφελής τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος.
Είναι αναμφισβήτητη η ανάγκη εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων και ενός εξοπλιστικού προγράμματος σε λογικά επίπεδα. Αλλά αυτό πρέπει να γίνεται με σχεδιασμό και πρόγραμμα. Όχι ως απόρροια σπασμωδικών αντανακλαστικών που ενεργοποιούνται κάθε φορά που υπάρχει ένταση με την Τουρκία. Διότι, πέραν των άλλων, αυτό επηρεάζει και τον τύπο των συστημάτων που αγοράζουμε, που μπορεί να μην είναι διαχρονικά χρήσιμα για τις πραγματικές ανάγκες μας, ενώ κοστίζουν πολύ ακριβά.
Με τον βιαστικό τρόπο που γίνονται οι εξοπλιστικές προμήθειες μέσα στον πανικό των εξελίξεων, είναι πολύ πιθανό να μην υπάρχει διαφάνεια ούτε τρόπος εξεύρεσης των καλύτερων οικονομικών προσφορών.
Το χειρότερο θα είναι να έχουμε αυταπάτες ότι με αυτά θα λύσουμε τα θέματά μας. Καμία χώρα δεν θα εμπλακεί άμεσα στρατιωτικά σε δική μας διένεξη επειδή κάναμε μια αμυντική συμφωνία.
ΕΡ: Πού πιστεύετε πως μπορεί να οδηγήσει η «μάχη των αγωγών»; Στο παιχνίδι έχουν μπει εσχάτως και η Αίγυπτος και το Ισραήλ, ενώ επανήλθε στο προσκήνιο και το «Αμπντουλχαμίντ Χαν»
ΑΠ: Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δημιούργησε νέες ανάγκες για προμήθεια ενέργειας από διαφορετικές πηγές. Οι διάφοροι παίκτες ενθαρρύνονται να προχωρήσουν, με κίνητρο και τις υψηλότερες τιμές.
Όμως, προσοχή: δεν αναζητούνται μακροπρόθεσμα σχέδια και νέες βαριές κατασκευές, όπως είναι οι μεγάλοι αγωγοί. Οι ανάγκες πρέπει να καλυφθούν άμεσα ή σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Άρα μιλάμε για χώρες που έχουν ήδη αξιοποιήσιμα κοιτάσματα και μπορούν να τα διαθέσουν μέσα σε ένα λογικό χρονικό διάστημα, είτε μέσω πλοίων, είτε μέσω αγωγών που ήδη υπάρχουν ή μπορούν να κατασκευαστούν γρήγορα και εύκολα.
Αυτό δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός της επείγουσας ανάγκης λόγω του ενεργειακού πολέμου που κάνει ο Πούτιν στην Ευρώπη. Αλλά και στο γεγονός ότι η Ε.Ε. δεν έχει αλλάξει τον στόχο της να γίνει κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2030 και να απεξαρτηθεί – όχι μόνο από τα ρωσικά αλλά- πλήρως από τα ορυκτά καύσιμα το 2050. Αυτό το τελευταίο δεν φαίνεται να απασχολεί τόσο τον δημόσιο διάλογο στην Ελλάδα.
Η επαναπροσέγγιση Τουρκίας-Ισραήλ θα περιλάβει και λύσεις για τη διοχέτευση ισραηλινού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, με σημαντικό τον δίαυλο μέσω Τουρκίας. Εφόσον κανείς δεν μιλά πλέον σοβαρά για τον (μηδέποτε ρεαλιστικό) στόχο της κατασκευής του αγωγού EastMed μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, θα αναζητηθούν άλλες προοπτικές. Ακόμα και η Αίγυπτος αναζητά εναλλακτικούς δρόμους.
Αν δεν υπάρξει κάποια συνεννόηση προς διευθέτηση του Κυπριακού, η Κύπρος θα μείνει έξω από τους νέους ενεργειακούς σχεδιασμούς. Εάν η ελληνοκυπριακή πλευρά, παραμείνει με μία αρνητική διάθεση για την επίλυση του Κυπριακού, η Κύπρος θα μείνει έξω από το ενεργειακό παιχνίδι.
Το Ισραήλ και η Αίγυπτος δεν περιμένουν με σταυρωμένα χέρια την επίλυση του Κυπριακού. Θα πρέπει να δούμε τη σημερινή ενεργειακή κρίση ως κίνητρο για την επίλυση του Κυπριακού.
Ο Τούρκος Πρόεδρος θα επιμείνει στον ρόλο της Τουρκίας ως σημαντικής δύναμης στην Ανατολική Μεσόγειο και θα θελήσει να διακηρύξει, τόσο ρητορικά όσο και με παρουσία στο πεδίο, ότι η Τουρκία δεν θα αποκλειστεί από την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου, όπως θεωρεί ότι αποσκοπούν οι τριμερείς συμμαχίες Ελλάδας και Κύπρου με Αίγυπτο και Ισραήλ.
Αυτόν τον σκοπό εξυπηρετεί και η παρουσία του νέου πλωτού τουρκικού γεωτρύπανου “Αμπντουλχαμίντ Χαν”. Τόσο η πρώτη NAVTEX που έληξε, όσο και η νέα που λήγει στο τέλος Ιανουαρίου 2023, προσδιορίζει ως χώρο δραστηριότητας του “Αμπντουλχαμίντ Χαν” περιοχές τουρκικής δικαιοδοσίας. Εκτιμώ ότι η τουρκική ηγεσία θεωρεί πως υπάρχει δυνατότητα εύρεσης εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων στις περιοχές αυτές, κάτι που αν επιβεβαιωθεί θα βοηθήσει πολιτικά τον πρόεδρο Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα στις προσεχείς εκλογές.
Μόνο με ενεργειακή συνεργασία όλων των κρατών της Ανατολικής Μεσογείου, περιλαμβανομένης της Τουρκίας, μπορούν να λυθούν τα θέματα αυτά. Η πρόταση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, για μια Διάσκεψη των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου, για θέματα ασφάλειας, ενέργειας και ΑΟΖ, πρέπει να αξιοποιηθεί.
Όσο για την Ελλάδα που σπεύδει τώρα να δείξει ότι μπαίνει στο παιχνίδι, νομίζω ότι πρέπει με ψυχραιμία και χωρίς τακτικισμούς να απαντήσει σε κρίσιμα ερωτήματα. Το μείζον θέμα είναι να επιλέξει τι μοντέλο ανάπτυξης επιθυμεί. Η χώρα μας αποκομίζει πόρους από τον Τουρισμό και η προστασία του περιβάλλοντος έχει πολύ μεγάλη σημασία. Είμαστε έτοιμοι να επωμιστούμε τις πιθανές συνέπειες ενός ατυχήματος;
Κι επίσης: όταν όλος ο κόσμος προχωρά σε απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες, εμείς τώρα θα επενδύσουμε σε αυτούς; Η Ευρώπη μέχρι το 2050 θα έχει πλήρως απεξαρτηθεί από αυτούς. Σε ποιον θα πωλούνται οι δικοί μας (εφόσον αποδειχθεί ότι είναι επαρκείς και οικονομικά εκμεταλλεύσιμοι), οι οποίοι για να είναι αξιοποιήσιμοι θα περάσουν αρκετά χρόνια από τώρα;
ΕΡ: Ένα άλλο μεγάλο ζήτημα είναι το μεταναστευτικό. Η Τουρκία συστηματικά εργαλειοποιεί τους πρόσφυγες. Κατά πόσο αντιμετωπίζεται σωστά το όλο ζήτημα από την χώρα μας και τι θα έπρεπε να γίνει;
ΑΠ: Πρέπει να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στις όποιες ενέργειες της Τουρκίας και το ζήτημα του Προσφυγικού, το οποίο υφίσταται και θα συνεχίσει να υπάρχει. Αυτό αποδεικνύεται από την ύπαρξη αυξημένων προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη, και πολύ πέραν της Τουρκίας, από Ασία και Αφρική.
Το ζήτημα αυτό δεν «λύνεται». Είναι ένα ιστορικό και παγκόσμιο φαινόμενο, που άλλοτε «ανεβαίνει» και άλλοτε «κατεβαίνει», και πρέπει να τυγχάνει σύγχρονης και ανθρωπιστικής διαχείρισης. Η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής θέσης της θα έχει πάντα έναν ρόλο σε αυτό. Στην Τουρκία αυτή την στιγμή υπάρχει ο μεγαλύτερος -σε απόλυτους αριθμούς- προσφυγικός πληθυσμός του κόσμου. Είναι πάνω από 4 εκατομμύρια άνθρωποι. Υπάρχουν πολλοί που θέλουν να πάνε στην Ιταλία ή σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου υπάρχουν συγγενείς τους.
Επιπλέον, επειδή έχει αρχίσει να δημιουργείται δυσαρέσκεια αρκετών Τούρκων πολιτών για τους πρόσφυγες από την Συρία, ο κ. Ερντογάν θέλει να μετεγκαταστήσει ένα μέρος τους στη Βόρεια Συρία. Είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους θέλει να κάνει στρατιωτική επιχείρηση εκεί. Ο πρόεδρος της Τουρκίας θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα του φέρει εκλογικά οφέλη.
Υπάρχουν πολλοί Σύροι πρόσφυγες που δεν θέλουν να πάνε εκεί. Πρώτον, διότι κάποιοι δεν κατάγονται από την Βόρεια Συρία. Δεύτερον διότι γνωρίζουν πως εκεί δεν υπάρχουν ακόμα καλές συνθήκες διαβίωσης. Τρίτον, διότι κάποιοι είναι αντίπαλοι του βάναυσου καθεστώτος του Άσαντ της Συρίας, και φοβούνται αντίποινα και διώξεις.
Άρα θα υπάρξουν κάποιοι, που θα θελήσουν μόνοι τους να φύγουν από την Τουρκία, ώστε να αποφύγουν την αναγκαστική μετακίνηση.
Η Ελλάδα, όπως κάθε χώρα, έχει το δικαίωμα φύλαξης των συνόρων της. Αλλά αυτό πρέπει να γίνεται με σεβασμό των Διεθνών Συνθηκών, των ευρωπαϊκών Κανονισμών και του πλαισίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που έχουμε υπογράψει.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η υποχρέωση κάθε χώρας – άρα και της δικής μας- να μην κλείνει πλήρως τα σύνορα της, αλλά να αφήνει ανοιχτές ορισμένες νόμιμες διόδους εισόδου, μέσω των οποίων όποιος μετανάστης/πρόσφυγας επιθυμεί, να έχει δυνατότητα να υποβάλει αίτημα για άσυλο στις Αρχές της χώρας, με ασφάλεια.
Βεβαίως είναι σημαντικό να επαναφέρουμε ως χώρα το θέμα του διαμοιρασμού προσφύγων στις διάφορες χώρες της Ευρώπης, ώστε να μην σηκώνουν το βάρος οι χώρες πρώτης υποδοχής. Η κοινή στάση και συνεργασία των χωρών που είναι στην “πρώτη γραμμή” του προβλήματος, Ελλάδας, Ιταλίας, Μάλτας, Ισπανίας είναι σημαντική. Ενδυναμώνει την παρέμβαση τους στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να υπάρξει μία σοβαρή, συνεκτική, ευρωπαϊκή πολιτική για το ζήτημα. Ήδη η Ε.Ε κάνει ορισμένες προσπάθειες σε αυτήν την κατεύθυνση.
ΕΡ: Πού βλέπετε να οδεύει ο πόλεμος στην Ουκρανία;
ΑΠ: Ο πόλεμος θα διαρκέσει αρκετά, ίσως και πολύ ακόμα. Όσο συνεχίζεται η ρωσική εισβολή, τόσο θα διαρκεί και η ουκρανική άμυνα. Μπορεί να πει σήμερα ο Πούτιν, ότι επιτεύχθηκαν οι στόχοι του και σταματά; Εξαιρετικά αμφίβολο.
Τώρα γίνονται οι τελευταίες μεγάλες προσπάθειες κι επιχειρήσεις, και από τις δύο πλευρές, ώστε να πετύχουν ό,τι μπορούν πριν έρθει ο βαρύς χειμώνας. Κατά την περίοδο του σκληρού χειμώνα, θα υπάρξει αναγκαστικά μια ύφεση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, καθώς η καταπόνηση του προσωπικού θα είναι απαγορευτική, αλλά κι οι επιχειρησιακές δυνατότητες των τεθωρακισμένων πάνω στο χιόνι και στον πάγο μειώνονται κατά πολύ. Οι συγκρούσεις θα συνεχιστούν με βομβαρδισμούς κυρίως, που μπορούν να πραγματοποιούνται από μακρινές αποστάσεις.
Οι επιστρατευμένοι της ρωσικής πλευράς για να μπορούν να αξιοποιηθούν, χρειάζονται εκπαίδευση τουλάχιστον 4 μηνών. Επομένως όλα αυτά μας οδηγούν στην ερχόμενη άνοιξη, για να δούμε τη νέα φάση του πολέμου.
ΕΡ: Ποιες είναι οι προκλήσεις το 2023 στη διεθνή σκακιέρα;
ΑΠ: Θα ξεχώριζα τρεις:
- Σίγουρα η λήξη της παράνομης, απρόκλητης και βάναυσης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία είναι αυτή την στιγμή το υπ’ αριθμόν ένα ζήτημα. Πρόκειται για έναν περιφερειακό πόλεμο, με παγκόσμιες όμως διαστάσεις και συνέπειες, που ξαναγυρίζει την Ευρώπη στην εποχή του Μεσοπολέμου.
Η διασφάλιση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, μαζί με ισχυρές διεθνείς εγγυήσεις ότι δεν θα υποστεί κάτι ανάλογο στο μέλλον, αποτελούν sine qua non προϋποθέσεις για να διατηρηθεί μια διεθνής τάξη στην Ευρώπη και τον κόσμο, όπως την αποφασίσαμε όλοι μαζί μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
- Υπό το φως της κατάστασης στην Ουκρανία, αναδύεται ο ευρύτερος ευρωπαϊκός σχεδιασμός και μέσα σε αυτόν η προοπτική και η μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να δούμε ότι αναμορφώνεται ο ρόλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Ο ρόλος αυτός αποκτά νέες διαστάσεις. Η διεύρυνση τους δεν είναι μια διαδικασία, όπως οι προηγούμενες διευρύνσεις τους.
Η διεύρυνση των δύο αυτών οργανισμών είναι πλέον άμεσα συνδεδεμένη με την ασφάλεια των υπό ένταξη χωρών, αλλά και με την ασφάλεια της ευρωπαϊκής ηπείρου συνολικά.
Η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί πολύ περισσότερο σε θέματα ασφάλειας και γεωπολιτικής από ό,τι στο παρελθόν. Η ΕΕ θα αντιμετωπίσει κι άλλες γεωπολιτικές προκλήσεις, όπως ήδη φαίνεται από τις αιτήσεις για ένταξη της Ουκρανίας, της Γεωργίας και της Μολδαβίας.
Η ΕΕ του μέλλοντος θα χρειαστεί μια πιο ευέλικτη δομή, με μια σχεδόν «συνομοσπονδιακή» μορφή που θα περιβάλλει έναν ομοσπονδιακό «πυρήνα».
Η απάντηση είναι μία: εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης και πάνω απ’ όλα διεύρυνσή της με τις ενδιαφερόμενες υποψήφιες χώρες.
Και από την άποψη αυτή έχει ενδιαφέρον ότι ωριμάζει τώρα η ιδέα, η διεύρυνση της Ένωσης (με τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων από τη μία πλευρά, και την Ουκρανία, τη Μολδαβία και τη Γεωργία από την άλλη, που επίσης πρόσφατα υπέβαλαν αιτήσεις ένταξης), να γίνει σε δύο στάδια – πρώτα και άμεσα μια μερική ένταξη και στη συνέχεια η πλήρης προσχώρησή τους.
Ως εκ τούτου, η Ένωση θα πρέπει να κατασκευάσει ένα καθεστώς μερικής ένταξης για τις χώρες αυτές, το οποίο θα είναι κάτι πολύ περισσότερο από τη σύνδεση, αλλά λιγότερο από την πλήρη ένταξη. Χωρίς να είναι υποκατάστατο της τελικής, θεσμικής προσχώρησης, αλλά ένα βήμα προς τον στόχο αυτόν.
Και τούτο καθώς η πλήρης ένταξη δεν πρόκειται να υλοποιηθεί προτού περάσουν αρκετά χρόνια. Οι χώρες όμως των Δυτικών Βαλκανίων, κυρίως η Βόρεια Μακεδονία και η Αλβανία, δεν πρέπει να θεωρήσουν ότι παρακάμπτονται.
Η μερική ένταξη θα προβλέπει τη βαθμιαία συμμετοχή των κρατών στην ενιαία εσωτερική αγορά και άλλες κοινές πολιτικές και χρηματοδοτήσεις, καθώς και επιλεκτική συμμετοχή στα όργανα της ΕΕ (κυρίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο).
Η μερική ένταξη «θα αγκυροβολήσει» στέρεα τις χώρες αυτές στην Ένωση, συμβάλλοντας έτσι στην ευρύτερη σταθερότητα και ασφάλεια, αλλά και στην καταπολέμηση της απογοήτευσης που αισθάνονται οι χώρες αυτές από την τελμάτωση της διευρυνσιακής διαδικασίας.
- Από κει και πέρα, η μεγαλύτερη πρόκληση διεθνώς προέρχεται από την Κίνα. Το ευρύτερο θέμα είναι η επιθετική προσπάθεια της Κίνας να ελέγξει μονομερώς την περιοχή του Ειρηνικού και Ινδικού Ωκεανού, αλλάζοντας αυθαίρετα και με τη βία το status quo στην θαλάσσια περιοχή της Ανατολικής και Νότιας Ασίας. Καταλαμβάνει μικρά νησιά που ανήκουν σε γειτονικές χώρες και κατασκευάζει τεχνητές νησίδες πάνω στις οποίες εγκαθιστά στρατιωτικές δυνάμεις. Όλα αυτά συνοδεύονται από εκρηκτική αύξηση των στρατιωτικών εξοπλισμών της.
Το πρόβλημα έχει οξυνθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς το απολυταρχικό, ολοκληρωτικό καθεστώς της Κίνας έχει αρχίσει μια εμπρηστική εθνικιστική ρητορική, αλλά και επεκτατική πρακτική έναντι όχι μόνο της Ταϊβάν, αλλά και όλων των γειτονικών χωρών (Ιαπωνίας, Νότιας Κορέας, Φιλιππίνων κλπ). Έχει μάλιστα απομακρυνθεί από την δέσμευση της να μην επιδιώξει βίαιη προσάρτηση της Ταϊβάν. Διατυπώνει εδώ και λίγα χρόνια πολεμικές απειλές και πραγματοποιεί στρατιωτικές υπερπτήσεις πάνω από τον εναέριο χώρο ανάμεσα τους (πολύ πριν την επίσκεψη Πελόζι).
Υπάρχουν δύο “κόκκινες γραμμές”: αυτή της Λαϊκής Κίνας που δεν θα δεχθεί τυχόν ανακήρυξη ανεξαρτησίας από την Ταϊβάν, και αυτή των ΗΠΑ που δεν θα δεχθούν και θα αποτρέψουν στρατιωτικά τυχόν κινεζική πολεμική επιχείρηση εναντίον της Ταϊβάν. Όσο οι δύο “κόκκινες γραμμές” αυτές τηρούνται, μάλλον δεν θα έχουμε πολεμική ανάφλεξη. Τυχόν παραβίαση τους θα οδηγούσε σε μείζονα παγκόσμια κρίση απευθείας μεταξύ δύο πυρηνικών δυνάμεων, των ΗΠΑ και της Κίνας.
———
Πίσω