Μία ματιά αν ρίξει κανείς στο χάρτη μπορεί να κατανοήσει από πού είναι λογικό και οικονομικά συμφέρον για όλους να περάσει ένας αγωγός. Και να συμπεράνει αντιθέτως ότι είναι αβέβαιη η υλοποίηση φαραωνικών έργων, όπως ο σχεδιαζόμενος αγωγός EastMed. Διότι είναι πολυδάπανα, με αμφίβολη ανταποδοτικότητα, τεχνικά δύσκολα και επιβαρυντικά για το φυσικό περιβάλλον.

Θα ήταν σημαντικό η ελληνοκυπριακή ηγεσία να ζητήσει άμεση συνάντηση με την τουρκοκυπριακή ηγεσία. Να συγκροτήσουν μια κοινή Επιτροπή για τα θέματα των υδρογονανθράκων. Από κοινού να καλέσουν την Τουρκία να αποσύρει τις ναυτικές δυνάμεις της από την περιοχή των ερευνών. Να συνομιλήσουν με τα αρμόδια όργανα της Τουρκίας για τον καθορισμό της ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών. Να ξαναρχίσουν διαπραγματεύσεις και να ζητήσουν από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να συγκαλέσει μια νέα Διάσκεψη για να λυθεί οριστικά το Κυπριακό.

Από κάποιους αυτό θεωρείται αφέλεια και από κάποιους άλλους εκφράζεται ο φόβος ότι η Τουρκία θα έχει υπό τον έλεγχό της τη στρόφιγγα και θα απειλεί κάθε φορά την ΕΕ για να πετύχει τους δικούς της στόχους. Πώς το σχολιάζετε;

Δεν μπορούμε να κρίνουμε με βάση τα σημερινά δεδομένα το πώς θα κινούνται οι παίκτες σε ένα εντελώς διαφορετικό γεωπολιτικό περιβάλλον. Σε αυτό που θα δημιουργηθεί από μια λύση του Κυπριακού αφενός και αφετέρου από ενεργειακές συμφωνίες μεταξύ χωρών της περιοχής, άλλων σημαντικών κρατών του κόσμου, διεθνών και περιφερειακών οργανισμών, καθώς και μεγάλων εταιρειών.

Αυτό θα διαμορφώσει ένα πλαίσιο, μέσα στο οποίο και η Τουρκία θα είναι ενταγμένη σε διεθνείς συμφωνίες, με δεσμεύσεις και οφέλη για όλους. Και όποιος το παραβιάζει, θα χάνει περισσότερα από όσα νομίζει ότι θα κερδίσει.

Εξάλλου, τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα τροφοδοτούνται με ενεργειακούς πόρους από πολλές και διαφορετικές πηγές και όχι μόνο από το συγκεκριμένο αγωγό. Θα ήταν αστείο να πιστεύουμε ότι με το κλείσιμο μιας μόνο στρόφιγγας θα μπορούσαν να εκβιαστούν.
 

Στην κατεύθυνση αυτή θα διευκόλυνε ένα δεύτερο «Ελσίνκι». Όχι, δηλαδή, αποκλεισμός της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, αλλά το αντίθετο. Μια διαδικασία επανασύστασης των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης -Τουρκίας σε νέα βάση.

Αν η Ελλάδα προχωρούσε να διαπραγματευτεί με την Τουρκία για τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας της, δεν θα λύνονταν πολλά προβλήματα και με την κυπριακή ΑΟΖ; Γιατί δεν έγινε κάτι τέτοιο έως τώρα;

Τις τελευταίες δεκαετίες υπάρχει αναβλητικότητα ως προς την επίλυση των προβλημάτων, λόγω φόβου για πολιτικό κόστος. Διότι δεν έχουμε πει όλη την αλήθεια στις κοινωνίες των χωρών μας. Στην Ελλάδα η κοινή γνώμη νομίζει ότι στις ελληνοτουρκικές διαφορές η ελληνική πλευρά έχει 100% δίκιο. Η διεθνής κοινότητα, ενώ θεωρεί ότι η ελληνική θέση είναι πιο κοντά στο Διεθνές Δίκαιο, δεν ασπάζεται πλήρως την ελληνική ερμηνεία του Διεθνούς Δικαίου.

Η Τουρκία έχει μια ακραία θέση. Ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Αυτό δεν συνάδει με το Δίκαιο της Θάλασσας, σύμφωνα με το οποίο γενικά τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Αλλά το εάν έχουν όλα τα νησιά, ποια νησιά έχουν και σε ποιο βαθμό είναι θέμα γεωφυσικής θέσης τους και ερμηνείας του Δικαίου. Για παράδειγμα, υπάρχουν διεθνείς δικαστικές αποφάσεις που δεν αναγνωρίζουν στα πολύ μικρά νησιά πλήρη «επήρεια» στη χάραξη των γραμμών, έναντι μεγάλης στεριάς. Για κάποια μάλιστα δεν αναγνωρίζουν καθόλου «επήρεια». Εξαρτάται από το μέγεθος των νησιών (π.χ. ελληνικών), από το μέγεθος της απέναντι ακτογραμμής (π.χ. Τουρκίας), της απόστασης μεταξύ νησιών και απέναντι ξηράς κ.α.

Τελικά, ποια μπορεί να είναι η διέξοδος από αυτή την κρίση που δημιουργείται και στην κυπριακή ΑΟΖ και στο Αιγαίο;

Η Τουρκία, πολλές φορές, ενεργεί με απαράδεκτο τρόπο, με χρήση ή απειλή χρήσης βίας. Αυτό είναι καταδικαστέο. Η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία μπορούν να αμυνθούν με διπλωματικά και πολιτικά μέσα, να θέσουν το θέμα σε διεθνείς οργανισμούς και φόρουμ, και φυσικά να έχουν αποτρεπτική δύναμη για την αντιμετώπιση των κινήσεων αυτών.
 

Αυτό δεν αρκεί. Το πρόβλημα θα είναι εκεί. Μπορούμε να συνεχίζουμε έτσι, αφήνοντας τα θέματα άλυτα; Το να μένουν τα ζητήματα σε εκκρεμότητα, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο ανάφλεξης.

Μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας πρέπει να προχωρήσει η συμφωνία για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), με στόχο τη μείωση της έντασης στο Αιγαίο.

Επίσης, είναι απολύτως απαραίτητη η επανεκκίνηση των διερευνητικών συνομιλιών, σχετικά με τον «σκληρό πυρήνα» των ελληνοτουρκικών διαφορών. Δεν πρέπει όμως αυτές να εξελίσσονται αενάως. Είναι αναγκαίο να έχουν συγκεκριμένο χρονικό όριο. Στα θέματα που θα υπάρξει συμφωνία, να δοθεί λύση. Και όπου αυτό δεν είναι δυνατόν, αυτά να παραπεμφθούν στα διεθνή δικαστήρια (π.χ. Χάγη) ή σε άλλα δικαιοδοτικά και διαμεσολαβητικά όργανα.

Για την Κύπρο, ο ασφαλής τρόπος είναι να βρεθεί -συμβιβαστική βεβαίως- λύση στο Κυπριακό. Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, με βάση τη συμφωνημένη αρχή της πολιτικής ισότητας Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες για την επανέναρξη των διμερών διερευνητικών επαφών και η κυπριακή ηγεσία να κινηθεί άμεσα και δραστήρια, με έμπρακτη βούληση για λύση του Κυπριακού.

dialogos.com.cy/axiopoiisi-energeiakon-poron-lysi-kypriakoy-pane-mazi/