Blog

" Έχει χάσει η Ουκρανία τον πόλεμο; " - ΑΡΘΡΟ ΣΤΗ HUFFINGTON POST

2025-06-01 14:25

" Έχει χάσει η Ουκρανία τον πόλεμο; " - 

ΑΡΘΡΟ ΣΤΗ HUFFINGTON POST, 1/6/2025

 

www.huffingtonpost.gr/entry/echei-chasei-e-oekrania-ton-polemo_gr_6839693de4b02a937ce20bce

 

 
 
 
 
Έχει χάσει η Ουκρανία τον πόλεμο;
 
Γιατί από πολιτική και στρατηγική άποψη, ο Πούτιν έχει αποτύχει...
 
 
 
 
 
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διατηρήσει τη ηθική και γεωπολιτική δέσμευση της υπέρ της Ουκρανίας, καθώς σε αυτή τη χώρα διακυβεύεται η ασφάλεια και η σταθερότητά μας. Αυτό απαιτεί τη διατήρηση και ενίσχυση της στρατιωτικής υποστήριξης προς την Ουκρανία, την καταβολή κάθε δυνατής προσπάθειας για την αποτροπή μιας ειρηνευτικής συμφωνίας με δυσμενείς όρους για τη χώρα που δέχεται την επίθεση, καθώς και την επιτάχυνση της διαδικασίας ένταξής της στην ΕΕ. Η Ουκρανία είναι η ασπίδα της Ευρώπης και, αν αυτή υποχωρήσει, ολόκληρη η Ένωση θα απειληθεί άμεσα από τη Ρωσία.
 
Μήπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ήδη κερδίσει ή κερδίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία στο πεδίο της μάχης; Η αλήθεια είναι ότι ούτε το κατακτημένο έδαφος, ούτε η πορεία των μαχών μέχρι σήμερα, ούτε η κατάσταση της ρωσικής οικονομίας, ούτε καν ο παράγοντας Τραμπ, οδηγούν αναπόφευκτα σε μια νίκη του Πούτιν, υπό την προϋπόθεση ότι η ΕΕ είναι διατεθειμένη να ενεργήσει αυτόνομα, ακολουθώντας μια γραμμή σαφήνειας και στρατηγικής σταθερότητας.
Από πολιτική και στρατηγική άποψη, ο Πούτιν έχει αποτύχει, καθώς ο αρχικός (και κύριος) στόχος του ήταν να κερδίσει έναν αστραπιαίο πόλεμο, με την κατάληψη του Κιέβου, να ανατρέψει τον Ζελένσκι και να εγκαταστήσει μια φιλική κυβέρνηση που θα μετέτρεπε την Ουκρανία σε δορυφόρο της Ρωσίας, όπως η Λευκορωσία. Επιπλέον, ως συνέπεια της επιθετικής ενέργειας, η Φινλανδία και η Σουηδία προσχώρησαν στο ΝΑΤΟ, επεκτείνοντας τα σύνορά της Ρωσίας με την Ατλαντική Συμμαχία κατά περισσότερο από 1.000 χιλιόμετρα.
 
Ο Πούτιν δεν έχει επιτύχει μέχρι στιγμής ούτε τον δευτερεύοντα στόχο του: την πλήρη κατάκτηση των τεσσάρων ανατολικών και νότιων περιφερειών (”ομπλάστ”) που θέλει να προσαρτήσει στη Ρωσία: Ντονέτσκ, Λουγκάνσκ, Χερσώνα και Ζαπορίζια. Γι′ αυτό ο Πούτιν συνεχίζει τις μάχες και επιβραδύνει τις ειρηνευτικές συνομιλίες, ενώ το λογικό θα ήταν να προσπαθήσει να εδραιώσει τα πολύ σημαντικά εδαφικά κέρδη που έχει επιτύχει μέχρι σήμερα, δεδομένου του τεράστιου ανθρώπινου και οικονομικού κόστους του πολέμου.
 
Είναι αναμφισβήτητο ότι με τη μεγάλης κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία, η Ρωσία έχει επεκτείνει σημαντικά την παρουσία της στο Ντονμπάς (που περιλαμβάνει το Ντόνετσκ και το Λουγκάνσκ), στην οποία έχει προσθέσει σημαντικά τμήματα των περιφερειών Χερσώνας και Ζαπορίζια, δημιουργώντας επίσης μια στρατηγική χερσαία «γέφυρα» μεταξύ της κατεχόμενης ανατολικής περιοχής και της χερσονήσου της Κριμαίας. Αυτό είναι το κύριο επίτευγμα του Πούτιν και δεν μπορεί να ανατραπεί εύκολα στο πεδίο της μάχης. Ωστόσο, αυτή η απώλεια εδαφών δεν εμποδίζει από μόνη της τη βιωσιμότητα της Ουκρανίας ως κυρίαρχου και δημοκρατικού κράτους.
 
Όσον αφορά τη στρατιωτική δυναμική, από το 2023 η σύγκρουση έχει εξελιχθεί σε έναν πόλεμο φθοράς παρόμοιο με αυτόν των τελευταίων ετών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με ελάχιστες εδαφικές προόδους εκ μέρους της Ρωσίας. Παρά την αριθμητική και εξοπλιστική υπεροχή τους, κατά τη διάρκεια του 2024 οι ρωσικές δυνάμεις έχουν προχωρήσει ελάχιστα από την πρώτη γραμμή, καταλαμβάνοντας περίπου 4.000 km2, που αντιστοιχούν στο 0,7% του συνολικού εδάφους της Ουκρανίας.
 
Από τις 18 Ιουλίου 2024, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις έχουν προσπαθήσει μάταια να κατακτήσουν τη στρατηγική πόλη Ποκρόβσκ, στο Ντόνετσκ. Επιπλέον, η Μόσχα χρειάστηκε εννέα μήνες και τη βοήθεια των βορειοκορεατικών στρατευμάτων για να εκδιώξει τα ουκρανικά στρατεύματα από το Κουρσκ (αρχές Αυγούστου 2014-τέλη Απριλίου 2025), μια επιχείρηση που ανάγκασε τη Ρωσία να στρέψει την προσοχή και τους πόρους της προς αυτό το μέτωπο, σε βάρος του κύριου θεάτρου των επιχειρήσεων στο Ντονμπάς. Από την αρχή του πολέμου, η Ρωσία έχει χάσει 850.000 άτομα, νεκρούς, τραυματίες και αγνοούμενους. Εκτιμάται ότι ο αριθμός θα φτάσει το ένα εκατομμύριο στα τέλη του 2025, σύμφωνα με στοιχεία του βρετανικού Υπουργείου Άμυνας. Οι απώλειες της Ουκρανίας εκτιμώνται σε μισό εκατομμύριο, αθροίζοντας τις τρεις κατηγορίες.
 
Αυτή η διαφορά εξηγείται από δύο λόγους: είναι συνηθισμένο ο επιτιθέμενος να υφίσταται περισσότερες απώλειες από τον αμυνόμενο, και από την έμφαση που δίνει η ρωσική στρατηγική στην εντατική χρήση στρατιωτών – δεδομένου του μεγαλύτερου πληθυσμού και της μεγαλύτερης ικανότητας στρατολόγησης σε σχέση με την Ουκρανία – τους οποίους χρησιμοποιεί κυριολεκτικά ως «κρέας για τα κανόνια» , με σκοπό να ξεπεράσει την πρώτη γραμμή. Η χώρα που δέχεται την επίθεση αναγκάζεται, αντίθετα, να βασίζεται σε οπλισμό (κυρίως drones) και σε τεχνολογία δυτικής προέλευσης, η οποία είναι, κατ′ αρχήν, ανώτερη από τη ρωσική.
 
 
Κανένας πόλεμος εξάντλησης, όπως ο ρωσο-ουκρανικός, δεν μπορεί να συνεχιστεί στο χρόνο χωρίς την απαραίτητη οικονομική υποδομή. Από αυτή την άποψη, η αύξηση του ΑΕΠ της Ρωσίας με βάση την πολεμική της οικονομία έχει αποδειχθεί προσωρινή. Το 2022, η ρωσική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 1,4% λόγω του αρχικού αντίκτυπου των κυρώσεων και της αποχώρησής της από την παγκόσμια οικονομία, για να φτάσει σε ποσοστά 4% το 2023 και το 2024 χάρη στις δημόσιες δαπάνες και την ώθηση της βιομηχανίας όπλων. Ωστόσο, το πρώτο τρίμηνο του 2025 το ΑΕΠ αυξήθηκε μόνο κατά 1,4% έως 1,7% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2024, και εκτιμάται ότι δεν θα αυξηθεί περισσότερο από 2,5% για το σύνολο του έτους, στην καλύτερη περίπτωση. Αυτό οφείλεται στη μείωση της απόδοσης των στρατιωτικών δαπανών και σε ένα επιτόκιο 20% που έχει καθοριστεί για να προσπαθήσει να ελέγξει τον πληθωρισμό του 10%.
 
Από την άλλη πλευρά, οι οικονομικοί πόροι που έχει στη διάθεσή του το κράτος συνεχίζουν να μειώνονται λόγω της πτώσης των εσόδων από την πώληση φυσικού αερίου και πετρελαίου, η οποία θα επιδεινωθεί με τη μείωση της διεθνούς τιμής του αργού πετρελαίου. Η πολεμική προσπάθεια της Ρωσίας δεν θα μπορεί να συνεχιστεί επ′ αόριστον χωρίς επαρκή χρηματοοικονομική και παραγωγική ικανότητα. Σύμφωνα με διάφορες πηγές, η Ρωσία θα έχει χάσει 10.000 άρματα μάχης από την έναρξη του πολέμου, και η ετήσια παραγωγική της ικανότητα θα είναι ισοδύναμη με το ένα τρίτο των απωλειών, οπότε, αν διατηρηθεί αυτός ο ρυθμός, το 2026 το απόθεμα τεθωρακισμένων θα φτάσει σε ένα κρίσιμο ελάχιστο.
 
Από την πλευρά της, η Ουκρανία έχει το πλεονέκτημα ότι είναι πλήρως ενσωματωμένη στην παγκόσμια οικονομία, αν και εξακολουθεί να εξαρτάται από τη χρηματοδοτική στήριξη της Δύσης, ή τουλάχιστον της Ευρώπης, για να διατηρήσει τη σταθερότητα του κράτους της.
 
Μπροστά σε αυτό το σενάριο, η ΕΕ δεν στερείται ούτε οράματος (να αναγκάσει τη Ρωσία να αποδεχτεί την κατάπαυση του πυρός) ούτε μέσων (πρόσθετες κυρώσεις) για να επιτύχει τους στόχους της. Το 17Ο πακέτο περιοριστικών μέτρων, που υιοθετήθηκε στις 20 Μαΐου 2025, περιλαμβάνει το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και οικονομικές απαγορεύσεις σε 75 οντότητες, μεταξύ των οποίων μεγάλες ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες όπως η Lukoil, μέτρα κατά του «σκιώδους στόλου», που αποτελείται από 200 πλοία που χρησιμοποιούνται για την παράκαμψη των περιορισμών στις εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου, καθώς και άλλους εμπορικούς περιορισμούς, όπως απαγορεύσεις σε ορισμένες ρωσικές εξαγωγές και περισσότερους ελέγχους σε προϊόντα διπλής χρήσης (πολιτικής και στρατιωτικής). Επίσης, έχουν αυξηθεί στο 100% οι δασμοί στα λιπάσματα που προέρχονται από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Η Ένωση ετοιμάζεται επίσης να σταματήσει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου μεσοπρόθεσμα και εξετάζει το ενδεχόμενο να μειώσει το ανώτατο όριο της τιμής του ρωσικού πετρελαίου, προκειμένου να μειώσει ακόμη περισσότερο τα έσοδά της από αυτό.
 
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι ζωτικής σημασίας η ΕΕ να αυξήσει τη ροή όπλων προς την Ουκρανία, τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα, προκειμένου να αντισταθμίσει την αριθμητική υπεροχή της Ρωσίας και την πιθανή παύση της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας προς το Κίεβο, έτσι ώστε τουλάχιστον η χώρα που δέχεται την επίθεση να μην χάσει περαιτέρω έδαφος. Για το σκοπό αυτό, η Ευρώπη πρέπει να επεκτείνει τη δική της παραγωγική ικανότητα (η ΕΕ διαθέτει πλέον τα νέα χρηματοδοτικά μέσα EDIP και SAFE) και να επενδύσει στην ουκρανική αμυντική βιομηχανία. Είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν δικές της ικανότητες στον τομέα των επικοινωνιών, της δορυφορικής αναγνώρισης και της πληροφορίας, καθώς πρόκειται για βασικά στοιχεία για τη δυναμική στο μέτωπο και οι Ουκρανοί εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από τους Αμερικανούς. Η συνέργεια της υποστήριξης προς την Ουκρανία και της οικοδόμησης της «Ευρώπης της Άμυνας» δεν θα μπορούσε να είναι πιο προφανής.
 
Η Ουκρανία δεν έχει χάσει τον πόλεμο, αλλά για να μην συμβεί αυτό, εξακολουθεί να χρειάζεται την οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη της Ευρώπης, καθώς και την ικανότητά της να συνεχίσει να περιορίζει τη ρωσική οικονομία, ανεξάρτητα από το τι κάνει ή δεν κάνει ο Τραμπ.
 
 
 
 
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

 

>>

Υπάρχει διέξοδος στο Κυπριακό; / Άρθρο σχετικά με τη Διάσκεψη για το Κυπριακό στη Γενεύη- " Η Εφημερίδα των Συντακτών "

2025-03-17 20:47

Υπάρχει διέξοδος στο Κυπριακό;

 "Η Εφημερίδα των Συντακτών ", 17/3/2025


https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/466316_yparhei-diexodos-sto-kypriako

Θόδωρος Τσίκας*


H πενταμερής Διάσκεψη για το Κυπριακό (Γενεύη, 17-18 Μαρτίου) είναι η πρώτη σοβαρή διεργασία έπειτα από 8 χρόνια πλήρους ακινησίας. Συγκαλείται από τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, με τη συμμετοχή των ηγετών της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής πλευράς, των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας και του υφυπουργού Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας. Στόχος δεν είναι -σε αυτή τη φάση- να φτάσουμε σε επίλυση του ζητήματος, αλλά να διερευνηθεί κατά πόσο υπάρχουν οι δυνατότητες για να ξεκινήσει η επί της ουσίας διαπραγμάτευση.


Ο γ.γ. του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, δεν θα αποφασίσει επανέναρξη της διαδικασίας των συνομιλιών «ελαφρά τη καρδία». Γιατί οι τελευταίες συνομιλίες στο Κραν Μοντανά το 2017, μολονότι έφτασαν πάρα πολύ κοντά σε συμφωνία, δεν κατέληξαν. Υπήρξε μια «αποτυχία». Ο γ.γ. του ΟΗΕ δεν θα διακινδυνέψει το πολιτικό κεφάλαιό του εξαιτίας μιας νέας αποτυχίας. Θέλει να λάβει ορισμένες εγγυήσεις πριν ξεκινήσει τη συζήτηση αυτή. Ούτε θα ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με ανοιχτό τέλος. Θα βάλει σαφές χρονοδιάγραμμα.


Τι εγγυήσεις θέλει ο γ.γ. ; Θέλει μία εγγύηση από την Τουρκία και μία εγγύηση από την ελληνοκυπριακή ηγεσία, που είναι οι βασικοί συζητητές.


Η Τουρκία το τελευταίο διάστημα έχει φέρει στην επιφάνεια μια νέα πολιτική για το Κυπριακό, που είναι η «λύση των δύο κρατών». Λέει ότι απέτυχαν οι συνομιλίες για μια ομοσπονδία που έγιναν μέχρι τώρα.


Όλες οι προτάσεις λύσεων μέχρι τώρα ήταν ομοσπονδιακές. Ομοσπονδία σημαίνει ότι το νέο κυπριακό κράτος που θα προκύψει από τη συμφωνία θα αποτελείται από δύο Πολιτείες, όπως είναι στην Αμερική τα States. Θα υπάρχει μια μεγάλη Πολιτεία στον Νότο που θα είναι υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση και μια μικρότερη Πολιτεία στον Βορρά που θα είναι υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση. Θα υπάρχει επίσης μια κεντρική κυβέρνηση του κράτους, στην οποία θα ανατεθούν ορισμένες αρμοδιότητες.


Ο γ.γ. του ΟΗΕ από τη μεν Τουρκία θέλει την εγγύηση ότι δεν θα επιμείνει στη «λύση δύο κρατών», ενώ από την ελληνοκυπριακή πλευρά θέλει μια σαφή, έμπρακτη εγγύηση ότι εννοεί πραγματικά την «πολιτική ισότητα».


Η Τουρκία ξέρει ότι η «λύση δύο κρατών» δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή διεθνώς. Τη χρησιμοποιεί για διαπραγματευτικούς λόγους. Δεν θα την αποσύρει πριν από τις συνομιλίες, αλλά μέσα στις συνομιλίες για το Κυπριακό, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, αν λάβει τα κατάλληλα ανταλλάγματα μπορεί να το κάνει. Και μάλιστα, η τουρκική ηγεσία έχει διαμηνύσει στον σημερινό Τουρκοκύπριο ηγέτη Ερσίν Τατάρ, ο οποίος είναι αδιάλλακτος, να μην κάνει πολύ σκληρές δηλώσεις, γιατί «δένει τα διπλωματικά χέρια» της Τουρκίας.


Δηλαδή αν θέλει η Τουρκία να προχωρήσει, είναι πολύ πιθανό να παραμερίσει κάποια στιγμή τον Τατάρ, εάν πάνε όλα καλά στις διαπραγματεύσεις. Οταν ήρθε το Σχέδιο Ανάν (2004), ο Ερντογάν παραμέρισε τον ιστορικό ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, τον Ραούφ Ντενκτάς, τον κακό δαίμονα του Κυπριακού, διότι είχε σχεδόν βρεθεί μια λύση. Αρα μπορεί να το κάνει και τώρα. Υπάρχουν προοδευτικές δυνάμεις στην τουρκοκυπριακή Κοινότητα, η οποία έχει εκλογές μέσα στο 2025 και μπορεί να αναδειχθούν τότε.


Η ελληνοκυπριακή ηγεσία πρέπει να εγγυηθεί την «πολιτική ισότητα». Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, στα οποία εμείς στην Ελλάδα ομνύουμε, μιλούν για διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα. Κάθε ομοσπονδία βασίζεται στην πολιτική ισότητα. Στις ΗΠΑ, η μικροσκοπική Πολιτεία του Βερμόντ είναι ίση πολιτικά με την τεράστια Πολιτεία της Καλιφόρνιας. Σημαίνει λοιπόν ότι μιλάμε για ένα «συνεταιρικό κράτος».


Αυτό σημαίνει ότι όλοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, θα συμμετέχουν στη λήψη όλων των αποφάσεων που αφορούν το κοινό κράτος, έχοντας μια ευρεία αυτονομία για τις δικές τους υποθέσεις στην περιοχή τους, και ότι δεν μπορεί να λαμβάνονται αποφάσεις που είναι σε βάρος της μιας από τις δύο πλευρές, δηλαδή να αγνοείται η μία από τις δύο πλευρές. Αυτό είναι πολιτική ισότητα σε ένα κοινό συνεταιρικό κράτος. Αυτή περιλαμβάνει την «εκ περιτροπής» προεδρία του κράτους (από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους), καθώς και τη συμφωνία τουλάχιστον ενός Τουρκοκύπριου υπουργού στις αποφάσεις που θα λαμβάνονται στο κοινό υπουργικό συμβούλιο του κεντρικού κράτους. Σε αυτά πρέπει να δεσμευτεί η ελληνοκυπριακή ηγεσία.


Άρα λοιπόν ο γ.γ. του ΟΗΕ, μέσα από τις συζητήσεις που γίνονται, περιμένει μία εγγύηση από την Τουρκία και μία από την ελληνοκυπριακή ηγεσία για να αρχίσει τις διαπραγματεύσεις. Οι πλευρές πρέπει να τις δώσουν, για να προχωρήσει ο γ.γ. του ΟΗΕ σε αυτές τις διαπραγματεύσεις.


* Πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ



>>

Μπορεί η Ευρώπη να γίνει «μεγάλη» ; / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗ "ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ"

2025-03-12 13:03
"ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ" 
 

 
 
 
 
 
 
Μπορεί η Ευρώπη να γίνει «μεγάλη»;

 

 

 
 
ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

 

 

 
1. Η μακρά περίοδος των ψευδαισθήσεων τελείωσε:
 
  • Η ψευδαίσθηση ότι η Ευρώπη θα μπορούσε να βασίζεται επ' αόριστον στην αμερικανική προστασία εντός του ΝΑΤΟ 
 
  • Η ψευδαίσθηση ότι ένας παγκοσμιοποιημένος κόσμος θα μπορούσε να εγγυηθεί την ειρήνη και τη σταθερότητα μέσω της απελευθέρωσης του εμπορίου και της οικονομικής αλληλεξάρτησης.
 
  • Η ψευδαίσθηση ότι το δημοκρατικό μοντέλο έμελλε να επικρατήσει παντού, οδηγούμενο από το άνοιγμα της αγοράς και τη διάδοση των νέων τεχνολογιών.

 

Δύο γεγονότα ανάγκασαν τους Ευρωπαίους -και τον κόσμο- να ανοίξουν τα μάτια τους: η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών. Παρά τις διαφορές τους, και τα δύο γεγονότα έχουν σημαδέψει οριστικά την πτώση της διεθνούς τάξης μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία βασίστηκε στον έλεγχο της χρήσης βίας, στη δημιουργία πολυμερών οργανισμών και στην ενίσχυση της βαθύτερης οικονομικής αλληλεξάρτησης.

 

α. Από τη μια πλευρά, η Ρωσία επέστρεψε στην ανοιχτή άσκηση της πολιτική ισχύος: στην Ουκρανία εισέβαλε απλά γιατί βρίσκεται μέσα στην σφαίρα επιρροής της και ως εκ τούτου αντιμετωπίζεται ως «ιδιοκτησία» της, ανεξάρτητα από την επιθυμία του τοπικού πληθυσμού να πλησιάσει την Ευρώπη. 

 

Αυτή η επιθετικότητα κατέστη δυνατή χάρη στην υποστήριξη των συμμαχικών απολυταρχιών -κυρίως της Κίνας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας- τα οποία έχουν προμηθεύσει τη Ρωσία με σημαντικούς οικονομικούς, υλικούς και ανθρώπινους πόρους για να διατηρήσει την πολεμική της προσπάθεια και να αντέξει τις δυτικές κυρώσεις.

 

Αυτά τα αυταρχικά καθεστώτα επιδιώκουν να δημιουργήσουν ένα «προηγούμενο» που νομιμοποιεί τις δικές τους ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες, ανοίγοντας το δρόμο για νέες στρατιωτικές επεμβάσεις στην Ασία σε βάρος των ασθενέστερων γειτόνων τους. 

 

 

β. Από την άλλη πλευρά, η Αμερική του Τραμπ εγκαταλείποντας ουσιαστικά τον ρόλο της ως ηγέτης του ελεύθερου κόσμου, επέλεξε μια ριζική αλλαγή στην εξωτερική πολιτική

 

Δεν επιδιώκει πλέον κοινές λύσεις μέσω παγκόσμιων φόρουμ, αλλά αντίθετα εμπλέκεται σε σχέσεις που βασίζονται αποκλειστικά στην οικονομική και στρατιωτική ισχύ.

 

Η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, καθώς και το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, σηματοδοτούν το τέλος της    δι-κομματικής αμερικανικής υποστήριξης για την πολυμέρεια και την αρχή μιας νέας εθνικιστικής πορείας, επικεντρωμένης στην επιβολή διμερών «συμφωνιών» σε μεμονωμένες χώρες -είτε συμμάχους, είτε αντιπάλους.

 

Ακόμη πιο δυσοίωνο, οι αξιώσεις του Τραμπ για τη Διώρυγα του Παναμά, τον Καναδά και τη Γροιλανδία απηχούν τη ρητορική του Πούτιν για την Ουκρανία και τα πρώην σοβιετικά εδάφη, καθώς και τις αξιώσεις της Κίνας για την Ταϊβάν, πράγμα που τις δικαιολογεί. Αυτό σηματοδοτεί την επιστροφή της πολιτικής ισχύος, όπου η οι ισχυροί υπαγορεύουν όρους και οι αδύναμοι πρέπει να συμμορφώνονται. 


 

 2. Για την Ευρώπη, αυτό είναι ένας εφιάλτης που έγινε πραγματικότητα. Από τη δεκαετία του 1990, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει οικοδομήσει ένα οικονομικό και θεσμικό μοντέλο που βασίζεται σε εντελώς διαφορετικές γεωπολιτικές παραδοχές: σταθερότητα στις διεθνείς σχέσεις, άνοιγμα της αγοράς, διάδοση των κανονιστικών της προτύπων, διάλογος και συνεργασία μεταξύ μεγάλων δυνάμεων και ενίσχυση διεθνών οργανισμών.

 

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο του «τέλους της Ιστορίας», η ΕΕ πίστευε ότι θα μπορούσε να ευημερήσει με τη μείωση των στρατιωτικών δαπανών, τον εμπλουτισμό μέσω εξαγωγών στην Κίνα και τις ΗΠΑ, ακόμη και καλλιεργώντας την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία, ελπίζοντας να «δαμάσει» τον επικίνδυνο γείτονά της μέσω της οικονομικής αλληλεξάρτησης.

 

 

 

Για τους ίδιους λόγους, η ενίσχυση της πολιτικής ολοκλήρωσης με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων και πόρων στην ΕΕ κρίθηκε περιττή, δικαιολογώντας την επιθυμία των κρατών μελών να διατηρήσουν την κυριαρχία σε βασικούς τομείς όπως η άμυνα, η εξωτερική πολιτική και η φορολογία. 

 

 Αυτό το μοντέλο –που ενσαρκώθηκε πάνω απ’ όλα από τη Γερμανία επί Σρέντερ και Μέρκελ– έχει πλέον καταρρεύσει, αφήνοντας την Ευρώπη εύθραυστη, αποπροσανατολισμένη και εκτεθειμένη σε σοβαρές απειλές σε πολλαπλά μέτωπα.


 

α. Το πρώτο μέτωπο είναι η ασφάλεια: η Ρωσία τώρα ακολουθεί ανοιχτά μια επιθετική πολιτική με στόχο την ανάκτηση εδαφών που χάθηκαν με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

 

Η μετατροπή της σε «οικονομία εν καιρώ πολέμου», η ολοένα και πιο βάναυση καταστολή των αντιφρονούντων και οι ενισχυμένες στρατιωτικές συνεργασίες με το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα υποδηλώνουν ότι το Κρεμλίνο εφαρμόζει μεθοδικά μια νεο-αυτοκρατορική στρατηγική που βασίζεται στη βία.

 

Εν τω μεταξύ, τρία χρόνια μετά την εισβολή στην Ουκρανία, η κυβέρνηση Τραμπ πιέζει για μια άμεση συμφωνία με τον Πούτιν, χωρίς τη συμμετοχή ούτε του Κιέβου ούτε της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Σύμφωνα με μια τέτοια συμφωνία, η Ρωσία θα μπορούσε ουσιαστικά να διατηρήσει το έδαφος που έχει ήδη καταλάβει, με αντάλλαγμα αόριστες υποσχέσεις για μη επέκταση.

 Αυτή είναι μια πραγματική πολιτική «κατευνασμού» που σίγουρα δεν θα μπορέσει να εξουδετερώσει τους στόχους του Πούτιν σε νέα εδάφη, στοχεύοντας πιθανώς τη Μολδαβία, τη Γεωργία, ακόμη και, μια μέρα, τα κράτη της Βαλτικής.

 

 

β. Το δεύτερο μέτωπο είναι οικονομικό: η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται σε αναμφισβήτητη παρακμή λόγω του πολιτικού κατακερματισμού και της τάσης των κρατών μελών να δίνουν προτεραιότητα στα εθνικά συμφέροντα έναντι των κοινών πολιτικών.

 

 

 Αυτό που επιδεινώνει αυτό το πρόβλημα —συχνά ως αποτέλεσμα της έλλειψης ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής διακυβέρνησης— είναι οι γραφειοκρατικές ακαμψίες, η ελλιπής εσωτερική αγορά και η βραδύτητα στη λήψη στρατηγικών αποφάσεων. Ενώ οι ΗΠΑ και η Κίνα κάνουν τεράστιες επενδύσεις στην ψηφιοποίηση, την τεχνητή νοημοσύνη και τη βιομηχανική παραγωγή, η Ευρώπη δυσκολεύεται να διατηρήσει το ρυθμό.

 

Δεν διαθέτει κοινή επενδυτική ικανότητα, παραμένει δεσμευμένη από αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς, υποφέρει από κατακερματισμένη κεφαλαιαγορά και αντιμετωπίζει ανεπαρκή τεχνολογική καινοτομία και συνεχή εξάρτηση από εξωτερική ενέργεια και στρατηγικές πρώτες ύλες.

 

Χωρίς αποφασιστική στροφή, η προοδευτική διάβρωση της βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης της Ευρώπης θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην απασχόληση, την ευημερία και την κοινωνική συνοχή — υπονομεύοντας τα ίδια τα θεμέλια της δημοκρατίας.

 

 
γ. Το τελευταίο, και ίσως πιο καθοριστικό, μέτωπο είναι εξ ολοκλήρου πολιτικό: η άνοδος αντιευρωπαϊκών και εξτρεμιστικών δυνάμεων στην κοινή γνώμη και στους θεσμούς. Αυτά τα κόμματα, αξιοποιώντας τη ρητορική κατά της μετανάστευσης και της ασφάλειας, έχουν κατακτήσει μεταξύ 20% και 35% των προθέσεων των ψηφοφόρων, αποκτώντας αυξανόμενη επιρροή στην πολιτική συζήτηση.

 

Μερικά από αυτά τα κινήματα είναι ήδη στην κυβέρνηση, ενώ άλλα φιλοδοξούν να αναλάβουν την εξουσία, και τώρα έχουν βρει έναν νέο ηγέτη στον Έλον Μασκ - τον πλουσιότερο άνθρωπο του κόσμου, έναν σύμβουλο του Προέδρου Τραμπ, επικεφαλής του Τμήματος Αποτελεσματικότητας του Λευκού Οίκου και χειραγωγό της κοινής γνώμης μέσω της προσωπικής του πλατφόρμας μέσων κοινωνικής δικτύωσης, «X».

 

Είναι ο ίδιος ο Musk που, αφού υποστήριξε ανοιχτά ακροδεξιά κόμματα όπως το Alternative für Deutschland - AfD της Γερμανίας, λάνσαρε το σύνθημα «MAKE EUROPE GREAT AGAIN", συσπειρώνοντας εθνικιστικές και εξτρεμιστικές δυνάμεις που αντιτίθενται στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. 

 

Ο στόχος του είναι ξεκάθαρος: να παράσχει μέσα ενημέρωσης και οικονομική υποστήριξη σε ριζοσπαστικά πολιτικά κινήματα που, μόλις ανέβουν στην εξουσία, θα διαλύσουν την ΕΕ και θα επιστρέψουν σε μια Ευρώπη των εθνικών κρατών. 


Ακόμη πιο σοκαριστικό, ο ίδιος ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, J. D. Βανς, επιτέθηκε ευθέως στην Ευρώπη στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου, δείχνοντας ότι οι πραγματικοί εχθροί της δεν ήταν η Ρωσία ή η Κίνα, αλλά οι κανόνες της ΕΕ για την καταπολέμηση των ψεύτικων ειδήσεων και της ρητορικής μίσους, οι οποίες, όπως είπε, αποτελούν απαράδεκτη λογοκρισία.

 

Δίχως να περιοριστεί εκεί, ο Βανς κάλεσε ανοιχτά τους Γερμανούς και τους Ευρωπαίους πολιτικούς να συνεργαστούν με ακροδεξιές δυνάμεις, οι οποίες προς το παρόν τηρούνται σε απόσταση ασφαλείας από το συνταγματικό τόξο. 

 


 

3. Μπροστά σε αυτούς τους σοβαρούς κινδύνους και τις πρωτοφανείς επιθέσεις, οι λύσεις υπάρχουν, ευτυχώς, έχουν ήδη περιγραφεί σε πρόσφατες εκθέσεις: στην Έκθεση Λέτα για την εσωτερική αγορά, την Έκθεση Ντράγκι για την ανταγωνιστικότητα και την Έκθεση Νιινίστο για την ασφάλεια.

 

Το μήνυμα είναι σαφές: η ΕΕ πρέπει να υποστεί ριζικές αλλαγές. Πρέπει να υιοθετήσει κανονισμούς και πρωτοβουλίες για τη χρηματοδότηση και την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, να ολοκληρώσει την ένωση κεφαλαιαγορών, να ενθαρρύνει στρατηγικές επενδύσεις σε πράσινες και ψηφιακές μεταβάσεις και να ενισχύσει τη στρατιωτική υποστήριξη για την Ουκρανία.

 

Ταυτόχρονα, αυτά τα επείγοντα μέτρα πρέπει να συνοδεύονται από θεσμικές μεταρρυθμίσεις της ΕΕ που να αντιμετωπίζουν δύο κρίσιμες προτεραιότητες: τη δημιουργία αυτόνομης δημοσιονομικής ικανότητας της ΕΕ και τη βελτίωση της λήψης αποφάσεων στην εξωτερική και αμυντική πολιτική, μέσα από την κατάργηση του δικαιώματος "βέτο" μεμονωμένων κρατών-μελών.

 

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρότεινε μια τέτοια μεταρρύθμιση τον Νοέμβριο του 2023. Τώρα εναπόκειται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να το υποστηρίξει και να πιέσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να προχωρήσει στις αναθεωρήσεις των Συνθηκών. 

 

Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι η έλλειψη λύσεων αλλά η έλλειψη πολιτικής βούλησης για την εφαρμογή τους.

 

Εάν αυτές οι πολλαπλές κρίσεις δεν αξιοποιηθούν ως ευκαιρία για την ενίσχυση της πολιτικής ενοποίησης, ο πραγματικός κίνδυνος είναι η διάσπαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

 

·         είτε με ορισμένες κυβερνήσεις να υποκύπτουν στις «σειρήνες» του Τραμπ, διασπώντας έτσι το κοινό μέτωπο,

 

 

·         είτε με την επιλογή μιας «πραγματιστικής» προσέγγισης που θα μπορούσε να οδηγήσει μόνο σε παθητική αποδοχή όλων των απαιτήσεων του Λευκού Οίκου σε θέματα αγοράς φυσικού αερίου και οπλισμού, αποσυναρμολόγησης των κανονιστικών προτύπων της ΕΕ και, γιατί όχι, στον de facto έλεγχο της Γροιλανδίας.

 

Σε τελική ανάλυση, για να γίνει η Ευρώπη πραγματικά «μεγάλη», δεν πρέπει να στραφούμε στις «μικρές πατρίδες» του παρελθόντος: ο εθνικισμός δεν υπήρξε ποτέ φορέας μεγαλείου, αλλά, αντιθέτως, στις ακραίες του συνέπειες, οδήγησε στην οικονομική, πολιτική και ηθική καταστροφή της Ευρώπης. 

 

Αν στόχος είναι το αληθινό «μεγαλείο», τότε αυτό πρέπει να οικοδομηθεί στο μέλλον: μόνο μια πολιτικά ενωμένη Ευρώπη μπορεί να επιβιώσει και να ευημερήσει στο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον, κατακτώντας εκείνη την "κυριαρχία" (sovereignty) την οποία τα μεμονωμένα εθνικά κράτη μπορούν μόνο ψευδαίσθηση να τρέφουν ότι εξακολουθούν να κατέχουν.

 

 

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης - ΕΕνΟΕ
 
 
 
 
 
 
 
>>

How will Europe respond? / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ "EUROPEAN INTEREST"

2025-03-10 15:17

EUROPEAN INTEREST", 10/3/2025 

www.europeaninterest.eu/how-will-europe-respond/

 

How will Europe respond?

The aggression and humiliation that Europeans are suffering at the hands of the Trump Administration leave no room for doubt or speculation. A dual attack is underway: on European security — now seen as nothing more than a burden by Washington, which has no problem to decide together with Putin about the future of our continent, starting with Ukraine; and on democracy — also regarded as an obstacle to the project of a new autocratic and populist international order.

For Europe, the darkest hour has returned; and this time, there are no saviours to call for help. Europe can only count on itself and must decide whether to remain passive and allow itself to be destroyed or to react.

At this moment, the greatest drama in and for Europe is that no one has the power to decide how to react. The European institutions do not: the President of the European Commission, Ursula von der Leyen, despite her attempt to represent the EU, has a very limited margin of action, constrained by the mandate given to her by the 27 member states, which are always divided and in conflict with each other. It is the member states that remain the sole primary source of law and power in Europe, as governments never tire of emphasising; but in turn, national governments alone do not have the capacity to react, as each is too weak when faced with threats and dangers.

Given this situation, the only way to send an effective political signal to Trump and Putin is to go beyond the legal and political framework that currently governs the EU. For years, Europe has debated the need to become capable of acting as one; the path forward has been clearly outlined, starting with the Conference on the Future of Europe. There is no more time left.

It is up to the most responsible governments to find the courage to lead the way. In light of the opening of negotiations between the U.S. and Russia for the partition of Ukraine, what alternatives remain? The future of Ukraine is at stake, and with it, the future of Europe itself. If Europeans cannot provide Ukraine with support and the certainty of a future within the Union, the European Union itself will be overwhelmed. It is imperative to move beyond the framework of 27, which progresses too slowly and insufficiently, and begin constructing, among the willing, not just sectoral projects (which experience has shown to be inadequate) but a coherent, unified strategy to ensure both internal and external security.

This is also the recommendation found in the Niinistö and Draghi reports, which emphasise the need to prioritise the development of comprehensive and coherent strategies. Right now, citizens want a common defence, as confirmed by surveys with overwhelmingly high percentages; and many European states are already directly threatened by Russia. Yet, the projects that have been launched over the decades have neither worked in the past nor are taking off now. The only current alternative seems to be the individual rearmament of countries, aiming to increase integration and interoperability but only on a voluntary basis and without challenging national decision-making primacy. Moreover, under these conditions, the rush to rearm will inevitably result in a significant portion of new defence investments being spent on purchasing arms and technology from third countries, primarily the U.S.

The failures and limitations of the sectoral approaches attempted so far make it clear that building autonomous security and defence requires strong political will for integration, which is essential to address two crucial issues: developing a collective strategy based on a shared analysis of priority threats and interests to be protected; and mobilising significant financial resources. Whatever model is chosen to build a European armed force (and there are no shortages of proposals, starting with the 28th Army proposal put forward by SPD Bundestag members in 2020), it must be acknowledged that, in parallel, the formation of a unified political leadership is necessary—one capable of representing the common interest and making political decisions accordingly.

The European institutions lack both the competence and the resources to immediately develop such an ambitious project; governments, however, are sovereign and can decide to proceed. There are two possible paths.

One option is to push the legal framework of existing treaties (such as Permanent Structured Cooperation) to create new decision-making bodies within the EU capable of making majority decisions on joint defence investments and military deployments, involving the Commission and Parliament in this embryonic supranational European government within the EU.

Alternatively, willing governments can choose to establish this new cooperation outside of the Treaties, with the goal of creating a common governing body. In this case, they can still find ways to involve the Commission, using the 2012 European Stability Mechanism as a precedent; subsequently, they could open negotiations to incorporate the new structure into the Union, implementing the necessary institutional reforms.

Both options, particularly the second, depend solely on the political will of the governments most aware of the value of European unity and the stakes involved in Ukraine. These steps can be taken immediately. There is no other way at this moment to ensure our security and the future of our freedom and democracy.

In a world of great autocratic imperial powers, the only way to save democracy and freedom is to counterbalance them with the political weight of a great democratic and federal state. It is, first and foremost, up to European governments to build it—by taking the first steps now, starting with the urgent need to ensure security for their citizens and partners. Failing to do so means condemning them to a future of political and moral misery.

*Theodoros TSIKAS is Political Scientist – International Relations Expert, Vice-President of the Greek Union for the Federation of Europe –EEnOE / UEF Greece

>>

"Τώρα είναι η στιγμή της Ευρώπης " / Άρθρο στην Huffington Post

2025-03-06 19:20

"HUFFINGTON POST"

https://www.huffingtonpost.gr/entry/tora-einai-e-stiyme-tes-eeropes_gr_67c9702de4b0bdda614fa87f 


Τώρα είναι η στιγμή της Ευρώπης

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

Έχει περάσει λίγο περισσότερο από ένας μήνας από την ορκωμοσία του Τραμπ ως προέδρου των ΗΠΑ και έχει ήδη καταστεί απολύτως σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υπό τον Τραμπ δεν είναι σύμμαχοί μας.

Δεν χρειάζεται να θυμηθούμε τις αρχικές επεκτατικές δηλώσεις του για τη Διώρυγα του Παναμά, τον Καναδά ή τη Γροιλανδία, τις απειλές για εμπορικούς πολέμους, τον άμεσο διάλογο με τον αυταρχικό ηγέτη Πούτιν, ο οποίος ευθύνεται για τον σοβαρότερο επιθετικό πόλεμο στην Ευρώπη από το 1945, ή την επίθεση του Αμερικανού αντιπροέδρου Βανς στην ευρωπαϊκή δημοκρατία.


Όσον αφορά την ευρωπαϊκή εδαφική άμυνα, είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να βασιστούμε στις Ηνωμένες Πολιτείες -και ως εκ τούτου- ούτε στο ΝΑΤΟ, όπως το είχαμε αντιληφθεί μέχρι σήμερα, έναν Οργανισμό που θα εισέλθει σε περίοδο "χειμερίας νάρκης" για τα επόμενα τέσσερα χρόνια τουλάχιστον.


Τι πρέπει να γίνει;

Πρώτον, χρειάζεται συλλογική συνειδητοποίηση αυτής της νέας πραγματικότητας. Ορισμένοι από τους ηγέτες της Ευρώπης πρέπει να βγουν από τη σύγχυσή τους. Κάποιοι αρνούνται να δεχτούν ότι οι Αμερικανοί υπό την ηγεσία Τραμπ δεν είναι φίλοι μας. Πρόκειται για καθαρή φαντασίωση. Όπως η Βρετανία το 1940, η Ευρώπη στέκεται μόνη της μπροστά στον κίνδυνο και πρέπει να αναλάβει πρώτη την ευθύνη να βοηθήσει την Ουκρανία και να διασφαλίσει την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα και ασφάλεια.


Δεύτερον, πρέπει να επιταχυνθεί η ευρωπαϊκή οικονομική και στρατιωτική υποστήριξή προς την Ουκρανία. Η αμερικανική βοήθεια μέχρι στιγμής ήταν κρίσιμη, αλλά δεν είναι αναντικατάστατη. Στην πραγματικότητα, το συνολικό ποσό της ευρωπαϊκής βοήθειας είναι ήδη υψηλότερο. Υπάρχουν σε ευρωπαϊκά χέρια τουλάχιστον 200 δισεκατομμύρια ευρώ από τα δεσμευμένα οικονομικά περιουσιακά στοιχεία του επιτιθέμενου κράτους. Η Γερμανία πρέπει να παραδώσει τους πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς Taurus και πρέπει να αρθεί κάθε περιορισμός στη χρήση όπλων κατά ρωσικών συμβατικών στρατιωτικών στόχων. Πρέπει να εμβαθύνουμε τις κυρώσεις κατά του ρωσικού πετρελαϊκού "στόλου-φάντασμα" και του έμμεσου εμπορίου μέσω της Κεντρικής Ασίας.


Τρίτον, πρέπει να αντιμετωπιστεί η διπλή γεωοικονομική και γεωστρατηγική απειλή που θέτει ο Τραμπ. Με ένα νέο ευρωπαϊκό σχέδιο που θα χρηματοδοτείται από «κοινό χρέος» και νέους "ίδιους" πόρους για να καλυφθεί το κενό τεχνολογίας, επενδύσεων και ανταγωνιστικότητας, που εντοπίζεται στην Έκθεση του πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι, και να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής Τράπεζας Εξοπλισμών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση το έκανε αυτό λόγω της πανδημίας του Covid. Τώρα αντιμετωπίζει και πάλι μια υπαρξιακή πρόκληση.


Αλλά δεν θα διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή συλλογική άμυνα μόνο με την κοινή παραγωγή όπλων. Πρέπει να ενισχυθεί η πολιτική ένωση της Ευρώπης, καταργώντας τα εθνικά "βέτο" και δημιουργώντας έναν ευρωπαϊκό πυλώνα στο ΝΑΤΟ, τον οποίο θα μπορούμε να ενεργοποιήσουμε ανεξάρτητα από την Ουάσιγκτον. Αυτό μπορεί να γίνει εφαρμόζοντας τις νομικές βάσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας για την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, ενώ παράλληλα θα μεταρρυθμίζουμε την Συνθήκη με ομοσπονδιακή προοπτική.



* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης - ΕΕνΟΕ

>>

Θόδωρος Τσίκας / Τι σημαίνουν για ΕΕ και ΗΠΑ τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ Anatropi News

2025-02-26 15:57

Θόδωρος Τσίκας / Τι σημαίνουν για ΕΕ και ΗΠΑ τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών

Anatropi News 

 

www.anatropinews.gr/2025/02/26/%ce%b8%cf%8c%ce%b4%cf%89%cf%81%ce%bf%cf%82-%cf%84%cf%83%ce%af%ce%ba%ce%b1%cf%82-%cf%84%ce%b9-%cf%83%ce%b7%ce%bc%ce%b1%ce%af%ce%bd%ce%bf%cf%85%ce%bd-%ce%b3%ce%b9%ce%b1-%ce%b5%ce%b5-%ce%ba%ce%b1%ce%b9/

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

Οι εκλογές στη Γερμανία δεν μπορεί παρά να αποτελούν μείζον γεγονός, καθώς αφορούν την πολυπληθέστερη και οικονομικά ισχυρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ευρισκόμενη στο κέντρο της ευρωπαϊκής ηπείρου μπορεί να έχει και γεωπολιτική επίδραση.

 

Είναι γνωστό πως η Γερμανία μαζί με τη Γαλλία αποτελούν την ατμομηχανή της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Άρα η συγκρότηση σταθερών κυβερνήσεων στις δύο αυτές χώρες είναι αναγκαία για την επανεκκίνηση της Ε.Ε. Τόσο διότι συνεχίζεται ένας ανοιχτός πόλεμος στην καρδιά της Ευρώπης, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όσο και λόγω της προσπάθειας του νέου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να υποβαθμίσει τον ρόλο των ευρωπαϊκών χωρών. 

Το γεγονός ότι ο επικεφαλής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, Φρίντριχ Μερτς, θα είναι ο νέος καγκελάριος, μάλλον σε συνασπισμό με τους Σοσιαλδημοκράτες (πιο δύσκολα και με τους Πράσινους), πρέπει να τύχει ανάλυσης τόσο στο εσωτερικό γερμανικό επίπεδο, όσο και διεθνώς -κυρίως όσον αφορά τον ρόλο της Γερμανίας στην Ε.Ε., όσο και στις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Εδώ θα αναφερθούμε στις διεθνείς επιδράσεις. 

Εάν ο Μερτς μπορέσει να σχηματίσει μια σταθερή κυβέρνηση, αυτό θα αποτελέσει μια σημαντική ένεση σταθερότητας για την ΕΕ από το μεγαλύτερο κράτος- μέλος της. Σε μια εποχή τεράστιας αστάθειας, δύσκολων ευρω-ατλαντικών σχέσεων και θεμελιωδών προκλήσεων για την ασφάλεια και την οικονομία της Ευρώπης, η Ευρώπη απλά δεν μπορεί πλέον να αντέξει μια Γερμανία που λείπει από τη δράση – τόσο ως πολιτικό ειδικό βάρος, όσο και ως οικονομική μηχανή.

 

Ο Μερτς, ως αφοσιωμένος Ευρωπαίος, μπορεί να προσφέρει μια νέα αρχή αν παίξει σωστά τα χαρτιά του. Η επαναπροσέγγιση με τη Γαλλία και τα έγκαιρα και πειστικά μηνύματα προς την Πολωνία και τους εταίρους στη Σκανδιναβία και την Βαλτική Θάλασσα, θα μπορούσαν να δώσουν έναν νέο τόνο σε βασικές πρωτοβουλίες.

Το τι θα κάνει η Ευρώπη στη συνέχεια θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αν ο Μερτς μπορεί να πείσει το κόμμα του και τους ανθρώπους του να υποστηρίξουν κάποιες δημιουργικές λύσεις. Αυτό θα χρειαστεί, ώστε να αντιμετωπιστούν ζητήματα όπως η ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, η συνεργασία για κοινή ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, η χρηματοδότηση τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στο πλαίσιο ενός νέου προϋπολογισμού της ΕΕ, καθώς και μια πιθανή πρωτοβουλία για κοινό ευρωπαϊκό χρέος. Αυτό θα απαιτήσει ευελιξία που θα παρακάμπτει ορισμένα γερμανικά “δόγματα”. 

Ο Μερτς το βράδυ των εκλογών υποσχέθηκε να ενισχύσει την ανεξαρτησία της Γερμανίας και της Ευρώπης έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό θα μπορούσε να ταιριάζει σε κάποια από τα αιτήματα της κυβέρνησης Τραμπ, αν σημαίνει μια ώθηση για την ενίσχυση των γερμανικών αμυντικών δυνατοτήτων και μια νέα ενεργειακή πολιτική που θα εστιάζει στα μεταβατικά καύσιμα.

Ο Τραμπ και η ομάδα του θα πρέπει να περιμένουν μια πεισματικά φιλοευρωπαϊκή Γερμανία που δεν θα πάρει αψήφιστα οποιονδήποτε αντιληπτό εκφοβισμό των ΗΠΑ. Ο Μερτς έχει ήδη πει ότι η ανάμειξη των ΗΠΑ στις εκλογές της Γερμανίας μέσω του Μασκ και του Βανς ήταν εξίσου «θρασύτατη» με εκείνη της Μόσχας. Επίσης, άσκησε έντονη κριτική στον Λευκό Οίκο για τον αποκλεισμό της Ευρώπης  από τις ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία.    

 

Ο Μερτς θα μπορούσε ίσως να κάνει μια νέα αρχή με την Ουάσινγκτον – υπό την προϋπόθεση όμως ότι η νέα αμερικανική κυβέρνηση δεν του το κάνει πρόωρα πολύ δύσκολο για το εσωτερικό της χώρας. Το κύριο θέμα εδώ είναι οι απειλές για επιβολή δασμών, στους οποίους θα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη η παραπαίουσα, εξαρτώμενη από τις εξαγωγές οικονομία της Γερμανίας. Ένας μελλοντικός καγκελάριος Μερτς θα είναι λιγότερο πιθανό να σπάσει την αλληλεγγύη της ΕΕ, που θα έχει στόχο μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση. 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

>>

"Η βίαιη ενηλικίωση της Ευρώπης" - ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΤΑ ΝΕΑ" - Σαββατοκύριακο (22-23/2/2025)

2025-02-22 20:38
''ΤΑ ΝΕΑ- Σαββατοκύριακο", 22-23/2/2025
 
 
 
Η βίαιη ενηλικίωση της Ευρώπης
 
 
 
 
ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*
 
Η κυβέρνηση Τραμπ ξεκίνησε διμερή διάλογο με τον Πούτιν για την Ουκρανία, που αποκλείει τόσο τη χώρα που δέχτηκε επίθεση όσο και την Ευρώπη. Υπαινίχθηκε το τέλος της εγγύησης ασφάλειας των ΗΠΑ προς την ήπειρο μας. Απαξίωσε την ευρωπαϊκή δημοκρατία στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου. 
 
Στη συνάντηση ορισμένων Ευρωπαίων ηγετών στο Παρίσι στις 17 Φεβρουαρίου, έγινε προσπάθεια να επιδειχθεί μια ενιαία προσέγγιση, ενόψει της νέας γεωπολιτικής κατάστασης. Πέρα όμως από τη συμφωνία για αύξηση των αμυντικών δαπανών, δεν έφτασαν στο σημείο να υποβάλουν συγκεκριμένα θεσμικά σχέδια για την επίτευξη βαθύτερης ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης και μιας Αμυντικής Ένωσης.
 
Μια διπλή επίθεση βρίσκεται σε εξέλιξη: 
 
Α. στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, που τώρα θεωρείται βάρος από την Ουάσιγκτον, η οποία επιδιώκει να εγκαταλείψει την Ουκρανία στα χέρια του Πούτιν σε μια λογική «σφαιρών επιρροής». 
 
Β. στη φιλελεύθερη δημοκρατία, που θεωρείται επίσης εμπόδιο στο εγχείρημα μιας νέας διεθνούς τάξης αυταρχικών και λαϊκιστών ηγετών.
 
 
Το μέλλον της Ουκρανίας διακυβεύεται και, μαζί με αυτό, το μέλλον της ίδιας της Ευρώπης. Εάν οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να παράσχουν στην Ουκρανία υποστήριξη και βεβαιότητα, η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση θα υποστεί συνέπειες. 
 
Στον αναδυόμενο κόσμο των μεγάλων αυταρχικών αυτοκρατορικών δυνάμεων, ο μόνος τρόπος για να σωθεί η δημοκρατία και η ελευθερία είναι να υπάρξει ένα αντιστάθμισμα, με το πολιτικό βάρος μιας ευρωπαϊκής δημοκρατικής Ομοσπονδίας, ικανής να εξασφαλίσει τη δική της άμυνα, αφού οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον αξιόπιστος εταίρος. 
 
Οι πολίτες θέλουν μια κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, όπως επιβεβαιώνεται από έρευνες, με συντριπτικά υψηλά ποσοστά. Ήδη πολλά ευρωπαϊκά κράτη απειλούνται άμεσα από τη Ρωσία. 
 
 
Η μόνη εναλλακτική λύση που προτείνουν οι ηγέτες της ΕΕ, φαίνεται να είναι ο «ατομικός» επανεξοπλισμός των χωρών, με στόχο την αύξηση της ενιαιοποίησης και της διαλειτουργικότητας των οπλικών συστημάτων, αλλά μόνο σε εθελοντική βάση. 
 
Ωστόσο, η κοινή αμυντική βιομηχανία από μόνη της δεν θα δημιουργήσει μια αμυντική ένωση, ικανή να εγγυηθεί την εδαφική άμυνα της Ευρώπης. Επιπλέον, υπό αυτές τις συνθήκες η βιασύνη για επανεξοπλισμό θα οδηγήσει αναπόφευκτα στο σημείο όπου σημαντικό μέρος των νέων αμυντικών επενδύσεων που δαπανώνται για την αγορά όπλων και τεχνολογίας, να προέλθει από τρίτες χώρες, κυρίως τις ΗΠΑ. 
 
Η οικοδόμηση αυτόνομης ασφάλειας και άμυνας απαιτεί ισχυρή πολιτική βούληση για εμβάθυνση και επιτάχυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, η οποία είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση δύο κρίσιμων ζητημάτων: 
 
1. ανάπτυξη μιας συλλογικής στρατηγικής που βασίζεται σε μια κοινή ανάλυση των απειλών και συμφερόντων προτεραιότητας που πρέπει να προστατευθούν. 
 
2. κινητοποίηση σημαντικών οικονομικών πόρων. 
 
 
Όποιο μοντέλο και αν επιλεγεί για την οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής ένοπλης δύναμης, είναι απαραίτητος ο σχηματισμός μιας ενοποιημένης πολιτικής ηγεσίας, ικανής να εκπροσωπεί το κοινό συμφέρον και να λαμβάνει πολιτικές αποφάσεις ανάλογα.
 
Όλα αυτά πρέπει να αποφασιστούν σε μια επείγουσα έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. Αυτή να αποφασίσει περαιτέρω βήματα για την ευρωπαϊκή πολιτική ενοποίηση μέσω των απαραίτητων αλλαγών στη θεσμική λειτουργία της Ένωσης, και να αξιοποιήσει τις διαθέσιμες δυνατότητες για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ένωσης. 
 
 
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ
>>

Οι «συμπρόεδροι» Τραμπ και Μασκ / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ ANATROPI NEWS

2025-01-10 09:43

Οι «συμπρόεδροι» Τραμπ και Μασκ 

ANATROPI NEWS

 

www.anatropinews.gr/2025/01/09/%ce%bf%ce%b9-%cf%83%cf%85%ce%bc%cf%80%cf%81%cf%8c%ce%b5%ce%b4%cf%81%ce%bf%ce%b9-%cf%84%cf%81%ce%b1%ce%bc%cf%80-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%bc%ce%b1%cf%83%ce%ba/

 

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

Οι πρόσφατες δηλώσεις του εν αναμονή για την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, είναι απολύτως φυσικό να δημιουργούν ανησυχία διεθνώς.

Ο υπαινιγμός ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει ακόμα και στρατιωτικά μέσα για την ανάκτηση της κυριαρχίας της Διώρυγας του Παναμά, η άσκηση πίεσης για την απόκτηση της Γροιλανδίας, η προβολή οικονομικών «ανταλλαγμάτων» για να γίνει ο Καναδάς η 51η Πολιτεία των ΗΠΑ (!!), η απειλή για εμπορικό πόλεμο κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης με επιβολή αμερικανικών δασμών στα ευρωπαϊκά προϊόντα που εξάγονται στις ΗΠΑ, ακόμα και η έκφραση «κατανόησης» για την αντίθεση της Ρωσίας σε μελλοντική ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ – την ώρα που συνεχίζεται η βάναυση, παράνομη και αδικαιολόγητη ρωσική εισβολή- δείχνουν ένα πράγμα:

Ο Τραμπ πιστεύει σε έναν κόσμο, όπου καμία ρύθμιση και κανένας κανόνας δεν θα ισχύει. Όλα αυτά που συμφωνήθηκαν μετά την λήξη του Ψυχρού Πολέμου, για το απαραβίαστο των εξωτερικών συνόρων των κρατών, για το δικαίωμα του κάθε κράτους να επιλέγει σε ποια συμμαχία και διεθνή ή περιφερειακό Οργανισμό να συμμετέχει,  για τον περιορισμό και τον έλεγχο συμβατικών και πυρηνικών όπλων, για την προστασία του περιβάλλοντος, για ισοτιμία στο παγκόσμιο εμπόριο κλπ, είναι μια απλή λεπτομέρεια γι αυτόν.

Αυτό που προτιμά και το δείχνει ασύστολα είναι μόνο και αποκλειστικά το «δίκαιο του ισχυρού» και όχι φυσικά η ισχύς του δικαίου. Απορρίπτει ο,τιδήποτε κατ’ αυτόν δεν κολλάει με το μεγαλοϊδεατικό σύνθημα “Make America Great Again” ή με το εθνικιστικό “America first”, που για τον ίδιο δεν σημαίνει «πρώτα η Αμερική» αλλά «ΜΟΝΟ η Αμερική».  

Μια τέτοια πολιτική δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι θα (ή μπορεί να) υλοποιηθεί, τουλάχιστον πλήρως. Εάν όμως και εφόσον εφαρμοστεί σε μεγάλο βαθμό, μπορεί να γυρίσει τον κόσμο μας στον 19ο αιώνα ή στις αρχές του 20ού. Σε μια εποχή που κάθε κράτος μπορεί ανενόχλητα και ατιμώρητα να εισβάλει, να κατακτά ή να διαμελίζει ξένες χώρες, να αποκτά (και να χρησιμοποιεί;) ανεξέλεγκτα όπλα μαζικής καταστροφής, αλλά και σε μια περίοδο διαμοιρασμού του πλανήτη σε σφαίρες επιρροής. Μπορούμε να φανταστούμε έναν κόσμο τον οποίο θα μοιράσουν κατά βούληση ο Τραμπ και ο Πούτιν, με αμοιβαία «ανταλλάγματα» και «παραχωρήσεις»  ;

Ιδιαίτερη σημασία αρχίζει να αποκτά ο ρόλος του Έλον Μασκ δίπλα στον Τραμπ. Είναι βέβαιο ότι είναι σύμβουλος με τεράστια επιρροή πάνω του. Πολλές φορές εμφανίζεται ως «συμπρόεδρος», επισκιάζοντας ακόμα και τον μελλοντικό αντιπρόεδρο, Τζέϊ Ντι Βανς.

Φαίνεται ότι ο Έλον Μασκ έχει αναλάβει ένα ρόλο «σταυροφόρου» του τραμπισμού διεθνώς. Με πρόσχημα τα επιχειρηματικά συμφέροντα του, παρεμβαίνει ανοιχτά στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις πολλών ευρωπαϊκών χωρών.

Υποστηρίζει ανοιχτά την ακροδεξιά και ρατσιστική «Εναλλακτική για τη Γερμανία»-AfD, ζητά την αποφυλάκιση Βρετανού ακροδεξιού πολιτικού, ενώ κλείνει και λεόντειες οικονομικές συμφωνίες, όπως αυτή με την ακροδεξιά πρωθυπουργό της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι.

Την ίδια στιγμή δεν διστάζει να επιτίθεται σε δημοκρατικά εκλεγμένους πολιτικούς ηγέτες της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς, όπως στον σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Όλαφ Σολτς της Γερμανίας και τον Βρετανό πρωθυπουργό των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ.

Φαίνεται ότι ο Μασκ προσπαθεί να φτιάξει ένα δίκτυο ακροδεξιών δυνάμεων της Ευρώπης, ίσως και εκτός Ευρώπης, με στόχο τον επηρεασμό των πολιτικών εξελίξεων. Πιθανόν να θέλει να παίξει και έναν ρόλο ιδεολογικού κηδεμόνα και εκφραστή όλων αυτών των δυνάμεων. Κάτι αντίστοιχο είχε προσπαθήσει να κάνει και ένας άλλος συνεργάτης του Τραμπ, ο Στηβ Μπάνον, κατά την πρώτη προεδρία Τραμπ.

Το γεγονός ότι ο Μασκ κατέχει ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης με εκατομμύρια χρήστες σε όλον τον κόσμο, όπως το “X’’ (πρώην Twitter), και ότι είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, με τις τεράστιες δυνατότητες που αυτά συνεπάγονται, τον καθιστά εξαιρετικά σοβαρό κίνδυνο για την δημοκρατία. Δεν είναι τυχαίο ότι ασκούνται πιέσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει νομικά μέτρα εναντίον του.

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ

>>

Πώς μπορεί η/ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το Ιράν/ ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΤΗ "ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ" -ΚΟΙΝΟ ΑΡΘΡΟ

2024-11-06 13:20

Πώς μπορεί η/ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ

 να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το Ιράν

''ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ" 

Θόδωρος Τσίκας/ Μαρωβήτα Νικολαΐδου

 

www.metarithmisi.gr/content/pos-mporei-o-neos-proedros-ton-epa-na-antimetopisei-apotelesmatika-to-iran

 

Ο/η τεσσαρακοστός/ή έβδομος/η πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών
 της Αμερικής θα χρειαστεί μια στρατηγική προσέγγιση των ΗΠΑ 
προς το Ιράν. 
Η προσέγγιση που θα πρέπει να υιοθετήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες 
έναντι του Ιράν θα παραμείνει μία από τις κύριες προκλήσεις 
εξωτερικής πολιτικής της Ουάσιγκτον για τα επόμενα χρόνια. 
 
 
 
Η επιθετική πολιτική της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν 
και οι υποστηριζόμενες από αυτήν ένοπλες ομάδες, 
γνωστές ως «Άξονας της Αντίστασης», απειλούν την ασφάλεια 
και σταθερότητα πολλών χωρών συμμάχων των ΗΠΑ, 
την ελεύθερη ροή ενέργειας και το θαλάσσιο εμπόριο. 
Την ίδια στιγμή, η πιθανή ανάπτυξη πυρηνικών όπλων από το Ιράν 
αναδεικνύει την επιτακτική ανάγκη για μια ισχυρή, διαρκή στρατηγική 
αντίδραση.
 
 
 
Οι προκλήσεις και ο ρόλος της συνεργασίας
 
Για περισσότερο από μία δεκαετία, η πολιτική των ΗΠΑ 
προς το Ιράν έχει αλλάξει δραματικά: από την προσέγγιση σχετικά 
με τα πυρηνικά προγράμματα υπό την προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα, 
σε πλήρη αντιστροφή και εφαρμογή μιας εκστρατείας μέγιστης πίεσης 
υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, έως τις προσπάθειες του Τζο Μπάϊντεν 
να προσελκύσει το Ιράν πίσω σε μια πυρηνική συμφωνία 
και να μειώσει τις εντάσεις με την Ισλαμική Δημοκρατία.
 
Επιπλέον, ξεκινώντας από την κυβέρνηση Ομπάμα, 
οι Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους 
να μειώσουν την αμερικανική παρουσία και τον ρόλο 
στη Μέση Ανατολή, 
να τερματίσουν την εμπλοκή των ΗΠΑ σε «ατελείωτους πολέμους» 
και να στρέψουν πόρους προς την Ασία για να αντιμετωπίσουν 
την αυξανόμενη απειλή από την Κίνα.
 
Αυτές οι ακραίες μετατοπίσεις πολιτικής 
και η αντίληψη περί αποχώρησης των ΗΠΑ από την περιοχή 
έχουν προκαλέσει σύγχυση στους συμμάχους στο Ηνωμένο Βασίλειο, 
στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), στην Ασία και στη Μέση Ανατολή, 
συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ, κάνοντάς τους διστακτικούς 
ως προς τη συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, 
ενώ έχουν ενθαρρύνει αντιπάλους 
όπως η Κίνα, η Ρωσία και το ίδιο το Ιράν
 να εκμεταλλευτούν την ασυνέπεια των ΗΠΑ.
 
Ελλείψει σαφούς στρατηγικής, το Ιράν έχει αξιοποιήσει 
τις περιόδους αναπροσαρμογής πολιτικής  και κομματικών 
αντιπαραθέσεων 
για να προωθήσει το πυρηνικό του πρόγραμμα, 
φτάνοντας πλέον πολύ κοντά στο να διαθέτει 
αρκετό εμπλουτισμένο ουράνιο για την κατασκευή πυρηνικού όπλου.
 
Εξίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός 
ότι το Ιράν έχει σημειώσει αξιοσημείωτη πρόοδο 
στην ανάπτυξη της ικανότητας και της τεχνολογίας 
των βαλλιστικών πυραύλων του, 
των πυραύλων Κρουζ για επιθέσεις 
σε χερσαίους στόχους 
και των προγραμμάτων 
μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones) 
κατά την ίδια περίοδο. 
Τα όπλα αυτά ανέρχονται σε χιλιάδες 
και είναι σε θέση να πλήξουν οποιαδήποτε χώρα της περιοχής.
 
Η ανάγκη για σταθερή στρατηγική
 
Η αποσταθεροποιητική επιρροή του Ιράν 
απαιτεί μια πολυδιάστατη προσέγγιση: 
οι ΗΠΑ οφείλουν να διατηρήσουν 
στρατιωτική παρουσία και συνεργασία 
με περιφερειακούς συμμάχους, 
ενισχύοντας τη συμμαχία τους με χώρες 
όπως το Ισραήλ, τα κράτη του Κόλπου 
και την Ευρώπη.
 
Η αποτροπή εχθρικών ενεργειών 
και η προάσπιση των αμερικανικών συμφερόντων 
στην περιοχή είναι απαραίτητα στοιχεία αυτής 
της στρατηγικής, ενόψει της ενισχυόμενης συμμαχίας 
του Ιράν με τη Ρωσία και την Κίνα.
 
 
 
Οι πυλώνες της νέας αμερικανικής πολιτικής
 
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εργαστούν 
υπομονετικά και με αποφασιστικότητα 
για να αντιμετωπίσουν τον επεκτατισμό του Ιράν, 
έως ότου η Ισλαμική Δημοκρατία καταρρεύσει 
από τις δικές της αντιφάσεις.
 
Μια τέτοια στρατηγική πρέπει να βασίζεται 
σε μια ρεαλιστική αξιολόγηση 
της συνολικής κατάστασης στην περιοχή, 
συμπεριλαμβανομένης της θέσης 
και της επιρροής των ΗΠΑ, καθώς και των δεσμεύσεων 
και των προτεραιοτήτων των ΗΠΑ 
σε άλλα σημεία του κόσμου, ειδικά σε σχέση 
με την απειλή από την Κίνα.
 
Αυτή η αξιολόγηση απαιτεί εξισορρόπηση 
των ήδη περιορισμένων και συμπιεσμένων πόρων των ΗΠΑ, 
αλλά αντικατοπτρίζει επίσης την κατανόηση ότι η Μέση Ανατολή, 
συμπεριλαμβανομένου του Ιράν, είναι κεντρικής σημασίας 
και άμεσα συνυφασμένη με την ευρύτερη παγκόσμια 
στρατηγική των ΗΠΑ 
για τη διασφάλιση σταθερών εφοδιαστικών αλυσίδων, 
την αποτροπή της διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής 
και την αντίσταση στις προσπάθειες αντιπάλων 
να αναδιαμορφώσουν τη διεθνή τάξη.
 
Μια επιτυχημένη αμερικανική στρατηγική 
προς το Ιράν θα βασιστεί 
στους εξής κύριους άξονες:
 
Συνεργασία με συμμάχους: Η στενή συνεργασία 
με την περιοχή και τους διεθνείς συμμάχους είναι κρίσιμη 
για την αποτροπή της ιρανικής επιρροής. 
Η υποστήριξη σε χώρες όπως το Ισραήλ 
και οι συμφωνίες 
με τα κράτη του Κόλπου ενισχύουν την περιφερειακή 
ασφάλεια.
Αυτό απαιτεί την αναγνώριση ότι η σχέση του Ιράν 
με τη Ρωσία και την Κίνα έχει εξελιχθεί με τρόπο 
που καθιστά δύσκολο 
να πεισθεί μία από τις δύο χώρες να στηρίξει 
νέους οικονομικούς 
ή στρατιωτικούς περιορισμούς και κυρώσεις 
κατά του Ιράν.
 
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επίσης να ενισχύσουν 
τη συνεργασία για την ασφάλεια 
μεταξύ των κρατών του Κόλπου, 
της Αιγύπτου και της Ιορδανίας 
μέσω μιας περιφερειακής αρχιτεκτονικής 
ασφάλειας 
που θα βασίζεται σε μια ολοκληρωμένη ικανότητα αεροπορικής 
και πυραυλικής άμυνας. 
Οι Συμφωνίες του Αβραάμ, που ομαλοποίησαν τις σχέσεις 
μεταξύ αρκετών αραβικών κρατών και του Ισραήλ, 
παρέχουν τη βάση για τη μελλοντική ενσωμάτωση 
του Ισραήλ 
στο δίκτυο αυτό με ανοιχτό τρόπο.
 
Απαιτούνται έντονες διπλωματικές επαφές 
και προγράμματα βοήθειας, τόσο σε περιφερειακό 
όσο και σε διμερές επίπεδο, για την αντιμετώπιση 
του καταστροφικού αντίκτυπου 
που έχει η ανάπτυξη πληρεξουσίων πολιτοφυλακών 
από το Ιράν 
σε χώρες όπως ο Λίβανος, 
το Ιράκ, η Υεμένη και η Συρία. 
 
 
Προώθηση ειρήνης στη Γάζα
Η σταθερότητα στη Γάζα απαιτεί μακροχρόνιες λύσεις 
που θα εγγυώνται την ασφάλεια 
τόσο για τους Ισραηλινούς όσο και για τους Παλαιστίνιους. 
Οι ΗΠΑ πρέπει να πιέσουν 
για μια ανθρωπιστική προσέγγιση 
στη μεταπολεμική Γάζα, 
προσφέροντας βοήθεια 
και υποστήριξη στη διαδικασία ανοικοδόμησης, 
ενώ θα εξασφαλίσουν 
ότι η Χαμάς δεν θα μπορεί πλέον να αποτελεί 
στρατιωτική απειλή.
 
 
Διαχείριση του πυρηνικού κινδύνου: 
Απαιτούνται νέες κυρώσεις 
αλλά μέσα από μία έξυπνη προσέγγιση, 
διπλωματικές ενέργειες και δηλωμένη 
προθυμία των ΗΠΑ 
να χρησιμοποιήσουν στρατιωτική ισχύ, 
όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο.
 
 
Ο στόχος της πολιτικής των ΗΠΑ 
θα πρέπει να είναι η πρόκληση της Τεχεράνης 
να συμμετέχει σε νέες, σοβαρές διαπραγματεύσεις 
με στόχο την επιβολή περιορισμών 
στο πυρηνικό της πρόγραμμα, 
ώστε το Ιράν να απέχει τουλάχιστον μερικούς μήνες 
από την ικανότητα ταχείας ανάπτυξης πυρηνικού όπλου, 
ενώ ταυτόχρονα θα αντιμετωπίζεται 
η κακόβουλη περιφερειακή επιρροή κ
αι οι δυνατότητες συμβατικών όπλων του Ιράν.
 
 
 
Ενίσχυση της δύναμης του ιρανικού λαού: 
Η στήριξη της δυνατότητας των Ιρανών 
να επιλέξουν το πολιτικό μέλλον τους 
χωρίς εξωτερική στρατιωτική παρέμβαση, 
θα δημιουργήσει προοπτικές 
μακροπρόθεσμων αλλαγών εκ των έσω.
Αναγνωρίζοντας τη συνεχιζόμενη ύπαρξη 
της ιρανικής αντιπολίτευσης 
που έδωσε ώθηση στο κίνημα «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» 
και σε διάφορες οικονομικές και άλλες διαμαρτυρίες — 
οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να ενισχύσουν τις προσπάθειές τους 
για να παρέχουν εργαλεία και ευκαιρίες στον ιρανικό λαό, 
ώστε να καθορίσει το πολιτικό μέλλον της χώρας του.
 
 
 
Πολιτική αποτελεσματικότητα και σταθερότητα
 
Η ισχυρή και σταθερή πολιτική προσέγγιση προς το Ιράν 
μπορεί να επαναφέρει την εμπιστοσύνη των συμμάχων 
και να περιορίσει τις φιλοδοξίες της Τεχεράνης.
 
Ακολουθώντας μια στρατηγική που βασίζεται στη συνεργασία, 
τις κυρώσεις και την υποστήριξη δημοκρατικών αλλαγών, 
οι ΗΠΑ μπορούν να διαμορφώσουν 
μια πολιτική μακροχρόνιας σταθερότητας για τη Μέση Ανατολή.
 
 
 
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, 
Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης 
για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ 
 
**Η Μαρωβήτα Νικολαΐδου είναι Επικοινωνιολόγος-Πολιτική Επιστήμονας, 
υπεύθυνη Επικοινωνίας της Ελληνικής Ένωσης 
για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ
 

 

>>

Το διακύβευμα του Αιγαίου / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ "ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ", 4/11/2024

2024-11-05 12:12
Το διακύβευμα του Αιγαίου
 
"Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ", 4/11/2024
 
 
 
 
 
«Πληρώνουμε» την αναβλητικότητα πολλών δεκαετιών ως προς την επίλυση των προβλημάτων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, λόγω φόβου για πολιτικό κόστος. Αν δεν επιλυθούν ελληνοτουρκικές διαφορές και Κυπριακό, κάθε νέο ζήτημα -όπως των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ)- θα μας φέρνει ένα βήμα πριν από το χείλος του γκρεμού.
 
Δεν χρειαζόμαστε «διάλογο για τον διάλογο». Ούτε για να ροκανίζουμε τον χρόνο ούτε για το θεαθήναι. Αλλά για διευθέτηση των εκκρεμών ζητημάτων. Από εκεί και πέρα, υπάρχει το θέμα της πολιτικής βούλησης και στις δύο πλευρές. Η κοινή γνώμη και στις δύο χώρες έχει διαπαιδαγωγηθεί με μονόπλευρο τρόπο, που δεν διευκολύνει τη συμφωνία.
 
Κανένα κράτος δεν έχει από μόνο του, ή μπορεί να δηλώσει από μόνο του, όρια της ΑΟΖ. ΑΟΖ προκύπτει, όταν και εφόσον γειτονικά παράκτια κράτη συμφωνήσουν μεταξύ τους θαλάσσια σύνορα και κατ’ επέκταση ΑΟΖ, καταγράψουν τις «συντεταγμένες» και τις καταθέσουν μαζί με χάρτες στην αρμόδια Επιτροπή του Δικαίου της Θάλασσας των Ηνωμένων Εθνών. Τότε, και μόνο τότε, τα κράτη αποκτούν ΑΟΖ. Η δήλωση απόκτησης ΑΟΖ εκφράζεται μέσα από τη συμφωνία καθορισμού περιοχής άσκησης δικαιωμάτων. Οι συμφωνίες πρέπει ήδη να υπάρχουν, για να ασκηθεί το δικαίωμα. Μονομερής κατάθεση συντεταγμένων για ΑΟΖ από μία χώρα είναι αντίθετη με το Δίκαιο της Θάλασσας (δυστυχώς αυτό έχει κάνει και η Ελλάδα, σχετικά πρόσφατα, νότια και δυτικά της Κρήτης).
 
Από τη στιγμή που είναι απαραίτητη η συμφωνία μεταξύ παράκτιων χωρών για την οριοθέτηση ΑΟΖ, χρειάζεται διαπραγμάτευση. Σε μια διαπραγμάτευση πάντα υπάρχει συμβιβασμός. Δεν μπορείς να καταλήξεις σε μια συζήτηση με βάση τις αρχικές μαξιμαλιστικές θέσεις σου, διότι υπάρχουν και τα δικαιώματα των άλλων. Σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, το μήκος των ακτών παίζει μεγάλο ρόλο στη χάραξη της γραμμής. Ειδικά αν τα νησάκια είναι πολύ κοντά σε μεγάλες ηπειρωτικές ακτές, όπως αυτές της Τουρκίας ή της Βόρειας Αφρικής (Αίγυπτος, Λιβύη), δεν μπορούν να ακυρώσουν τα δικαιώματα της απέναντι μεγάλης ακτής.
 
Ολες οι αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης και του Δικαστηρίου του Αμβούργου για το Δίκαιο της Θάλασσας, αλλά και Διεθνών Δικαιοδοτικών ή Διαιτητικών Οργάνων, όταν αναφέρονται σε νησιά, εξετάζουν την «επήρεια» που αυτά έχουν σε ΑΟΖ, ανάλογα με τις γεωγραφικές και γεωφυσικές συνθήκες της περιοχής τους.
 
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης γενικά δεν αναγνωρίζει στα νησιά ίση ΑΟΖ με την ενδοχώρα, ειδικά όταν αυτά γειτονεύουν με ενδοχώρα που έχει μακρά ακτογραμμή. Εχουμε διεθνείς δικαστικές αποφάσεις και συμφωνίες μεταξύ κρατών που περιορίζουν την «επήρεια» των πολύ μικρών νησιών σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Εχουμε και ορισμένες που δεν δίνουν καθόλου «επήρεια» σε πολύ μικρά νησιά. Στη συμφωνία με την Ιταλία, η Ελλάδα ορθώς αποδέχτηκε ότι τα Διαπόντια νησιά (Οθωνοί κ.ά., βορείως της Κέρκυρας) και οι Στροφάδες (νοτίως της Ζακύνθου) στο Ιόνιο, επειδή είναι πολύ μικρά νησιά, δεν έχουν πλήρη «επήρεια» στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Στην τμηματική συμφωνία με την Αίγυπτο η χώρα μας, κινούμενη επίσης με ρεαλισμό, συμφώνησε σε μηδενική «επήρεια» δύο πολύ μικρών ελληνικών νησιών στα νότια του Λασιθίου της Κρήτης.
 
Δεν μπορεί παρά να εφαρμόσει τα ίδια κριτήρια και στις υπόλοιπες συζητήσεις με την Αίγυπτο, αλλά και με την Αλβανία, τη Λιβύη και την Τουρκία. Αν δεν το κάνει, θα γίνει καταγέλαστη διεθνώς.
 
Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι το Δίκαιο της Θάλασσας δεν έχει κανόνα χάραξης μόνο τη «μέση γραμμή», όπως μονομερώς αποφάσισε η ελληνική πλευρά με τον νόμο Μανιάτη. Αλλά πρέπει το αποτέλεσμα να είναι και δίκαιο («ευθίδικο»).
 
Η εξίσωση της «επήρειας» των ηπειρωτικών ακτών με την «επήρεια» των νησιών δεν είναι δεδομένη, διότι δεν θα θεωρηθεί δίκαιη έναντι των τουρκικών ακτών. Αυτό θα ισχύσει για τα περισσότερα ελληνικά νησιά. Πρώτα και κύρια, μάλιστα, για το Καστελόριζο. Οσο πιο γρήγορα κατανοήσουμε όλα αυτά τόσο το καλύτερο.
 
Είναι πολύ πιθανό να αναγνωριστεί ότι το Καστελόριζο έχει δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, αλλά απίθανο να έχει 100% «επήρεια» σε αυτές. Δεν μπορεί να έχει ΑΟΖ 4.000 φορές μεγαλύτερη από την έκτασή του και να εμποδίσει την «έξοδο» της Τουρκίας στα διεθνή ύδατα, όσον αφορά ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Το πιθανότερο είναι ότι μια μελλοντική ελληνική ΑΟΖ δεν θα «συνορεύει» με την κυπριακή ΑΟΖ. Ανάμεσά τους θα παρεμβάλλεται ένα τμήμα της τουρκικής ΑΟΖ. Οχι βέβαια τόσο μεγάλο σε μέγεθος όσο «δίνει» το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο, αλλά θα προβλέπεται.
 
*Πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ
 
 
>>

Το Αιγαίο δεν είναι «ελληνική λίμνη» / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΤΑ ΝΕΑ"-ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ, 2-3/11/2024

2024-11-02 13:20
"ΤΑ ΝΕΑ"-ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ, 2-3/11/2024
 
 
 
 
 
Το Αιγαίο δεν είναι «ελληνική λίμνη»
 
 
 
ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*
 
 
 
Η Ελλάδα έχει εδώ και χρόνια επισήμως δεχθεί, και αυτό είναι καταγεγραμμένο διεθνώς, ότι μαζί με το ζήτημα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης /υφαλοκρηπίδας υπάρχουν και άλλα σχετιζόμενα ζητήματα. Εξάλλου, απαραίτητη προϋπόθεση για οριοθέτηση ΑΟΖ είναι να έχει οριστεί προηγουμένως η έκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης (των χωρικών υδάτων), οριστικά και τελεσιδίκως.
 
Είναι σίγουρο ότι το Δίκαιο της Θάλασσας δίνει στην Ελλάδα πολλά δικαιώματα και δυνατότητες. Τα δικαιώματα όμως πρέπει να ασκούνται με προσοχή, με συνεκτίμηση όλων των παραγόντων, με στάθμιση οφέλους και κόστους, με το να λαμβάνονται υπόψη και τα δικαιώματα των άλλων, χωρίς μονομερείς και καταχρηστικές κινήσεις. Το εάν ασκηθεί ένα δικαίωμα, το πώς και το πότε, είναι εν τέλει πολιτικές επιλογές. Δεν είναι τυχαίο ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δεν το εφάρμοσε μέχρι τώρα.
 
Το Δίκαιο της Θάλασσας μπορεί να προβλέπει δικαίωμα επέκτασης χωρικών υδάτων ΕΩΣ τα 12  μίλια (όχι υποχρεωτικά στα 12  μίλια), αλλά απρόσκοπτη εφαρμογή του μπορεί να γίνει μόνο σε ανοιχτές θάλασσες, όπως η Αδριατική/Ιόνιο ή  σε έναν ωκεανό, όπου δεν υπάρχει στενή «γειτνίαση» των υδάτων της μίας χώρας με τα ύδατα της άλλης. 
 
Επειδή το Αιγαίο είναι «ημίκλειστη» θάλασσα, σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας απαιτείται διαβούλευση με τις χώρες που το χρησιμοποιούν, και συναίνεση με τα παράκτια κράτη. Αν η επέκταση γίνει χωρίς κριτήρια, θα μπορούσε να θεωρηθεί καταχρηστική άσκηση δικαιώματος σε βάρος των δικαιωμάτων της Τουρκίας.
 
Έτσι όπως είναι διαμορφωμένοι οι κατάσπαρτοι νησιωτικοί σχηματισμοί και λόγω μεγάλης εγγύτητας με τις απέναντι μικρασιατικές ακτές, απαιτούνται λεπτοί χειρισμοί. Μια πλήρης και ομοιογενής επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στο Αιγαίο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Όχι τόσο λόγω του απαράδεκτου casus belli της Τουρκίας, αλλά κυρίως λόγω της αντίθεσης όλων των κρατών με ισχυρό διεθνή ρόλο, με ναυτιλιακά και στρατιωτικά συμφέροντα στην περιοχή (όπως ΗΠΑ, Ρωσία, κ.ά.).
 
Αυτά θεωρούν ότι ο δραστικός περιορισμός των διεθνών υδάτων στο Αιγαίο θα περιόριζε δικές τους δυνατότητες και δικαιώματα,  σε μια θάλασσα που αποτελεί διεθνές πέρασμα από τη Μαύρη Θάλασσα, είτε προς τον Ινδικό Ωκεανό μέσω της Διώρυγας του Σουέζ, είτε προς τον Ατλαντικό Ωκεανό μέσω των Στενών του Γιβραλτάρ, και αντιστρόφως.
 
Το γεγονός ότι η Ελλάδα επέκτεινε τα χωρικά ύδατά της στα 12 ναυτικά μίλια μόνο στο Ιόνιο Πέλαγος, πρέπει να αξιοποιηθεί ως μήνυμα προς στην Τουρκία. Ότι, δηλαδή, η χώρα μας δεν θεωρεί το Αιγαίο ως «ελληνική λίμνη». Και η κίνηση αυτή να ενταχθεί σε μια στρατηγική διευθέτησης των διμερών διαφορών.
 
Λύση στον «σκληρό πυρήνα» των ελληνοτουρκικών διαφορών είναι η εναρμόνιση του εναέριου και του θαλάσσιου χώρου μας. Αυτή θα ήταν δυνατό να εφαρμοστεί σε διαφορετικό εύρος κατά τόπους, ανάλογα με τη γεωφυσική διαμόρφωση των ακτών και των νησιωτικών συμπλεγμάτων (μία εκδοχή: αλλού 6, αλλού 8, αλλού 10, αλλού 12  μίλια. Δεύτερη εκδοχή: επέκταση έως 7-8  μίλια παντού. Τρίτη εκδοχή: επέκταση στα 12  μίλια από στις ηπειρωτικές ακτές και 6  μίλια στα νησιά, κοκ.).
 
Πάντα όμως μετά από διαβούλευση με όλες τις γειτονικές χώρες στο Αιγαίο, με τις χώρες της Μαύρης Θάλασσας που το χρησιμοποιούν ως δίοδο, καθώς και με τις διεθνείς ναυτικές δυνάμεις.
 
 
 
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης - ΕΕνΟΕ
 
 
 
 
 
>>

"Ελλάδα, Ισραήλ και κρίση στη Μέση Ανατολή" / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ TODAY PRESS

2024-10-13 15:04

"Ελλάδα, Ισραήλ και κρίση στη Μέση Ανατολή"

TODAY PRESS - Εβδομαδιαία free press εφημερίδα 

 

todaypress.gr/2024/10/12/%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1-%CE%B9%CF%83%CF%81%CE%B1%CE%AE%CE%BB-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BA%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF/

 

του Θόδωρου Τσίκα 
πολιτικού επιστήμονα, διεθνολόγου, Αντιπροέδρου της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ

Στη χώρα μας ο δημόσιος διάλογος διεξάγεται μεταξύ δύο «ακραίων» αντιλήψεων:

  • Η μία προτείνει να διακοπούν οι σχέσεις με το Ισραήλ, διότι είναι μια χώρα που διαπράττει εγκλήματα πολέμου.
  • Η άλλη προτείνει να φτιάξουμε «άξονα» με το Ισραήλ και σε συνεργασία μαζί του (ίσως και με την Αίγυπτο) να περικυκλώσουμε την Τουρκία και να την αποκλείσουμε από τις ενεργειακές πηγές της Ανατολικής Μεσογείου.

Κατά πόσο όμως αυτές οι προτάσεις ευσταθούν;

1. Το Ισραήλ είναι μια νόμιμη χώρα. Ιδρύθηκε το 1948, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Κάτω από τις τραγικές αποκαλύψεις της εξόντωσης 6 εκατομμυρίων Εβραίων της Ευρώπης από το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας, η διεθνής κοινότητα αποφάσισε να δημιουργήσει μια πατρίδα, μια εθνική εστία για τους Εβραίους.

Μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, η ευρύτερη περιοχή της ιστορικής Παλαιστίνης βρισκόταν υπό βρετανική «Εντολή», μετά την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην οποία μέχρι τότε ανήκε.

Η απόφαση του ΟΗΕ ήταν να δημιουργηθούν δύο κράτη στην ευρύτερη περιοχή της ιστορικής Παλαιστίνης: ένα εβραϊκό και ένα αραβικό, ορίζοντας και τα σύνορα τους. Οι Εβραίοι αποδέχτηκαν την απόφαση, αλλά οι αραβικές χώρες την απέρριψαν. Από τότε αρχίζει η σύγχρονη φάση του Μεσανατολικού.

Επομένως αντιλήψεις που καλούν σε καταστροφή του κράτους του Ισραήλ, που το αποκαλούν περιφρονητικά «σιωνιστική οντότητα», που φωνάζουν το σύνθημα για ελεύθερη Παλαιστίνη «από το ποτάμι ως τη θάλασσα» (δηλαδή από τον ποταμό Ιορδάνη έως τη Μεσόγειο, που πρακτικά σημαίνει να σβήσει το κράτος του Ισραήλ) είναι βαθιά αντισημιτικές. Και ο αντισημιτισμός, ο αντι-εβραϊσμός και η εβραιοφοβία είναι η πιο ύπουλη μορφή ρατσισμού.

Φυσικά, κάτι ανάλογο προτείνουν δυνάμεις της ισραηλινής ακροδεξιάς, των φανατικά θρησκευόμενων υπερ-ορθόδοξων Εβραίων και πολλοί Εβραίοι έποικοι των παράνομων εβραϊκών οικισμών στην Δυτική Όχθη του Ιορδάνη, που είναι κατεχόμενο παλαιστινιακό έδαφος. Αναφέρονται στην «βιβλική κληρονομιά» που έχουν εκ Θεού και αγωνίζονται για το «Ερέτζ Ισραήλ», δηλαδή το Μεγάλο Ισραήλ. Και αυτοί θέλουν να μονοπωλήσουν την περιοχή ανάμεσα στον Ιορδάνη και τη Μεσόγειο, χωρίς τον αραβικό πληθυσμό της.

Γι’ αυτούς τους λόγους, η άποψη της διεθνούς Κοινότητας είναι ότι το Ισραήλ έχει δικαίωμα να υπάρχει μέσα σε ασφαλή σύνορα και δίπλα του να δημιουργηθεί ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, στα εδάφη που κατέλαβε το Ισραήλ μετά τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο του 1967 (την Δυτική Όχθη του Ιορδάνη περιλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και την Λωρίδα της Γάζας).

Η διεθνής Κοινότητα αναγνωρίζει το δικαίωμα άμυνας του Ισραήλ, απέναντι σε επιθέσεις τρομοκρατικών οργανώσεων (ισλαμο-φασιστική Χαμάς στη Γάζα, εξτρεμιστική οργάνωση Χεζμπολάχ των φανατικών σιιτών μουσουλμάνων στον Λίβανο, φιλο-ιρανοί σιίτες αντάρτες Χούθι που έχουν καταλάβει μεγάλο μέρος της Υεμένης), αλλά και σε επιθέσεις κρατών, όπως το Ιράν, εναντίον του.

Παράλληλα, πολλές χώρες και διεθνείς οργανισμοί επικρίνουν το Ισραήλ ότι σε πολλές περιπτώσεις υπερβαίνει τα νόμιμα όρια άμυνας, προβαίνει σε ασύμμετρες στρατιωτικές απαντήσεις, χρησιμοποιεί δυσανάλογη δύναμη και δεν λαμβάνει την αναγκαία μέριμνα για αποφυγή απωλειών μεταξύ αμάχων και στοχοποίησης μη στρατιωτικών στόχων και πολιτικών υποδομών. Διατυπώνονται έτσι κατηγορίες σε βάρος του Ισραήλ για παραβιάσεις των κανόνων του πολέμου, του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου, κλπ.

Σημαίνει αυτό ότι η Ελλάδα (και η οποιαδήποτε χώρα) πρέπει να διακόψει διπλωματικές σχέσεις; Αν το κάνει αυτό με το Ισραήλ που -παρά τις επικρίσεις- είναι το μόνο δημοκρατικό κράτος στη Μ. Ανατολή, τι θα πρέπει να κάνει:

  • - με το αυταρχικό καθεστώς της Ρωσίας του Πούτιν, που εξαπέλυσε μια βάναυση, αδικαιολόγητη και παράνομη επίθεση κατά της Ουκρανίας;
  • - με την Αίγυπτο, στην οποία ο στρατηγός Σίσι κυβερνά μετά από στρατιωτικό πραξικόπημα εναντίον της εκλεγμένης κυβέρνησης και κατηγορείται από την Διεθνή Αμνηστία για χιλιάδες πολιτικούς κρατουμένους και βασανιστήρια στις φυλακές;
  • - με το Ιράν του θεοκρατικού καθεστώτος, που παραβιάζει μαζικά τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα δικαιώματα των γυναικών, εξοπλίζει και καθοδηγεί τρομοκρατικές οργανώσεις, κλπ , κλπ;

Λίγες χώρες στον κόσμο ανταποκρίνονται σε έναν συνδυασμό στάνταρτς δημοκρατικής ζωής και φιλειρηνικής εξωτερικής πολιτικής. Για να μην απομονωθεί η Ελλάδα μπορεί να έχει διπλωματικές σχέσεις με όλα τα κράτη, αλλά παράλληλα πρέπει να εκφράζει την διαφωνία και την κριτική της σε πρακτικές ορισμένων κρατών.

 

2. Από την άλλη πλευρά, η «θεοποίηση» του «προτύπου του Ισραήλ» είναι αναντίστοιχη με τις ανάγκες και τις νόρμες της ελληνικής κοινωνίας.

Έχουμε σκεφτεί τι σημαίνει για την Ελλάδα τρία χρόνια στρατιωτικής θητείας για τους άνδρες και δύο χρόνια υποχρεωτικής θητείας για τις γυναίκες; Ότι όλος ο πληθυσμός θα βρίσκεται συνεχώς σε εφεδρεία, θα καλείται πολύ τακτικά σε πολυήμερες ασκήσεις, θα φέρει όπλα, κλπ.

Τι σημαίνει για την ελληνική οικονομία, άρα και για τις κοινωνικές ανάγκες, να δίνονται ακόμα μεγαλύτερα ποσά για υπέρογκους εξοπλισμούς; Τι συνέπειες θα έχει για τις ελληνικές επιχειρήσεις η απουσία ενός τόσο μεγάλου μέρους του παραγωγικού δυναμικού τους, τόσο συχνά, και για όχι ευκαταφρόνητο χρονικό διάστημα;

Αλλά, ας δούμε και κάτι ακόμα. Οι τριμερείς συνεργασίες Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ανάγκη συνεννόησης με την Τουρκία, ούτε -πολύ περισσότερο- να αποσκοπούν (ή να φαίνεται ότι αποσκοπούν) στον αποκλεισμό της Τουρκίας από την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου.

Τα αποτελέσματα των τριμερών συνεργασιών, που μερικοί θέλουν να τις αναβαθμίσουν σε «άξονες», είναι επιεικώς πενιχρά. Το εξ’ υπαρχής ανέφικτο φαραωνικό έργο του αγωγού φυσικού αερίου EastMed δεν έγινε, ενώ οι συναντήσεις αραιώνουν και τώρα καταπιάνονται με ήπια ζητήματα διακυβερνητικής συνεργασίας, όπως το περιβάλλον.

Εξάλλου, ας μην υπάρχουν αυταπάτες. Όλες οι διπλωματικές κρίσεις κάποια στιγμή τελειώνουν. Όταν τελειώσει η σύγκρουση στη Γάζα, και κυρίως όταν φύγει από την εξουσία του Ισραήλ ο πρωθυπουργός Νετανιάχου, οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ θα βελτιωθούν και πάλι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι σχέσεις της Τουρκίας με την Αίγυπτο, που αναθερμαίνονται σταδιακά.

 

3. Εν κατακλείδι. Η Ελλάδα πρέπει να έχει ομαλές και φυσιολογικές σχέσεις με το κράτος του Ισραήλ. Οι σχέσεις αυτές μπορούν να αποβούν αμοιβαία συμφέρουσες και επωφελείς. Οι δύο χώρες έχουν πολλές ομοιότητες και πολλά πεδία συνεργασίας.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα συμφωνεί ή πρέπει να συμφωνεί με όλες τις πολιτικές και τις πρακτικές του κράτους του Ισραήλ, και μάλιστα με όλες τις κυβερνήσεις του. Ειδικά δε η κυβέρνηση Νετανιάχου είναι βαθιά εθνικιστική με συμμετοχή και δύο μικρών ακροδεξιών κομμάτων, και δεν συναντά την ευρύτερη διεθνή συμπάθεια. Ούτε φυσικά το Ισραήλ είναι υποχρεωμένο να συμφωνεί με όλες τις επιλογές της Ελλάδας.

Και βεβαίως η Ελλάδα οφείλει να βελτιώσει τις σχέσεις της με όλες τις χώρες της περιοχής, και να προχωρήσει την προσπάθεια για επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Μόνο η διευθέτηση των εκκρεμοτήτων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο θα δώσει στη χώρα μας σημαντικό ρόλο και θα την καταστήσει πραγματικά έναν παράγοντα ειρήνης, σταθερότητας και ευημερίας σε ολόκληρη την περιοχή.

 

>>

Θόδωρος Τσίκας / Κρίσιμο όριο ο χειμώνας για το ουκρανικό μέτωπο - Άρθρο στο Anatropi News

2024-09-30 15:06
Θόδωρος Τσίκας / Κρίσιμο όριο ο χειμώνας για το ουκρανικό μέτωπο
 
Άρθρο στο Anatropi News, on line εφημερίδα ανάλυσης και γνώμης υπό την διεύθυνση του γνωστού δημοσιογράφου Σεραφείμ Κοτρώτσου.
 
 
Θόδωρος Τσίκας / Κρίσιμο όριο ο χειμώνας για το ουκρανικό μέτωπο
 
Του Θόδωρου Τσίκα*
 
Ο χειμώνας αλλάζει τις συνθήκες του πολέμου στην περιοχή αυτή της Ευρώπης. Αφενός, λόγω των εξαιρετικά χαμηλών θερμοκρασιών, υπάρχει μεγάλη καταπόνηση του στρατιωτικού προσωπικού. Αφετέρου, οι μεγάλοι όγκοι χιονιού, πάγου και λάσπης, εμποδίζουν την ομαλή δράση των τεθωρακισμένων. Οι μάχες από κοντά ουσιαστικά σταματούν. Την περίοδο εκείνη γίνονται κυρίως χτυπήματα από μακριά, αεροπορικά, πυραυλικά και βαρέος πυροβολικού.
 
Με τα χτυπήματα από μακριά όμως, μπορεί να αποδυναμώνεται ο αντίπαλος, αλλά δεν μπορεί να υπάρξουν εδαφικά κέρδη για κανέναν. Είναι βέβαιο, λοιπόν, ότι θα δούμε μεγάλες ρωσικές επιθέσεις και ουκρανικές αντεπιθέσεις, μέχρι να αρχίσει ο χειμώνας, ο οποίος εκεί αρχίζει νωρίς και τελειώνει αργά. Στόχος είναι κάθε πλευρά, να αποκομίσει τα μεγαλύτερα δυνατά εδαφικά κέρδη, πριν αρχίσει ο χειμώνας.
 
Ιδιαιτέρως, μάλιστα, φέτος αυτός ο στόχος γίνεται ακόμα πιο επιτακτικός. Όλες οι διεθνείς πηγές κάνουν αναφορά για κάποιου τύπου επικείμενες διαπραγματεύσεις. Άρα η κατάσταση στο έδαφος θα αποτελεί το σημείο εκκίνησης των διαπραγματεύσεων αυτών. Ο φετινός χειμώνας θα αποτελέσει κρίσιμο όριο για τις εξελίξεις στο ουκρανικό.
 
Ειδικά η Ουκρανία, που είναι το θύμα της βάναυσης, αδικαιολόγητης και παράνομης ρωσικής εισβολής, είναι κρίσιμο να πάει στις διαπραγματεύσεις με δυνατά «χαρτιά» στα χέρια της. Με συντονισμένες κινήσεις η ουκρανική ηγεσία διαμορφώνει μια ισχυρή διεθνή συμμαχία που υποστηρίζει κάποιες βασικές αρχές ενός σχεδίου ειρήνης. 
Φαίνεται πως γίνεται μια προσπάθεια να αξιοποιηθεί στον ρόλο ενός έντιμου μεσολαβητή ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι. Η Ινδία, μια σημαντική ανερχόμενη χώρα του πλανήτη, διατηρεί καλές σχέσεις με τη Ρωσία. Ταυτοχρόνως, μετά την επίσκεψη του στο Κίεβο, ο Μόντι τόνισε ότι φυσικά και η Ουκρανία θα πρέπει να κάνει ορισμένους συμβιβασμούς, αλλά αυτοί δεν πρέπει να περιλαμβάνουν εδαφικές παραχωρήσεις.
 
Σε αυτό το σημείο η Ινδία, που φιλοδοξεί να γίνει μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ εφόσον προχωρήσει η μεταρρύθμιση του διεθνούς οργανισμού, συμβαδίζει με όλες τις αποφάσεις της διεθνούς Κοινότητας. Η αναγνώριση εδαφικών παραχωρήσεων και κατακτήσεων μετά από επίθεση εναντίον ενός ανεξάρτητου κράτους, θα σήμαιναν κατάρρευση όλων των διεθνών αρχών που θεσπίστηκαν μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το απαραβίαστο των εξωτερικών συνόρων των κρατών, ο σεβασμός στην εδαφική ακεραιότητα και στην κυριαρχία τους αποτελούν τους θεμέλιους λίθους του διεθνούς συστήματος.
 
Το αυταρχικό καθεστώς του Πούτιν κατόρθωσε να έχει ορισμένες εδαφικές επιτυχίες, τις πρώτες ουσιαστικά μετά την αρχική φάση της εισβολής, όσο η ακροδεξιά-τραμπική πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος των ΗΠΑ, μπλόκαρε την στρατιωτική και οικονομική αμερικανική βοήθεια στο Κογκρέσο των ΗΠΑ. Από την στιγμή που εγκρίθηκε η νέα φάση της αμερικανικής βοήθειας και επιταχύνθηκε η παράδοση της αντίστοιχης ευρωπαϊκής, η Ουκρανία μπόρεσε να αναλάβει ορισμένες πρωτοβουλίες, όπως η είσοδος ουκρανικών στρατευμάτων σε ρωσικό έδαφος, στην περιοχή του Κουρσκ.
 
Η νέα φάση θα κριθεί από το κατά πόσο θα αρθεί μια διχογνωμία στον χώρο της Δύσης. Η ουκρανική ηγεσία ζητά να μπορεί να χρησιμοποιεί τα οπλικά συστήματα που της παρέχονται ως βοήθεια από το εξωτερικό, για να χτυπά στόχους βαθιά μέσα στο εσωτερικό της Ρωσίας. Ενώ η Γαλλία και η Βρετανία το επιτρέπουν, οι ΗΠΑ και η Γερμανία παραμένουν προς το παρόν διστακτικές.
Σε μια προσπάθεια της ρωσικής ηγεσίας να εκφοβίσει τις χώρες που βοηθούν την Ουκρανία, αλλάζει το πυρηνικό δόγμα της Ρωσίας. Ενώ όλες οι πυρηνικές δυνάμεις του κόσμου δήλωναν μέχρι τώρα ότι θα χρησιμοποιήσουν πυρηνικά όπλα μόνο σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης, ο Πούτιν διακηρύσσει ότι μπορεί να τα χρησιμοποιήσει και σε περίπτωση επίθεσης με συμβατικά όπλα !
 
Πέραν του απαράδεκτου αυτής της δήλωσης, αυτή ουσιαστικά δείχνει μια αδυναμία του ρωσικού καθεστώτος, καθώς δείχνει να μην μπορεί να «επιβάλει» διαφορετικά την πολιτική του. Γενικά όλες οι απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων από την Ρωσία έχουν χάσει τη δυναμική τους. Επαναλαμβάνονται, κατά καιρούς, για να διασφαλίσουν κάποιες «κόκκινες γραμμές», οι οποίες όμως ξεπερνιούνται χωρίς οι απειλές να μπορούν να πραγματοποιηθούν.
 
Η ηγεσία της Ρωσίας τώρα επενδύει σε μια νέα τακτική. Να καταστρέψει τις ενεργειακές εγκαταστάσεις της Ουκρανίας, προσπαθώντας να βυθίσει τον άμαχο ουκρανικό πληθυσμό στο σκοτάδι και στο κρύο κατά τη διάρκεια του επερχόμενου χειμώνα. Υπολογίζει ότι έτσι θα αναγκάσει την Ουκρανία να συνθηκολογήσει. Με αυτήν την τακτική όμως κινδυνεύει να χάσει συμμάχους και να απομονωθεί ακόμα περισσότερο διεθνώς.
 
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ

 

>>

Τι σημαίνει η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γερμανία / Άρθρο στην κυριακάτικη "Kontra"

2024-09-11 12:43
Τι σημαίνει η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γερμανία
 
Εφημερίδα "Kontra", Κυριακή 8/9/2024
 
 
 
 
Tου ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ *
 

Η Θουριγγία και η Σαξονία, στις οποίες έγιναν εκλογές, είναι δύο από τα 16 ομόσπονδα κρατίδια της Γερμανίας. Είναι μικρά σε πληθυσμό και ανήκαν στην παλιά Ανατολική Γερμανία. Στις περιοχές της πρώην Ανατολικής Γερμανίας υπάρχει μια ιδιαίτερη εκλογική συμπεριφορά. Είναι βέβαιο ότι δεν αντικατοπτρίζουν το σύνολο της Γερμανίας.
 

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι αυτές οι τοπικές εκλογές θα επηρεάσουν ριζικά την πολιτική ζωή στο Βερολίνο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε με τα αποτελέσματα, ούτε ότι πρέπει να υπάρξει εφησυχασμός.

 

Η επίδραση του προσφυγικού-μεταναστευτικού
 

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η μεγάλη άνοδος του ακροδεξιού κόμματος «Εναλλακτική για την Γερμανία»-AfD οφείλεται στην χρονική σύμπτωση με ένα τραγικό γεγονός: την επίθεση στην μικρή επαρχιακή πόλη Σόλινγκεν εναντίον πολιτών με μαχαίρι, που κόστισε τη ζωή σε τρεις ανθρώπους, ενώ υπήρξαν και πολλοί τραυματίες.
 

Την επίθεση πραγματοποίησε ένας φανατικός ισλαμιστής από την Συρία, ενώ αργότερα η οργάνωση «Ισλαμικό Κράτος»-ISIS ανέλαβε επισήμως την ευθύνη. Ο δράστης ήταν πρόσφυγας που είχε πάει πριν δύο χρόνια από την Βουλγαρία στη Γερμανία.
 

Η αρνητική φυσικά απήχηση αυτού του γεγονότος ήταν τεράστια στη δημόσια συζήτηση στη Γερμανία. Επί πολλές μέρες, αυτό ήταν το μοναδικό θέμα επικαιρότητας στη χώρα. Για μια ακόμα φορά ετέθη το ζήτημα που συνδυάζει προσφυγικό/μεταναστευτικό με την ασφάλεια, ρητορική που ταιριάζει γάντι σε ξενοφοβικές και ρατσιστικές πολιτικές δυνάμεις.
 

Η συζήτηση για το θέμα αυτό είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις στη Γερμανία, επί της κεντροδεξιάς διακυβέρνησης των Χριστιανοδημοκρατών της  Άνγκελα Μέρκελ.  Την περίοδο εκείνη είχε ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία. Η Μέρκελ είχε δεχτεί έναν τεράστιο αριθμό προσφύγων, καθώς αυτοί προέρχονταν από εμπόλεμη ζώνη.
Ήταν μια προοδευτική και ανθρωπιστική χειρονομία, σύμφωνη με το Διεθνές Δίκαιο, που όμως συνάντησε την αντίθεση της υπερσυντηρητικής πτέρυγας του ίδιου του κόμματος της. Η πολιτική αυτή «έδωσε φτερά» στην νεοπαγή τότε ακροδεξιά «Εναλλακτική για την Γερμανία», που είχε δημιουργηθεί με βάση την αντίθεση της στο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους.
 

Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη ότι το περιστατικό στο Ζόλινγκεν ενίσχυσε και το ακροαριστερό-λαϊκιστικό κόμμα BSW της Σάρα Βάγκενκνεχτ. Το κόμμα αυτό δημιουργήθηκε πολύ πρόσφατα από διάσπαση του κόμματος «Αριστερά»-Die Linke.
 

H Σάρα Βάγκενκνεχτ ήταν επικεφαλής της σταλινικής-νεοκομμουνιστικής τάσης του Die Linke. Το νέο κόμμα που έφτιαξε, βάζοντας στο τίτλο και το δικό της όνομα, έχει σκληρή αντι-μεταναστευτική ρητορική, αντιτίθεται στα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας αλλά και στις πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Είναι ενδιαφέρον, αλλά όχι πρωτόγνωρο, ότι η Θουριγγία και η Σαξονία έχουν από ελάχιστη έως μηδενική παρουσία προσφύγων και μεταναστών. Ο φόβος έναντι των προσφύγων και των μεταναστών είναι σε πολλές περιπτώσεις προϊόν προκαταλήψεων, ιδεολογικών αγκυλώσεων, δραματοποίησης του φαινομένου από μερίδα των Μέσων Ενημέρωσης, σχολιαστών κλπ, παρά από πραγματικές εμπειρίες των ανθρώπων.

 

Οι ανατολικογερμανικές ιδιαιτερότητες
 

Οι Ανατολικοί έχουν πιο άμεσες προσδοκίες για τους πολιτικούς τους, από ό,τι οι Δυτικοί ψηφοφόροι, και απογοητεύονται πιο εύκολα από αυτούς. Και η περιοχή δεν διαθέτει το πλέγμα των ομάδων της κοινωνίας των πολιτών που βρίσκονται σε όλη τη δυτική Γερμανία, από Εκκλησίες μέχρι συνδικάτα και Ενώσεις Πολιτών.
 

Έτσι, όταν ήρθαν οι κρίσεις, από τους πρόσφυγες μέχρι τον κορωνοϊό και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ορισμένοι Ανατολικοί ήταν δεκτικοί στη γοητεία λαϊκιστών πολιτικών, ειδικευμένων στο να εκμεταλλεύονται συγκεκριμένα παράπονα της Ανατολής.
 

Ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας της Ανατολικής Γερμανίας συρρικνώνεται. Το AfD και το κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ  τα καταφέρνουν καλύτερα στις ερημωμένες, γερασμένες περιοχές. Όπως υποδηλώνει η εκλογική τους συμπεριφορά, είναι δύσκολο να πειστούν οι Ανατολικογερμανοί σε συρρικνούμενες περιοχές να αναπληρώσουν τις τάξεις τους με ξένους, που είναι απαραίτητοι για την τοπική οικονομία.
 

Η «Εναλλακτική για την Γερμανία» δεν θα μπει στις δύο τοπικές κυβερνήσεις. Όλα τα υπόλοιπα κόμματα διατηρούν την «υγειονομική ζώνη» έναντι της ακροδεξιάς και δεν δέχονται να συνεργαστούν μαζί της.

 

Οι πολιτικές ισορροπίες
 

Τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού στο Βερολίνο, Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι και Φιλελεύθεροι, δεν είχαν ποτέ ιδιαίτερα μεγάλη επιρροή στα κρατίδια της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Η υποχώρηση τους σε Θουριγγία και Σαξονία είναι μεν δυσάρεστη για αυτά, αλλά δεν έχει μείζονες επιδράσεις στη σταθερότητα της κυβέρνησης.
 

Το μόνο που μπορεί να κάνει η κυβέρνηση συνεργασίας είναι να συνεχίσει να κυβερνά για έναν ακόμα χρόνο, που διαρκεί η θητεία της. Σε έναν ακριβώς χρόνο, τον Σεπτέμβριο του 2025, θα γίνουν εκλογές σε παγγερμανικό επίπεδο. Μέχρι τότε θα γίνουν εκλογές σε ομόσπονδα κρατίδια που θα δείξουν τις τάσεις που επικρατούν.
 

Αυτό που πρέπει να προσέξει κανείς είναι οι  επιδράσεις στην πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δύο χώρες-ατμομηχανή της ευρωπαϊκής ενοποίησης, Γερμανία και Γαλλία, βρίσκονται στραμμένες στα εσωτερικά προβλήματα τους, καθώς στη Γαλλία ζούμε ακόμα την πολιτική διελκυστίνδα μετά τις εκλογές του Ιουλίου.
 

Οι δύο χώρες έχουν αρκετές διαφορές για την μελλοντική πορεία της Ε.Ε., εν μέσω μεγάλων προκλήσεων και των συγκρούσεων στην Ουκρανία και τη Γάζα. Η αποκατάσταση της ουσιαστικής συνεννόησης μεταξύ τους αποκτά επείγοντα χαρακτήρα.

 
* Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ
>>

Από τον «κουτσό» δικομματισμό, σε έναν γόνιμο διπολισμό/ Άρθρο στην εφημερίδα DOCUMENTO

2024-08-21 12:56
Εφημερίδα DOCUMENTO, Κυριακή 18/8/2024
 
 
 
 
Από τον «κουτσό» δικομματισμό, σε έναν γόνιμο διπολισμό

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

 

1.

Μετά τις πρόσφατες εκλογές ο «κουτσός» δικομματισμός που επικρατούσε, δεν υπάρχει πλέον. Η αναδιαμόρφωσή του σ’ έναν γόνιμο πολιτικό διπολισμό είναι μια επιλογή χρήσιμη τόσο για τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο, όσο και για τη χώρα.

Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να οδηγηθούμε στην εκκίνηση μιας διαδικασίας επανιδρυτικού χαρακτήρα, ανασύστασης και ανασύνταξης των σύγχρονων προοδευτικών δυνάμεων σε νέα βάση. Να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την διαμόρφωση ενός ευρύτερου προοδευτικού πόλου. Ενός «χώρου» στον οποίο να μπορούν να βρουν έκφραση οι προοδευτικοί δημοκράτες του Κέντρου,              οι κεντροαριστεροί, οι σοσιαλδημοκράτες, οι σοσιαλιστές, οι αριστεροί ποικίλων αποχρώσεων και προελεύσεων, καθώς και όσοι εμπνέονται από τις αξίες της πολιτικής οικολογίας.

 

2.  

Το ζήτημα δεν είναι να «εφεύρουμε» μια νέα οργανωτική φόρμα που απλώς θα αθροίσει έτοιμες δυνάμεις. Είναι πριν απ’ όλα ζήτημα πολιτικό και προγραμματικό.

Ο «προοδευτικός χώρος» δεν ενοποιείται σήμερα στη βάση ιστορικών ταυτίσεων που ίσχυσαν στο παρελθόν. Δεν διαθέτει χαρακτηριστικά μιας εν δυνάμει πολιτικής πλειοψηφίας με προγραμματική συνοχή και ενιαία στρατηγική.

Η συγκρότηση ευρύτερης, πολύχρωμης και πολυφωνικής Κεντροαριστεράς είναι το πείραμα μιας στρατηγικής «στροφής» του προοδευτικού χώρου. Μια πρωτότυπη προσπάθεια ανασύνθεσης και σύγκλισης, που απαιτεί αλλά και διευκολύνει την ιστορική αυτογνωσία και την αυτο-μεταρρύθμιση των δυνάμεων που θα συμμετάσχουν.

Θα ήταν λανθασμένη και ανεδαφική μια πρόταση να απορροφήσει κάποιο κόμμα στους κόλπους του και να εκφράσει μονοκομματικά όλο τον πλούτο και την πολυμορφία των δυνάμεων που συγκλίνουν στον πόλο του αναγκαίου προοδευτικού μεταρρυθμισμού.

Υπάρχει επίσης ένας πειρασμός, που πρέπει να αποφευχθεί: να «στριμωχτούν» αυτές οι πρωτοβουλίες μέσα στο πλαίσιο τακτικίστικων κινήσεων, στην εσωκομματική διαπάλη των κομμάτων του προοδευτικού χώρου. Με στόχο, είτε να επιβεβαιωθούν, είτε να αμφισβητηθούν ή να παρακαμφθούν οι σημερινές ηγεσίες. Κάτι τέτοιο θα περιόριζε την εμβέλεια των πρωτοβουλιών και θα ακύρωνε την δυναμική τους. 

 

3.

Αποτελεσματική απάντηση στις παρεμβάσεις της κυβέρνησης, δεν είναι η υπεράσπιση της ήδη υπάρχουσας κατάστασης στην χώρα, στο όνομα μιας δήθεν μαχητικής ή ριζοσπαστικής αντιπολίτευσης. Σε πολλούς τομείς διαιωνίζονται αναχρονιστικές καταστάσεις. Δεν είναι θετικά και προοδευτικά όλα τα «κεκτημένα». Τόσο ιδεολογικές αγκυλώσεις και γενικολογίες, όσο και υπερβολές, λαϊκισμοί και τακτικισμοί δεν συγχωρούνται.

Ειδικά όταν οι δυνάμεις της σημερινής αντιπολίτευσης έχουν θητεύσει στην κυβέρνηση, δεν μπορεί παρά να κατανοούν την πολυπλοκότητα των προβλημάτων, τις περιορισμένες δημοσιονομικές δυνατότητες και τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας. 

Μια αντιπολίτευση ισοπεδωτική, "θυμωμένη", "βιαστική" (του τύπου "έφοδος για επιστροφή στην εξουσία"), δεν βοηθάει. Μια τακτική του "όχι σε όλα" -σε ο,τιδήποτε λέει ή προτείνει η κυβέρνηση- ικανοποιεί μόνο ένα φανατικό τμήμα του ακροατηρίου της. Η καταγγελία των πάντων δεν αποδίδει. 

Ο προοδευτικός χώρος οφείλει να προσπαθήσει, ώστε να μην φαίνεται ως υπερασπιστής του «παλιού» και του παρωχημένου. Είναι σημαντικό να αναδείξει έναν ισχυρό προοδευτικό μεταρρυθμισμό. Να προτείνει ένα συνολικό σχέδιο σύγχρονων αλλαγών, τομών και μεταρρυθμίσεων σε Δημόσια Διοίκηση, κοινωνικό κράτος και παραγωγικό μοντέλο. Με τα πόδια αταλάντευτα στην Ενωμένη Ευρώπη, παράλληλα με τον αγώνα για επιτάχυνση και εμβάθυνση της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης σε ομοσπονδιακή κατεύθυνση.

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας και Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ

 
>>

Τι μας διδάσκει η "Κάσος" ; / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΤΑ ΝΕΑ", 1/8/2024

2024-08-01 14:23

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΤΑ ΝΕΑ", 1/8/2024

 

 

Τι μας διδάσκει η "Κάσος" ;

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

Ας αρχίσουμε από τα βασικά. Το γεγονός ότι η Ελλάδα ορθώς δεν αποδέχεται το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, δεν σημαίνει ότι οι χώρες που το υπέγραψαν το θεωρούν ανύπαρκτο. Από την άλλη, η Τουρκία και η Λιβύη δεν αναγνωρίζουν την Συμφωνία μερικής οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. 

Η Τουρκία θεωρεί ότι το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο της δίνει δικαιώματα και η Ελλάδα θεωρεί ότι έχει δικαιώματα από την ελληνο-αιγυπτιακή Συμφωνία. Αντίστοιχα η Τουρκία θεωρεί ότι η ελληνο-αιγυπτιακή Συμφωνία παραβιάζει τα δικαιώματα της, ενώ η Ελλάδα θεωρεί το ίδιο για το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο. 

Αυτό σημαίνει ότι και οι δύο χώρες θα υπερασπιστούν στην πράξη την οριοθέτηση ΑΟΖ που έχει  συμφωνήσει η καθεμία, οποτεδήποτε δοθεί η σχετική  αφορμή. Το σημαντικό είναι ότι λόγω των "ήρεμων νερών" που έχουν προκύψει λόγω της έναρξης του ελληνο- τουρκικού διαλόγου, η υπεράσπιση δεν φτάνει μέχρι του σημείου της σύγκρουσης στο πεδίο. 

Όσο όμως καθυστερούμε την εξέλιξη του διαλόγου για τον "σκληρό πυρήνα" των ελληνοτουρκικών διαφορών, τόσο θα πληθαίνουν τα περιστατικά, όπως αυτό που συνέβη στα ανοιχτά της Κάσου και της Καρπάθου. Εκτός και αν οι δύο χώρες συμφωνήσουν ότι μέχρι την επίτευξη οριστικής διευθέτησης, δεν θα προχωρούν σε ενέργειες εκτός των χωρικών υδάτων τους. Κάτι τέτοιο θα ήταν επιθυμητό, προϋποθέτει όμως υψηλό βαθμό δέσμευσης και αυτοσυγκράτησης, και από τις δύο πλευρές. 

Το θέμα με το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο δεν θα ξεπεραστεί τόσο εύκολα. Ακόμα και αν υπήρχε συμφωνία για ολόκληρη την θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο είναι εκεί. Έχουμε δύο επικαλυπτόμενες συμφωνίες. Τα Σύμφωνα αυτά ακυρώνονται με δύο τρόπους: είτε οι υπογράφοντες αποσύρουν την υπογραφή τους (κάτι δύσκολο στην προκειμένη περίπτωση), είτε με προσφυγή σε διεθνές διαιτητικό ή δικαστικό όργανο.

Σε κάθε περίπτωση, από την στιγμή που το Δίκαιο της Θάλασσας απαιτεί συμφωνία των παράκτιων κρατών για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, είναι μονόδρομος η συμφωνία Ελλάδας - Τουρκίας μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων ή η κοινή προσφυγή τους στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Για την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, πέραν του ελληνοτουρκικού διαλόγου, πρέπει να υπάρξουν διαπραγματεύσεις Ελλάδας-Λιβύης, Ελλάδας-Αιγύπτου για την υπόλοιπη περιοχή που δεν καλύπτεται από την υπάρχουσα Συμφωνία, Κύπρου - Τουρκίας για την μεταξύ τους περιοχή (που προϋποθέτει φυσικά πρόοδο στο Κυπριακό), κλπ.

Για ορισμένες θαλάσσιες περιοχές θα χρειαστούν και διαπραγματεύσεις μεταξύ τριών από αυτές τις χώρες, ώστε να καθοριστούν τα σημεία επαφής των ΑΟΖ τους. Μέχρι τότε το καθεστώς των διεθνών υδάτων μεταξύ τους παραμένει ως έχει, χωρίς δικαιώματα οικονομικής εκμετάλλευσης. Αυτό ισχύει για όλες  τις χώρες, προφανώς και για την Ελλάδα.

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας- Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης – ΕΕνΟΕ

 

www.tanea.gr/print/2024/08/01/greece/ti-mas-didaskei-lfi-kasos/

 

 

 

>>

50 χρόνια: Αναζητείται πολιτική βούληση για λύση του Κυπριακού/ ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤΟ ΕΙΔΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΗΣ "ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ"-ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ, 20/7/2024

2024-07-20 21:56

 

 

ΕΙΔΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΗΣ "ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ"-ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ, 20/7/2024

 

50 χρόνια: Αναζητείται πολιτική βούληση για λύση του Κυπριακού

 

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ

Πολιτικού Επιστήμονα-Διεθνολόγου,

Αντιπροέδρου της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

 

Το τελευταίο διάστημα φάνηκε ότι αναθερμαίνονται οι διεργασίες στο Κυπριακό, λίγες μέρες πριν τη συμπλήρωση 50 χρόνων, τόσο από το πραξικόπημα των Ελληνοκυπρίων εθνικιστών της ΕΟΚΑ Β’ με τη συμμετοχή στρατευμάτων της Ελλάδας υπό τις διαταγές της τότε δικτατορικής κυβέρνησης, όσο και από την στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας.

Όσο δεν γίνονται συνομιλίες για τη λύση του Κυπριακού, υπάρχει ο κίνδυνος δημιουργίας εστιών έντασης στην Κύπρο. Αυτό ευνοεί το βάθεμα και τη μονιμοποίηση της διχοτόμησης. Επίσης λόγω της συντριπτικά υπέρτερης δύναμης της Τουρκίας, υπάρχει κίνδυνος για σταδιακή επιδείνωση της σημερινής κατάστασης σε βάρος της ελληνοκυπριακής πλευράς, τόσο στο έδαφος (Βαρώσι Αμμοχώστου, σημεία της «Πράσινης Γραμμής»), τόσο στη θάλασσα -είτε στην οριοθετημένη κυπριακή ΑΟΖ, είτε σε περιοχές που η Κυπριακή Δημοκρατία διεκδικεί ως ΑΟΖ.

 

Αποδοχή των 6 Σημείων του Γ.Γ. του ΟΗΕ

Η ελληνοκυπριακή ηγεσία πρέπει να κινηθεί γρήγορα και ευέλικτα, ώστε να επιτύχει επανέναρξη των συνομιλιών. Για να γίνει αυτό, πρέπει να πείσει τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, ότι έχει την πολιτική βούληση να φτάσει σε έναν έντιμο συμβιβασμό, μέσω αμοιβαίων παραχωρήσεων. Για να βρεθεί λύση εντός των ήδη προδιαγεγραμμένων παραμέτρων, όχι «όλα από την αρχή». Και αυτό, μέσα σε σύντομο και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, όχι με διαιώνιση των συνομιλιών.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να δηλώσει η ελληνοκυπριακή πλευρά άμεση και πλήρη αποδοχή των 6 Σημείων του Πλαισίου Γκουτέρες, ως έχουν. Είναι αυτά που είχε καταθέσει ο Γ.Γ. του ΟΗΕ στις τελευταίες διαπραγματεύσεις στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας το 2017. Ας μην ξεχνάμε ότι για το αδιέξοδο εκείνων των συνομιλιών, οι Εκθέσεις των αρμοδίων του ΟΗΕ συγκαταλέγουν στους υπευθύνους και την ελληνοκυπριακή ηγεσία.

Για την ουσία του Κυπριακού οι αναφορές του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι σαφείς: λύση Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα μεταξύ Ελληνοκυπριακής και Τουρκοκυπριακής Κοινότητας. Να το πούμε καθαρά: αυτό σημαίνει επανένωση της Κύπρου βασισμένη σε έναν «νέο συνεταιρισμό» Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με διαμοιρασμό και κοινή διαχείριση εξουσιών και πόρων.

 

«Εργαλείο» οι ευρω-τουρκικές σχέσεις και η ενεργειακή συνεργασία

Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει αποφασίσει να ολοκληρώσει την επαναπροσέγγιση του με την Δύση, για λόγους οικονομικούς και πολιτικούς. Σε αυτήν την επαναπροσέγγιση εντάσσει φυσικά την επανασύνδεση της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ξεπάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, με στόχο να μείνει ανοιχτή για το απώτερο μέλλον μια προοπτική πλήρους ένταξης της.

 Η Ε.Ε. επιθυμεί την επανασύνδεση, λόγω του γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας στην περιοχή αλλά και λόγω οικονομικών και εμπορικών σχέσεων. 

Ποια στάση θα επιδείξουν η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελλάδα, ως μέλη της ΕΕ; Θα αξιοποιήσουν το ενδιαφέρον της Τουρκίας αλλά και των εταίρων τους, ενθαρρύνοντας ένα πακέτο μιας ενισχυμένης προνομιακής σχέσης Τουρκίας-ΕΕ, ως κίνητρο, καταλύτη ή «αντάλλαγμα» για την επίλυση του Κυπριακού; 

 

Η Ε.Ε. είναι διατεθειμένη να βοηθήσει στο Κυπριακό και το έχει δηλώσει με πολλούς τρόπους. Αλλά ταυτοχρόνως έχει δηλώσει ότι ο βασικός «παίκτης» στο Κυπριακό είναι ο ΟΗΕ. Επομένως να σταματήσουμε να καλλιεργούμε αυταπάτες ότι μέσω της Ε.Ε θα υποχρεώσουμε την Τουρκία να αποδεχθεί τις δικές μας απόψεις, ή      -ακόμα περισσότερο- ότι θα την απομονώσουμε.

 

Λόγω της απρόκλητης, αδικαιολόγητης, παράνομης και βάναυσης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η Ε.Ε. αναμένει απρόσκοπτη ροή ενέργειας (φυσικό αέριο, πετρέλαιο, υδρογόνο, ηλεκτρισμό, ανανεώσιμες πηγές) μέσω της περιοχής μας.

 

Γι' αυτούς τους λόγους, θα ήταν πολύ θετικά δεκτό από την Ε.Ε. ένα νέο πακέτο Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο Κοινοτήτων στην Κύπρο, εμπλουτισμένο όμως με το θέμα της ενέργειας. Σημαντική θα ήταν η ενεργοποίηση μιας κοινής Επιτροπής Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων για τον σχεδιασμό των ερευνών και την αξιοποίηση των ενεργειακών πηγών του Νησιού.

 

Παράλληλα, μέσα σε πακέτο ευρύτερης συνεννόησης που θα παρέχει και τα κατάλληλα «κίνητρα» στην Τουρκία, θα χρειαστεί να προβλεφθεί η συμμετοχή όλων των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου -περιλαμβανομένης της Τουρκίας- σε ένα σχήμα συνεργασίας για την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων της περιοχής.


 

 

Η ελληνο-τουρκική προσέγγιση βοηθά το Κυπριακό

 

Χωρίς συνεννόηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν μπορεί να λυθεί το Κυπριακό. Το Κυπριακό θα λυθεί εφόσον συμπίπτουν τα συμφέροντα και οι προτεραιότητες Ελλάδας και Τουρκίας.


Αρκεί αυτό; Προφανώς όχι. Το Κυπριακό θα επιλυθεί μόνο με πολιτική βούληση των ηγεσιών Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και όταν το διεθνές πλαίσιο ωθεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Αλλά θα ήταν αυταπάτη να πιστεύουμε ότι σε φάση που Ελλάδα και Τουρκία αντιπαρατίθενται με αερομαχίες και κινήσεις πολεμικών πλοίων, είναι δυνατόν να έχουμε διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού.

Υπό αυτήν την έννοια, η βελτίωση των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας, δημιουργεί ευνοϊκές προϋποθέσεις για επανέναρξη διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Όποιος πραγματικά υποστηρίζει  την προοπτική της λύσης, δεν μπορεί παρά να χαιρετίσει την εξέλιξη αυτή.

 

Το «κλειδί» είναι πάντα η πολιτική βούληση για εξεύρεση λύσεων, με «θετικό άθροισμα». Λύσεις επωφελείς για όλες τις πλευρές. Που θα λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα και τους φόβους, όλων όσων μετέχουν στη διένεξη. Αυτό ισχύει τόσο για τις ελληνοτουρκικές διαφορές, όσο και για το Κυπριακό. Μέχρι τώρα οι ηγεσίες όλων των πλευρών δεν έχουν χρησιμοποιήσει αυτό το κλειδί.

 

Ολόκληρο το αφιέρωμα της εφημερίδας: www.efsyn.gr/themata/thema-tis-efsyn/440739_misos-aionas-misi-patrida-mises-alitheies

>>

Γαλλία: Ευρεία κυβέρνηση, προϋπόθεση για οριστική ήττα της ακροδεξιάς/ ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ "ΕΘΝΟΣ"

2024-07-08 13:03

Γαλλία: Ευρεία κυβέρνηση, προϋπόθεση για οριστική ήττα της ακροδεξιάς

"ΕΘΝΟΣ", 8/7/2024

 

Ο πρώτος σοσιαλιστής Πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Μιτεράν, έλεγε: «Οι Γάλλοι στον 1ο γύρο τιμωρούν. Στον 2ο επιλέγουν». Δεν είναι βέβαιο ότι μπορούσε να φανταστεί ένα τέτοιο πολιτικό τοπίο όταν ζούσε. Μάλλον όχι. Είναι όμως απολύτως βέβαιο ότι μόνο ένα δημοκρατικό πολίτευμα μπορεί να δώσει μια τέτοια συναρπαστική ανατροπή, σαν το αποτέλεσμα του 2ου γύρου των γαλλικών βουλευτικών εκλογών.

Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να αγνοηθεί το γεγονός ότι ο πρώτος γύρος των εκλογών στη Γαλλία ανέδειξε την Άκρα Δεξιά ως μια εδραιωμένη δύναμη στη γαλλική κοινωνία με ανοδική δυναμική.

Μεσαία κοινωνικά στρώματα της «βαθιάς» γαλλικής επαρχίας, χαμηλά εισοδηματικά στρώματα στα περιφερειακά «προάστια» των μεγαλουπόλεων μακριά από τα κοσμοπολίτικα κέντρα, χειρώνακτες, άνθρωποι χωρίς υψηλή μόρφωση, όσοι φοβούνται τον εκσυγχρονισμό ή αισθάνονται ότι απειλούνται από την παγκοσμιοποίηση και τους μετανάστες, ψηφίζουν αυτούς που τους υπόσχονται ότι με μια εθνική αναδίπλωση και επιστροφή στις «παραδόσεις» θα έχουν προστασία από το κράτος. Μαζί τους και όσοι θέλουν να διαμαρτυρηθούν έντονα: ψηφίζουν αυτόν που πιστεύουν ότι θα πονέσει περισσότερο τις «κακές ελίτ»: την ακροδεξιά.

Ο Εμανουέλ Μακρόν με μια πολιτική «ντρίπλα», που θεωρήθηκε –και ήταν- υψηλού ρίσκου, προκαλώντας πρόωρες βουλευτικές εκλογές ανέκοψε την ορμή της Λεπέν προς την προεδρία. Έφερε τους Γάλλους μπροστά στο δίλημμα: θέλετε να σας κυβερνήσει η ακροδεξιά; Πείτε το ευθέως. Έχετε τώρα την ευκαιρία.

Αν δεν το είχε κάνει, μετά τα αρνητικά αποτελέσματα των ευρωεκλογών θα σερνόταν επί μήνες, κάτω από τη συνεχή υπονόμευση. Το φθινόπωρο, όταν πρέπει να έρθει προς έγκριση ο νέος Προϋπολογισμός, η κυβέρνηση του θα βρισκόταν μπροστά σε πρόταση μομφής από  μεγάλο μέρος της αντιπολίτευσης. Ας μην ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση δεν είχε ούτε τώρα απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή.  Οι αναπόφευκτες τότε βουλευτικές εκλογές είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγούσαν σε βέβαιη νίκη της ακροδεξιάς  «Εθνικής Συσπείρωσης», τον Μπαρντελά στην πρωθυπουργία και θα άνοιγαν βέβαιο δρόμο της Λεπέν προς την Προεδρία της Δημοκρατίας 3 χρόνια μετά.

Όπως φάνηκε, η επικράτηση της Λεπέν δεν είναι νομοτελειακή ούτε είναι προδιαγεγραμμένη. Η οριστική ήττα της Άκρας Δεξιάς προϋποθέτει ισχυρή και λειτουργική κυβέρνηση ευρείας βάσης. Το βασικό πρόβλημα είναι η ετερογένεια των δυνάμεων που ανέκοψαν την επικράτηση της Άκρας Δεξιάς. Και κυρίως το γεγονός ότι οι βασικοί πρωταγωνιστές των τριών μεγάλων πολιτικών μπλοκ έχουν τον νου τους όχι στη νέα γαλλική Εθνοσυνέλευση, αλλά στην προεδρική εκλογή που θα γίνει το 2027.

Η νέα κυβερνητική λύση δεν είναι εύκολη. Προϋποθέτει στρατηγική αντίληψη και πνεύμα συναίνεσης ανάμεσα σε δυνάμεις της ευρύτερης Αριστεράς και του Κέντρου που εκφράζει ο Μακρόν.

Ο μεταρρυθμιστής και ευρωπαϊστής κεντροαριστερός ευρωβουλευτής, Ραφαέλ Γκλυκσμάν, που ήταν επικεφαλής της κοινής  λίστας του δικού του σχήματος, Place Publique, με τους σοσιαλιστές στις ευρωεκλογές, δήλωσε ότι η Γαλλία πρέπει να βρει την ηρεμία μετά τον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών. «Η πολιτική κουλτούρα πρέπει να αλλάξει», είπε προσθέτοντας ότι «ένα κοινοβούλιο όπου κανένα κόμμα δεν έχει ξεκάθαρη πλειοψηφία απαιτεί δεκτικότητα στον διάλογο. Πρέπει να ενεργήσουμε ως ενήλικες τώρα. Το κοινοβούλιο είναι διαιρεμένο», πρόσθεσε". Διαφοροποιήθηκε έτσι εμμέσως από τον λαϊκιστή αριστερό Μελανσόν, ηγέτη της «Ανυπότακτης Γαλλίας», που δήλωσε ότι πρέπει να εφαρμοστεί «μόνο» και «ολόκληρο» το Πρόγραμμα της αριστερής συμμαχίας του «Νέου Λαϊκού Μετώπου» και «τίποτα άλλο».

Οι εξελίξεις θα κριθούν στο εσωτερικό του «Λαϊκού Μετώπου». Αν δηλαδή είναι διατεθειμένες μετριοπαθείς δυνάμεις όπως το Σοσιαλιστικό Κόμμα και οι ευρωπαϊστές Οικολόγοι της χαρισματικής Μαρίν Τοντελιέ, να συμμετάσχουν ή να στηρίξουν μια κυβέρνηση ευρύτερης συνεργασίας, χωρίς τον Μελανσόν που αυτο-εξαιρέθηκε από μια τέτοια προοπτική. 

Μέσα στο «Νέο Λαϊκό Μέτωπο», αυτός ο δεύτερος γύρος αναδιαρθρώνει την ισορροπία μεταξύ της Ανυπότακτης Γαλλίας/La France Insoumise (LFI) του Μελανσόν και του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS). Οι Σοσιαλιστές βρίσκονται στα πρόθυρα διπλασιασμού του αριθμού τους σε σύγκριση με το 2022, με εκτίμηση μεταξύ 63 και 69 εδρών (έναντι 31 τον Ιούνιο του 2022), και έτσι πλησιάζουν περισσότερο την ομάδα LFI, η οποία πιστώνεται με 68 έως 74 βουλευτές (σε σύγκριση με 75 κατά την τελευταία νομοθετική περίοδο). Αν και η LFI παραμένει (για πολύ λίγο) η πρώτη ομάδα στα αριστερά, δεν είναι πλέον σε κυρίαρχη θέση εντός της συμμαχίας.

Οι Οικολόγοι φαίνεται να έχουν 32 έως 36 βουλευτές (έναντι 23 το 2022), ενώ το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα έχει 10 με 12 εκλεγμένους, σχεδόν τους δώδεκα που είχαν εκλεγεί πριν από δύο χρόνια.

Επίσης ρυθμιστικό ρόλο μπορεί να παίξει και το κόμμα της παραδοσιακής Δεξιάς, οι Ρεπουμπλικανοί, που ακολουθούν την παράδοση του Ντε Γκωλ, του Σιράκ και του Σαρκοζύ. Παρά το ότι δεν κατόρθωσαν να πάρουν πάνω από 6-7% των ψήφων, είναι ο τέταρτος σε δύναμη σχηματισμός της νέας Βουλής με 57-67 έδρες. Αποδεικνύουν ότι -παρά την εσωκομματική κρίση τους- έχουν ρίζες στην γαλλική κοινωνία. Σε περίπτωση ανάγκης θα μπορούσαν να συμμετάσχουν ή να στηρίξουν μια κυβέρνηση χωρίς τη Λεπέν και την «Ανυπότακτη Γαλλία» του Μελανσόν.

Οι διεργασίες θα πάρουν καιρό. Το γαλλικό Σύνταγμα δεν επιβάλλει άμεσο σχηματισμό νέας κυβέρνησης. Για ένα διάστημα θα μπορούσε να συνεχίσει η απερχόμενη κυβέρνηση να λειτουργεί ως υπηρεσιακή. Ο Μακρόν, που ως Πρόεδρος συνεχίζει να είναι ισχυρός πόλος της εκτελεστικής εξουσίας, έχει περιθώρια κινήσεων. Θα χρειαστεί όμως πλέον να εξαντλήσει όλες τις ικανότητες και τα ταλέντα του, χωρίς ηγεμονισμούς και υπεροψία. 

www.ethnos.gr/opinions/article/323459/galliaeyreiakybernhshproypotheshgiaoristikhhttathsakrodexias

>>

Green Deal at a crossroads: The impact of European Parliament elections on EU climate policies / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ EUROPEAN INTEREST

2024-06-29 13:21
Το άρθρο δημοσιεύεται στο site European Interest
 
 

 Green Deal at a crossroads: The impact of European Parliament elections on EU climate policies

ByTheodoros Tsikasand Marovita Nikolaidou

The European Union (EU) prides itself on leading the charge toward decarbonisation, aiming to become the first climate-neutral continent by 2050. The European Green Deal, initiated in January 2020, has been the foundation of this effort, driving significant energy and environmental legislation across various sectors. However, political opposition and climate skepticism are gaining momentum, especially evident in the recent European Parliament elections.

Despite climate change remaining a critical issue for Europeans, economic concerns and security issues are now taking precedence, as shown by recent Eurobarometer polling. The evolving political landscape in the European Parliament could have substantial implications for EU climate policies, potentially hindering progress toward decarbonisation goals and influencing global climate policy standards.

The legacy of the previous European Parliament elections in 2019 saw climate change as a key voter issue, leading to Ursula von der Leyen‘s commitment to strong climate action through the European Green Deal. This initiative included ambitious policies like the Fit for 55 package, which expanded the EU emissions trading system, introduced the Carbon Border Adjustment Mechanism, and set new standards for land use, transportation, and energy sectors.

Despite initial progress, the EU’s green momentum has waned due to a sluggish economic recovery, persistent inflation, and rising energy costs exacerbated by Russia’s invasion of Ukraine. This has led to increased protests and opposition at both the national and EU levels, with key examples including a weakened German climate law and calls for a “pause” on EU environmental regulations from French President Emmanuel Macron.

The recent European Parliament elections saw a significant loss for Green parties, reducing their influence. The center-right European People’s Party (EPP), which holds the largest number of seats, supports global climate leadership but advocates for technology-neutral approaches, often clashing with the Greens and Socialists.

Looking ahead, the Socialists and Democrats (S&D) group and the liberal Renew Europe group will continue to support the Green Deal, albeit with differing emphases on social justice and pragmatic implementation. Meanwhile, conservative and far-right groups like the European Conservatives and Reformists (ECR) and Identity and Democracy (ID) oppose the Green Deal, advocating for local climate strategies and deeming decarbonisation targets unrealistic.

While the green agenda faces challenges, it is unlikely to be abandoned completely, especially if von der Leyen remains as European Commission president. The new distribution of parliamentary seats could lead to more conservative coalitions, but the Green parties might still play a crucial role in maintaining climate action priorities.

Abandoning the green transition would be a strategic error for European policymakers. Despite competing priorities, the climate crisis remains urgent, with Europe warming at twice the global average. To ensure the Green Deal’s success, policymakers need to link climate action with competitiveness and focus on implementation over new legislation, requiring strong political leadership from figures like von der Leyen and the EPP.

The urgency to reduce global greenhouse gas emissions is escalating, with the remaining carbon budget to limit global warming to 1.5 degrees Celsius shrinking rapidly. Although the EU contributes only about 7% of global emissions, it aims to lead by example through stringent domestic measures. However, the EU’s influence on global emissions necessitates a stronger external strategy, particularly in supporting international climate action and fostering equitable partnerships.

Drivers and challenges of EU Green diplomacy:

  1. Implementation of Climate Goals: The effectiveness of the EU’s strategy hinges on turning Nationally Determined Contributions (NDCs) into actionable green-transition plans. These plans, especially in emerging markets and developing economies (EMDEs), should be linked to international climate finance.
  2. Trade and Competitiveness: The Green Deal will impact trade partners significantly through mechanisms like the Carbon Border Adjustment Mechanism (CBAM) and reduced demand for oil and gas. Managing these repercussions requires strengthened EU external action and CBAM diplomacy.
  3. Critical Raw Materials: The transition to a green economy will heighten demand for critical raw materials, necessitating partnerships to secure these resources sustainably.

Priorities for enhanced Green diplomacy:

  1. Strengthening Partnerships: The EU needs to consolidate various partnerships into unified green-industrialisation frameworks with key EMDEs, promoting sustainable practices and technological innovation.
  2. Carbon Pricing and Taxation: Advancing global carbon pricing mechanisms and exploring international green taxation avenues will be crucial in aligning global efforts towards emission reductions.
  3. Trade and Climate Agreements: To prevent a green trade war, the EU should advocate for plurilateral agreements on green subsidies and tariffs, fostering collaboration with major global partners.

Addressing fragmentation and governance:

  1. Cohesive governance: The document calls for a dedicated Executive Vice President for the Green Deal to oversee both internal and external climate policies, ensuring streamlined and coherent action.
  2. Team Europe initiatives: Enhancing these initiatives through inclusive decision-making and financial incentives will bolster coordinated efforts across member states.

The EU faces a multifaceted challenge in implementing the Green Deal while maintaining global influence and addressing geopolitical and economic pressures. A pragmatic and cohesive approach to green diplomacy, centered on effective implementation, strategic partnerships, and robust governance, is essential for the EU to lead global decarbonisation efforts successfully. The upcoming 2024-2029 institutional cycle presents a critical opportunity for the EU to reinforce its leadership in global climate action.

*Mr. Theodoros TSIKAS is a Political Scientist – International Relations Expert, Vice-President of the Greek Union for the Federation of Europe – EEnOE/ UEF Greece

**Ms. Marovita NIKOLAIDOU is a Communications Specialist – Political Scientist, Communications Officer of the Greek Union for the Federation of Europe – EEnOE/ UEF Greece

 

>>

"Η Ευρώπη αναζητά πολιτικό σχέδιο" / ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤA ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΩΝ ΣΤΗ HUFFINGTON POST

2024-06-10 11:07
 

Η  Ευρώπη αναζητά πολιτικό σχέδιο

 

HUFFINGTON POST, 10/6/2024 

 

 
 
 
Οι φετινές ευρωεκλογές ήταν οι πρώτες που έγιναν με ανοιχτό θέμα ασφάλειας εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία προκάλεσε ενεργειακή κρίση και πληθωριστικές πιέσεις, που οδήγησαν σε αυξήσεις τιμών. Ταυτοχρόνως οδήγησε σε ανασχηματισμό των συμμαχιών μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Την δυσαρέσκεια που προκλήθηκε από τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής, προσπάθησαν να καρπωθούν δυνάμεις που βρίσκονται στα δεξιά της κλασικής Δεξιάς και Κεντροδεξιάς: λαϊκιστική Δεξιά, ακροδεξιά, εθνικιστές, ξενοφοβικοί.
 

Παρά την σαφή ενίσχυση τους, η άνοδος τους δεν είναι αυτή που φοβόντουσαν διάφοροι αναλυτές. Από το 20% των εδρών στο απερχόμενο Ευρωκοινοβούλιο, δεν φαίνεται ότι ξεπερνούν το 25% των εδρών στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δεν χρειάζεται φυσικά εφησυχασμός, αλλά δεν δικαιολογείται δραματοποίηση της κατάστασης.

Ορισμένα από αυτά τα κόμματα είχαν κέρδη λόγω αλλαγής της ρητορικής τους επί το μετριοπαθέστερο, κάτι που δημιούργησε το φαινόμενο της «κανονικοποίησης» της ακροδεξιάς.

Οι βασικές συνιστώσες της φιλοευρωπαϊκής πλειοψηφίας -κεντροδεξιοί, σοσιαλδημοκράτες, κεντρώοι Φιλελεύθεροι, Πράσινοι- θα συνεχίσουν να λαμβάνουν τις αποφάσεις. Βέβαια τώρα οι συμβιβασμοί που θα απαιτούνται μεταξύ αυτών των δυνάμεων, θα είναι πιο δύσκολοι και περίπλοκοι.

Θα υπάρξει φυσικά μεγαλύτερη πίεση για επανεθνικοποίηση πολλών πολιτικών, που σήμερα είναι κοινές ευρωπαϊκές πολιτικές. Την στιγμή δηλαδή που η Ε.Ε, πρέπει να προχωρήσει πιο τολμηρά στην εμβάθυνση της πολιτικής ενοποίησης της, θα δυναμώσουν οι κραυγές υπέρ της επιστροφής στα επιμέρους εθνικά κράτη-μέλη.

Ο πιο σοβαρός κίνδυνος είναι ορισμένα κόμματα της μετριοπαθούς Δεξιάς και κεντροδεξιάς, για ψηφοθηρικούς λόγους, να ενδώσουν σε συμμαχίες με την ακροδεξιά και σε στήριξη των προτάσεων της. Κάτι τέτοιο θα αποδυνάμωνε τα αναγκαία μέτρα αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, θα οδηγούσε σε παραβίαση δικαιωμάτων προσφύγων και μεταναστών, σε αυταρχικές εκτροπές από τους κανόνες του κράτους δικαίου κλπ. Υπήρξαν τέτοια φαινόμενα στο απερχόμενο Ευρωκοινοβούλιο.

Η φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία οφείλει να λάβει μέτρα, που θα καθιστούν την ΕΕ έναν σημαντικό γεωπολιτικό παίκτη με ισχυρό διεθνές αποτύπωμα, να συνεχίσει την διεύρυνση της Ε.Ε. με νέες χώρες, και ταυτοχρόνως να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της, ώστε αυτή να γίνει πιο ευέλικτη, λειτουργική και αποτελεσματική.

Κεντρικό σημείο είναι η απαλλαγή από την ανάγκη για ομοφωνία σε κρίσιμες αποφάσεις, δηλαδή η κατάργηση του δικαιώματος «βέτο» που έχει κάθε μεμονωμένη χώρα, ειδικά στα θέματα της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής. Ισχυρή ευρωπαϊκή ομπρέλα δεν συνάδει με τη δυνατότητα ενός κράτους-μέλους να εμποδίζει τα υπόλοιπα 26 κράτη-μέλη να προχωρούν σε κοινές πρωτοβουλίες.

Η στρατηγική ατζέντα της ΕΕ για τα επόμενα 5 χρόνια πρέπει οπωσδήποτε να συμπεριλαμβάνει τολμηρές αποφάσεις για την άμυνα και την ασφάλεια (με εξεύρεση καινοτόμων χρηματοδοτικών εργαλείων), την ενίσχυση του ευρωπαϊκού Προϋπολογισμού, την «πράσινη» και την ψηφιακή μετάβαση, την ενίσχυση των πολιτικών συνοχής και αλληλεγγύης, καθώς και την προσαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Σημαντικό βήμα θα ήταν η μονιμοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Η επόμενη ημέρα δεν πρέπει να αφιερωθεί μόνο στην αναζήτηση ηγεσίας, των προσώπων δηλαδή που θα αναλάβουν επικεφαλής των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. Απαιτείται κυρίως η διαμόρφωση ενός κοινού ευρωπαϊκού, φιλόδοξου και συνεκτικού, πολιτικού σχεδίου.
 
 
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ
 

 

>>

Ο Θόδωρος Τσίκας γράφει για το «σύνδρομο του σκαντζόχοιρου»/ Ανάλυση στην εβδομαδιαία εφημερίδα TODAY PRESS για τις σχέσεις με Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία, Τουρκία

2024-05-18 13:44

Το «σύνδρομο του σκαντζόχοιρου»

Εφημερίδα TODAY PRESS, 18-26/5/2024

του Θόδωρου Τσίκα

πολιτικού επιστήμονα, διεθνολόγου, Αντιπροέδρου της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης – ΕΕ-νΟΕ

Είναι βέβαιο ότι την τελευταία περίoδο, έχουν αρχίζει να εμφανίζονται κάποιες τριβές της χώρας μας με ορισμένους γείτονες της. Παρά την ενόχληση, που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι λογική, η Ελλάδα πρέπει να αποφύγει την εικόνα ότι τσακώνεται με όλες τις γειτονικές χώρες, και ότι είναι η ίδια «μέρος του προβλήματος».

Υπάρχουν τρόποι που η χώρα μας μπορεί να προωθήσει τις θέσεις της, ως ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, με αυτοπεποίθηση, και όχι με φοβικότητα. Το «σύνδρομο του σκαντζόχοιρου», μιας εθνικιστικής αναδίπλωσης, δεν θα βοηθήσει.

Επίσκεψη Ράμα: Πολλή φασαρία για το τίποτα

Η ιδιωτική επίσκεψη του πρωθυπουργού της Αλβανίας, Έντι Ράμα, στην Αθήνα, δημιούργησε πριν ακόμα πραγματοποιηθεί θόρυβο στον δημόσιο διάλογο, αναντίστοιχη με την πραγματικότητα.

Ο Έντι Ράμα δεν επισκέφθηκε την Αθήνα ως πρωθυπουργός, αλλά με την ιδιότητα του επικεφαλής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Αλβανίας. Μίλησε μόνο σε ομοεθνείς του, που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης περιοδείας σε ξένες χώρες όπου υπάρχει αλβανική διασπορά (Ελλάδα, Ιταλία, Γερμανία, κ.α.). Και λόγω αυτού δεν υπήρξαν, ούτε ζητήθηκαν επαφές με κυβερνητικούς επισήμους.

Αυτό συμβαίνει πολλές φορές. Κατά καιρούς κυβερνητικοί παράγοντες της Ελλάδας μεταβαίνουν για περιοδείες και εκδηλώσεις στις περιοχές της νότιας Αλβανίας, όπου ζουν Έλληνες μειονοτικοί.

Οι υπερβολικές διαστάσεις που έχει λάβει στη χώρα μας η υπόθεση Μπελέρι και η δραματοποίηση της, έκανε πολλούς να βλέπουν με μεγεθυντικό φακό την επίσκεψη Ράμα. Τελικά ο κ. Ράμα δεν έκανε καμία αναφορά στο ζήτημα αυτό. Η επίσκεψη του δεν είχε καμία πραγματική επίδραση στις ελληνο-αλβανικές σχέσεις: ούτε τις βελτίωσε, ούτε τις επιδείνωσε.

Οι «νεφώσεις» στις σχέσεις με τη Βόρεια Μακεδονία να μη γίνουν «καταιγίδες»

Το πρόβλημα που προέκυψε με την ορκωμοσία της νέας προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας, είναι υπαρκτό. Σύμφωνα με την αρχή του Δικαίου «pacta sunt servanda»: οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται.
Η Συμφωνία των Πρεσπών δεν μπορεί να καταργηθεί. Είναι διεθνής Συνθήκη και έχει καταχωρηθεί στον ΟΗΕ. Ο διεθνής παράγοντας, κυρίως ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αυτές που θα πιέσουν για την τήρηση της, διότι δεν επιθυμούν αποσταθεροποίηση στα Βαλκάνια.

Αφού υπήρξε η συμφωνία με την Ελλάδα, τότε η Βουλγαρία έβαλε «βέτο» στην ευρωπαϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας. Αυτός ήταν ένας από τους παράγοντες που το εκλογικό σώμα της Βόρειας Μακεδονίας στράφηκε προς το δεξιό, εθνικιστικό VMRO. Διαψεύστηκαν οι ελπίδες που είχαν για την προώθηση της ευρωπαϊκής πορείας της.

Αν δεν διαφανεί έστω μακρινή προοπτική για ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στην ΕΕ, δεν θα υπάρχει μοχλός πίεσης στη γειτονική χώρα να τηρήσει την Συμφωνία των Πρεσπών. Επομένως, το κλειδί θα ήταν να πιεστεί η Βουλγαρία να αλλάξει στάση.

Επίσης και η Ελλάδα πρέπει να κάνει και αυτή τα βήματα που της αναλογούν. Δεν είναι νοητό ορισμένοι κρατικοί και κυβερνητικοί αξιωματούχοι να αρνούνται να αποκαλέσουν τη γειτονική χώρα με την ονομασία που συμφωνήθηκε.

Ούτε να μην έχουν επικυρωθεί από τη Βουλή τα μνημόνια συνεργασίας που προκύπτουν από τη Συμφωνία των Πρεσπών, και είναι κυρίως προς όφελος της Ελλάδας.

Το ένα από αυτά μάλιστα, παραχωρεί τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας της Βόρειας Μακεδονίας στην ελληνική Πολεμική Αεροπορία !

Το καλό κλίμα στα ελληνοτουρκικά είναι θετικό, χρειάζεται όμως να υπάρξει και επίλυση

Η συνάντηση Ερντογάν-Μητσοτάκη πήγε θετικά, όπως αναμενόταν, χωρίς εκπλήξεις. Οι δύο ηγέτες διατύπωσαν με ηπιότητα τις απόψεις τους, ακόμα και στα σημεία όπου υπάρχουν διαφωνίες. Ήταν αισθητή η προσοχή που κατέβαλαν, ώστε να μην υπάρξουν τριβές.

Είναι βέβαιο ότι μεταξύ των ηγετών ή των αντιπροσωπειών έγινε μια αποτίμηση της προόδου στα τρία «τραπέζια» του ελληνοτουρκικού διαλόγου:

α. της θετικής ατζέντας (συνεργασία σε οικονομία, εμπόριο, μεταφορές, περιβάλλον, τουρισμός κ.α.)

β. των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, δηλαδή η πραγματοποίηση των στρατιωτικών ασκήσεων στο Αιγαίο, με τρόπο που να μην προκαλείται ένταση, και

γ. του πολιτικού διαλόγου, όπου συζητείται ο ”σκληρός πυρήνας” των ελληνοτουρκικών διαφορών.

Η πολιτική βούληση που εκφράστηκε ήταν να συνεχίσει ο δρόμος της επαναπροσέγγισης των δύο χωρών. Μετά τις ευρωεκλογές, αρχίζει ένα διάστημα τριών ετών χωρίς καμία εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα και την Τουρκία. Κάτι τέτοιο συμβαίνει σπάνια να συμπίπτει και στις δύο χώρες.

Υπάρχει ένας «καθαρός» πολιτικός χρόνος, όπου ο φόβος του «πολιτικού κόστους» δεν θα είναι τόσο έντονος. Εμφανίζεται λοιπόν μια μείζων ευκαιρία. Οι δύο πλευρές να επιταχύνουν τις απευθείας διαπραγματεύσεις, ώστε να επιλυθούν οι διμερείς διαφορές, να λυθούν τα προβλήματα και να κλείσουν οι εκκρεμότητες. Και όσα δεν μπορέσουν να επιλυθούν μέσω του διαλόγου, να παραπεμφθούν σε διεθνή δικαστικά ή δικαιοδοτικά όργανα.

Το καλό κλίμα δεν αρκεί. Όσο τα ζητήματα μένουν ανοιχτά, σε μια διαφορετική συγκυρία μπορεί να προκληθεί εκ νέου ένταση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Μόνο η διευθέτηση των προβλημάτων, είτε με πολιτική είτε με νομική οδό, καθώς και με συνδυασμό των δύο μορφών, μπορεί να σταματήσει αμφισβητήσεις και να εμπεδώσει την ειρήνη και την σταθερότητα στην περιοχή μας.

afteroffice.gr/o-thodoros-tsikas-grafei-gia-to-syndromo-tou-skantzochoirou/

>>

"Το καλό κλίμα είναι θετικό, αλλά χρειάζεται και επίλυση" - Για την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Άγκυρα / Άρθρο στην HUFFINGTON POST

2024-05-14 14:55
Το καλό κλίμα είναι θετικό, αλλά χρειάζεται και επίλυση
 
 "Huffington Post" , 14/5/2024
 
 
 
Η συνάντηση Ερντογάν-Μητσοτάκη στην Άγκυρα πήγε θετικά, όπως αναμενόταν, χωρίς εκπλήξεις. Οι δύο ηγέτες διατύπωσαν με ηπιότητα τις απόψεις τους, ακόμα και στα σημεία όπου υπάρχουν διαφωνίες. Ήταν αισθητή η προσοχή που κατέβαλαν, ώστε να μην υπάρξουν τριβές.

Είναι βέβαιο ότι μεταξύ των ηγετών ή των αντιπροσωπειών έγινε μια αποτίμηση της προόδου στα τρία ”τραπέζια” του ελληνοτουρκικού διαλόγου:

 

α) της θετικής ατζέντας (συνεργασία σε οικονομία, εμπόριο, μεταφορές, περιβάλλον, τουρισμός κ.α.)

β) των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνηςδηλαδή η πραγματοποίηση των στρατιωτικών ασκήσεων των δύο χωρών στα διεθνή ύδατα και στον διεθνή εναέριο χώρο του Αιγαίου, με τρόπο που να μην προκαλείται ένταση, και

γ) του πολιτικού διαλόγου, όπου συζητείται ο ”σκληρός πυρήνας” των ελληνοτουρκικών διαφορών.

Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τις τελευταίες εβδομάδες οι δύο υπουργοί Εξωτερικών είχαν συναντηθεί στο περιθώριο διεθνούς συνάντησης επί ένα δίωρο. Σε μια τέτοια συνάντηση δίνεται το περιθώριο να συζητηθούν τα πάντα στις διμερείς σχέσεις, ακόμα και τα πιο δύσκολα θέματα, χωρίς ”ταμπού”.

Μεταξύ αυτών θα μπορούσε να είναι ακόμα και η πιθανότητα επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό, που παρότι είναι διεθνές και όχι διμερές ζήτημα, έχει επίδραση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αλλά και αντιστρόφως: η εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων μπορεί να συμβάλει στις διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρωθυπουργός της Ελλάδας τάχθηκε δημοσίως υπέρ της επιμήκυνσης της αποστολής της προσωπικής απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό, της κυρίας Ολγκίν.

Όσον αφορά τις μειονότητες στις δύο χώρες, παρά τη διαφορά ως προς τον χαρακτηρισμό τους, υπήρξε έκκληση της μίας πλευράς προς την άλλη να κάνουν βήματα για τη βελτίωση της θέσης των μειονοτήτων από την κυβέρνηση της κάθε χώρας (ο κ. Ερντογάν στην συνέντευξη του στην «Καθημερινή» ως τμήμα της απάντησης του σε ερώτηση για τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, και ο κ. Μητσοτάκης στην αρχική δήλωση του στην Άγκυρα).
Αυτό δίνει το περιθώριο, η κάθε κυβέρνηση να κάνει βήματα προς ικανοποίηση αιτημάτων των μειονοτικών πολιτών που ζουν στη χώρα της, χωρίς να φανεί ότι διαπραγματεύεται με την άλλη πλευρά ή «πιέζεται» από αυτήν.

Είναι προφανές ότι δόθηκαν ή θα δοθούν οι κατευθύνσεις για νέο πρόγραμμα των συναντήσεων. Ήδη γνωρίζουμε ότι θα συγκληθεί το Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας (με συμμετοχή των δύο ηγετών με πλειάδα υπουργών τους) στην Άγκυρα μέχρι το τέλος του χρόνου.

Η συνεργασία στον τομέα της οικονομίας αναβαθμίζεται με την ίδρυση Ελληνοτουρκικού Επιχειρηματικού Φόρουμ. Από την άλλη, η Ελλάδα δηλώνει ότι υποστηρίζει ένα από τα αιτήματα της Τουρκίας στο πλαίσιο του ευρω-τουρκικού διαλόγου, την οικονομική ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την Τουρκία για το Προσφυγικό/Μεταναστευτικό, στο οποίο έχει σημειωθεί σημαντική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών.

Η πολιτική βούληση που εκφράστηκε ήταν να συνεχίσει ο δρόμος της επαναπροσέγγισης των δύο χωρών. Το γεγονός ότι οι απαντήσεις και ανταπαντήσεις μεταξύ του προέδρου της Τουρκίας και του πρωθυπουργού της Ελλάδας δεν αφορούσαν την ουσία των ελληνοτουρκικών διαφορών, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί θετικό.

Η επιλογή του Ταγίπ Ερντογάν να σχολιάσει αντί αυτών το θέμα της Γάζας, είναι προφανές ότι αντανακλά τις πολιτικές προτεραιότητες του τόσο για το εσωτερικό ακροατήριο στην Τουρκία, όσο και το ευρύτερο ακροατήριο των μουσουλμάνων στη Μέση Ανατολή και στον κόσμο.

Το βασικό θέμα που προκύπτει είναι το εξής. Μετά τις ευρωεκλογές, αρχίζει ένα διάστημα τριών ετών χωρίς καμία εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα και την Τουρκία. Κάτι τέτοιο συμβαίνει σπάνια να συμπίπτει και στις δύο χώρες. Υπάρχει ένας ″καθαρός” πολιτικός χρόνος, όπου ο φόβος του ”πολιτικού κόστους” δεν θα είναι τόσο έντονος.

Εμφανίζεται λοιπόν μια μείζων ευκαιρία. Οι δύο πλευρές να επιταχύνουν τις απευθείας διαπραγματεύσεις, ώστε να επιλυθούν οι διμερείς διαφορές, να λυθούν τα προβλήματα και να κλείσουν οι εκκρεμότητες. Και όσα δεν μπορέσουν να επιλυθούν μέσω του διαλόγου, να παραπεμφθούν σε διεθνή δικαστικά ή δικαιοδοτικά όργανα.

Το καλό κλίμα δεν αρκεί. Όσο τα ζητήματα μένουν ανοιχτά, σε μια διαφορετική συγκυρία μπορεί να προκληθεί εκ νέου ένταση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Μόνο η διευθέτηση των προβλημάτων, είτε με πολιτική είτε με νομική οδό, καθώς και με συνδυασμό των δύο μορφών, μπορεί να σταματήσει αμφισβητήσεις και να εμπεδώσει την ειρήνη και την σταθερότητα στην περιοχή μας.

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ

 

www.huffingtonpost.gr/entry/to-kalo-klima-einai-thetiko-alla-chreiazetai-kai-epilese_gr_66425d59e4b09724138d2257

 

>>

ΑΡΘΡΟ ΣΤΑ "ΝΕΑ"-ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ (20/4): Οι «κόκκινες γραμμές» Ισραήλ-Ιράν

2024-04-20 16:24

Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ-Σαββατοκύριακο (20/4/2024)

 

Οι «κόκκινες γραμμές» Ισραήλ-Ιράν

 

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

 

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα χτυπήματα μεταξύ Ιράν και Ισραήλ γίνονται για λόγους γοήτρου και κύρους. Κάθε πλευρά επιθυμεί να δείξει ότι δεν είναι αδύναμη έναντι της άλλης και ότι μπορεί να αντιμετωπίσει όλες τις πιθανές προκλήσεις. Κυρίως όμως είναι ένα τεστ, στο οποίο υποβάλλει η μία πλευρά την άλλη, για να δει ποια θα είναι η αντίδραση της.  Το τεστ αφορά και ορισμένα άλλα κράτη της περιοχής, όπως και κάποιες δυτικές χώρες που αναπτύσσουν δραστηριότητα στη Μέση Ανατολή. Είναι μια προσπάθεια χάραξης «κόκκινων γραμμών» των δύο πλευρών.

 

Το Ισραήλ προσπαθεί να δει ποια είναι τα όρια του Ιράν, ώστε να αποφασίσει εάν τελικά στραφεί κατά της ακραίας σιιτικής οργάνωσης Χεζμπολάχ του Λιβάνου, όταν θα έχει ολοκληρώσει τις δικές του στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα. Η εξάρθρωση της παλαιστινιακής ισλαμο-φασιστικής Χαμάς δεν θεωρείται ικανοποιητική λύση στο ζήτημα της ασφάλειας του Ισραήλ. Η ισραηλινή διοίκηση πιστεύει ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να κλείσει και το ζήτημα της Χεζμπολάχ. Όμως είναι άγνωστο πώς θα αντιδράσει η Τεχεράνη, σε περίπτωση που αποφασίσει το Ισραήλ να εξοντώσει ακόμη ένα «πληρεξούσιο» του Ιράν.

 

Το Ιράν δοκιμάζει να δει ποια θα είναι η αντίδραση του Ισραήλ και των Δυτικών, σε περίπτωση που το ίδιο αποφασίσει να επέμβει για να σώσει τη Χεζμπολάχ. Η Χαμάς δεν μπορεί να σωθεί, όπως φάνηκε. Όμως το Ιράν θέλει να διατηρήσει την επιρροή του στο Λίβανο, διότι πιστεύει ότι μετά θα έχει σειρά η Συρία, με κίνδυνο να χάσει την πρόσβαση του στην Ανατολική Μεσόγειο. Το Ιράν θεωρεί ότι η νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας που εξήγγειλε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός πριν μερικούς μήνες, θα έχει μακροπρόθεσμα αυτό το αποτέλεσμα.

 

Είναι γνωστό ότι το καθεστώς των φανατικών μουλάδων του Ιράν είναι σύμμαχος του βάναυσου καθεστώτος του Άσαντ της Συρίας. Με αφορμή τον εμφύλιο πόλεμο στην Συρία, ιρανικές στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις βρίσκονται στο συριακό έδαφος. Μαζί τους βρίσκονται υψηλόβαθμα στελέχη των διαβόητων «Φρουρών της Επανάστασης», σιδερένιο χέρι του ιρανικού καθεστώτος, και της πιο σκληροπυρηνικής μονάδας τους που ονομάζεται «Αλ Κουντς» (μουσουλμανική ονομασία της Ιερουσαλήμ).

 

 Από την έδρα τους στη Συρία οι Ιρανοί συντονίζουν τις επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ, τόσο από τις δυνάμεις τους που βρίσκονται στο συριακό έδαφος, όσο και από οργανώσεις που χρηματοδοτούνται, εξοπλίζονται και εκπαιδεύονται από τους ίδιους: τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ, τις φιλο-ιρανικές οργανώσεις των σιιτών του Ιράκ, τους σιίτες αντάρτες Χούθι της Υεμένης, αλλά και τη Χαμάς στη Γάζα. Μια σύσκεψη ανώτατων στελεχών του Ιράν και κάποιων από αυτές τις οργανώσεις, φαίνεται ότι ήταν ο στόχος του ισραηλινού χτυπήματος στο προξενείο του Ιράν στη Δαμασκό.

 

Από την άλλη, Ισραήλ και πολλές μετριοπαθείς αραβικές χώρες έχουν από κοινού την αίσθηση ότι απειλούνται από το Ιράν. Αυτό οδήγησε σε ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα: για την απόκρουση της ιρανικής πυραυλικής επίθεσης κατά του Ισραήλ, συνεργάστηκαν όχι μόνο οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία, αλλά και η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αυτές οι αραβικές χώρες, μαζί με την Αίγυπτο, θα μπορούσαν να είναι ο κορμός των «εγγυητριών δυνάμεων» για την Γάζα, αφού τελειώσουν οι εχθροπραξίες εκεί.

 

Η εξομάλυνση των σχέσεων Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας είναι ένας  αποτελεσματικός τρόπος για να υποστηριχθεί η ειρήνη και η σταθερότητα στην περιοχή και να αντιμετωπιστεί μακροπρόθεσμα η επιβλαβής επιρροή του Ιράν. Η επίτευξη αυτής της ομαλοποίησης απαιτεί πιο αποτελεσματικά βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα σχέδια για την παροχή διακυβέρνησης και ασφάλειας στη Γάζα, ανοίγοντας το δρόμο για μεταβάσεις ηγεσίας τόσο στα Παλαιστινιακά Εδάφη, όσο και στο Ισραήλ. Αφενός, με τον εκσυγχρονισμό της Παλαιστινιακής Αρχής του προέδρου Μαχμούντ Αμπάς. Και αφετέρου, με την ανάδειξη μετριοπαθών ισραηλινών δυνάμεων.

 

Η ηγεσία του Τζο Μπάϊντεν στις ΗΠΑ, η οποία πρωταγωνιστεί στις εξελίξεις αυτές,  προσπαθεί παράλληλα να διασφαλίσει ότι η ανθρωπιστική βοήθεια φτάνει στους απελπισμένους Παλαιστίνιους αμάχους και να σκιαγραφήσει μια πορεία προς ένα μεταπολεμικό μέλλον ειρήνης και σταθερότητας, τόσο για τους Ισραηλινούς όσο και για τους Παλαιστίνιους.

 

Για να επιτευχθεί αυτό, είναι απαραίτητο να παρακαμφθούν τα εμπόδια που θέτει ο εθνικιστής πρωθυπουργός του Ισραήλ, Βενιαμίν Νετανιάχου, και οι ακροδεξιοί κυβερνητικοί εταίροι του. Όχι μόνο με την παύση των αδιάκριτων χτυπημάτων κατά αμάχων και μη στρατιωτικών στόχων στη Γάζα. Αλλά και με την αποδοχή της επανέναρξης διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, δίπλα στο Ισραήλ το οποίο θα έχει εγγυήσεις για την ασφάλεια των συνόρων του.

 

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης - ΕΕνΟΕ

 

<button class="c27KHO0_n b_0 M_0 i_0 I_T y_Z1Focr A_6EqO c1AVi73_6FsP r_P C_q cvhIH6_T P_eo6" data-test-id="icon-btn-download" style="font-family: " yahoosans="" vf",="" yahoosans,="" "opensans="" "helvetica="" neue",="" "segoe="" ui",="" helvetica,="" arial,="" sans-serif;="" font-size:="" 13px;="" padding:="" 4px;="" line-height:="" 0;="" appearance:="" none;="" border-width:="" 0px;="" border-style:="" initial;="" border-color:="" cursor:="" pointer;="" -webkit-tap-highlight-color:="" transparent;="" margin:="" outline:="" none="" !important;"="" tabindex="-1" title="Λήψη" type="button">

 

>>

Θόδωρος Τσίκας: Ιράν-Ισραήλ: Γόητρο, προσχήματα και ισορροπίες / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ D News

2024-04-15 14:22
D news
 
Θόδωρος Τσίκας: Ιράν-Ισραήλ: Γόητρο, προσχήματα και ισορροπίες
 
 
Είναι γνωστό ότι το καθεστώς των φανατικών μουλάδων του Ιράν είναι σύμμαχος του βάναυσου καθεστώτος του Άσαντ της Συρίας. Με αφορμή τον εμφύλιο πόλεμο στην Συρία, ιρανικές στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις βρίσκονται στο συριακό έδαφος. Μαζί τους βρίσκονται υψηλόβαθμα στελέχη των διαβόητων «Φρουρών της Επανάστασης», σιδερένιο χέρι του ιρανικού καθεστώτος, και της πιο σκληροπυρηνικής μονάδας τους που ονομάζεται «Αλ Κουντς» (μουσουλμανική ονομασία της Ιερουσαλήμ).
 

Από την έδρα τους στη Συρία οι Ιρανοί συντονίζουν τις επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ, τόσο από τις δυνάμεις τους που βρίσκονται στη Συρία, όσο και από οργανώσεις που χρηματοδοτούνται, εξοπλίζονται και εκπαιδεύονται από τους ίδιους: την ακραία οργάνωση των Σιιτών μουσουλμάνων του Λιβάνου «Χεζμπολλάχ», τις φιλο-ιρανικές οργανώσεις των Σιιτών του Ιράκ, τους Σιίτες αντάρτες Χούθι της Υεμένης, αλλά και τις τρομοκρατικές παλαιστινιακές οργανώσεις Χαμάς και Ισλαμική Τζιχάντ στη Γάζα.

Πολλές φορές έχουν ανταλλαγεί χτυπήματα ανάμεσα σε Ιρανούς και Ισραηλινούς στο συριακό έδαφος. Ήταν όμως η πρώτη φορά που το Ισραήλ χτύπησε Ιρανούς στρατιωτικούς και παραστρατιωτικούς ηγέτες μέσα σε κρατικό κτίριο του Ιράν, όπως είναι το ιρανικό προξενείο στη συριακή πρωτεύουσα, τη Δαμασκό. Ήταν αναμφίβολο ότι το Ιράν θα απαντούσε, για λόγους γοήτρου και κύρους στην περιοχή. Και το Ισραήλ είχε προετοιμαστεί.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάϊντεν, δεν είχε ενημερωθεί εκ των προτέρων για το ισραηλινό χτύπημα στο ιρανικό προξενείο. Αυτό ενίσχυσε τον θυμό του για τις πρακτικές του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Βενιαμίν Νετανιάχου, όπως ο τρόπος που διεξάγονται οι ισραηλινές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα, με αδιάκριτες επιθέσεις κατά αμάχων και μη στρατιωτικών στόχων.
 

Οι ΗΠΑ είχαν στείλει μέσω ατύπων διαύλων μήνυμα προς την ηγεσία του Ιράν, ότι αμερικανικές δυνάμεις δεν είχαν αναμιχθεί στην ισραηλινή επίθεση κατά του ιρανικού προξενείου. Προειδοποίησαν το Ιράν να μην χτυπήσει αμερικανικούς στόχους, και η απάντηση του να είναι «μετρημένη», ώστε να μην οδηγήσει σε ευρύτερη ανάφλεξη.

Το γεγονός ότι η επίθεση του Ιράν δεν προκάλεσε νεκρούς στο Ισραήλ, επιτρέπει σε πολλές δυτικές χώρες να καλέσουν το Ισραήλ να μην ανταποδώσει το χτύπημα. Με την σειρά του, το ιρανικό χτύπημα στο Ισραήλ είναι η πρώτη επίθεσή του απευθείας στο ισραηλινό έδαφος. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην δώσει τη δική του απάντηση το Ισραήλ.

Η αμερικανική διπλωματία ασκεί πολλές πιέσεις, ώστε και η ισραηλινή επίθεση στο Ιράν να μην ξεπεράσει κάποια «όρια». Ο στόχος είναι να τηρούνται τα προσχήματα αλλά και οι ισορροπίες.

Η κυβέρνηση Μπάϊντεν έχει προβάλει την θέση ότι θα κάνει τα πάντα για την άμυνα του Ισραήλ, αλλά δεν συμφωνεί και δεν θα συμμετάσχει σε ισραηλινές επιθέσεις κατά του Ιράν. Οι αμερικανική ηγεσία γνωρίζει πολύ καλά ότι απευθείας αναμέτρηση ΗΠΑ-Ιράν μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.

Το Ιράν γνωρίζει ότι αν γενικευθεί η επίθεση εναντίον του θα καταστραφούν το πυρηνικό πρόγραμμα του, οι υποδομές και η οικονομία του. Αλλά και το Ισραήλ δεν θα ήθελε να βρεθεί με ανοιχτά όλα τα μέτωπα, από Ιράν, Συρία, Λίβανο, Υεμένη και φυσικά Γάζα.

Αν τα παραπάνω επιβεβαιωθούν, θα έχουμε μεν χτυπήματα ένθεν κακείθεν, αλλά χωρίς μείζονες πολιτικές, γεωπολιτικές και οικονομικές συνέπειες. Αν όχι …
 
 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης - ΕΕνΟΕ

 

www.dnews.gr/eidhseis/opinion/468399/thodoros-tsikas-iran-israil-goitro-prosximata-kai-isorropies

 

 

>>

Τουρκία: διαμαρτυρία για οικονομία και φθορά εξουσίας στις δημοτικές εκλογές / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ MATRIX24

2024-04-02 08:34

Τουρκία: διαμαρτυρία για οικονομία και φθορά εξουσίας

 

Τουρκία: διαμαρτυρία για οικονομία και φθορά εξουσίας

ΘΟΔΩΡΟΣ ΤΣΙΚΑΣ

Ακόμα μια φορά, η οικονομία έπαιξε ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις. Ακρίβεια, πτώση της τουρκικής λίρας, υψηλός πληθωρισμός, η αθέτηση των υποσχέσεων του Ταγίπ Ερντογάν περί μη ανόδου των τραπεζικών επιτοκίων, είναι βασικοί λόγοι για τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών στην Τουρκία.

Η φθορά της άσκησης εξουσίας επί 22 χρόνια από τον Ερντογάν και το συντηρητικό ισλαμικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ήταν σημαντικός παράγοντας. Μια ολόκληρη γενιά δεν έχει γνωρίσει άλλον ηγέτη. Το γεγονός οδήγησε πολλούς νέους να ζητήσουν αλλαγή και ανανέωση. Είναι γνωστό ότι οι νεαρές ηλικίες αποτελούν υψηλό ποσοστό στο σύνολο του τουρκικού πληθυσμού.

Ρόλο έπαιξε και η παρουσία του μικρού ισλαμιστικού Νέου Κόμματος Ευημερίας, υπό την ηγεσία του γιου του ιστορικού ηγέτη του πολιτικού Ισλάμ στην Τουρκία, Ερμπακάν. Το κόμμα προσελκύει υπερσυντηρητικούς ισλαμιστές που, ενώ είχαν υποστηρίξει Ερντογάν, σήμερα φέρονται δυσαρεστημένοι κυρίως από την κατάσταση της οικονομίας.

Το κεντροαριστερό κοσμικό κεμαλικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα κερδίζει περισσότερους Δήμους έναντι του κυβερνώντος κόμματος. Μεταξύ αυτών, οι 6 μεγαλύτερες πόλεις: Κωνσταντινούπολη, Άγκυρα, Σμύρνη, Άδανα, Αττάλεια, Προύσα.

Στον υπολογισμό των ποσοστών των κομμάτων, για πρώτη φορά μετά από 22 χρόνια το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα προηγείται. Φυσικά πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι μιλάμε για δημοτικές εκλογές, στις οποίες η ψήφος διαμαρτυρίας είναι πιο εύκολη από ό,τι στις προεδρικές και στις βουλευτικές εκλογές.

Ο Ταγίπ Ερντογάν παρά το σοβαρό πλήγμα, παραμένει Πρόεδρος με πολύ ισχυρές εξουσίες εκ του Συντάγματος, και με πλειοψηφία στην Βουλή. Το ερώτημα είναι σε ποιες αλλαγές στην εσωτερική και οικονομική πολιτική θα προχωρήσει, έτσι ώστε να επηρεάσει την προεδρική εκλογή του 2028, είτε είναι ο ίδιος υποψήφιος, είτε άλλος της επιλογής του.

Ο Εκρέμ Ιμάμογλου είναι ο μόνος πολιτικός που κατορθώνει να αμφισβητήσει πολιτικά τον Ερντογάν, αποκτώντας ισχυρή εκλογική βάση. Αποδείχθηκε εξαιρετικά πολυσυλλεκτικός κατορθώνοντας να προσεγγίσει πολλές κοινωνικές κατηγορίες. Κερδίζει νέους και μεγαλύτερους, φτωχότερους και μεσαία τάξη, εθνικιστές και Κούρδους.

Αποτελεί εκπρόσωπο μιας κοινωνικής αντιπολίτευσης, που ξεπερνά τα όρια του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος. Για ανάδειξη του όμως σε προεδρικό υποψήφιο το 2028, πρέπει να προσπεράσει δύο εμπόδια. Τη δικαστική περιπέτεια, που δεν έχει τελειώσει, καθώς με πιθανή καταδίκη μπορεί να στερηθεί τα πολιτικά δικαιώματα του. Και τον σημερινό ηγέτη του κόμματος του, Οζγκούρ Οζέλ. Ενισχυμένος από τη νίκη, ο νέος ηγέτης της αντιπολίτευσης μπορεί να θελήσει να συμμετάσχει ο ίδιος στις προεδρικές εκλογές, αντί του δημάρχου Κωνσταντινούπολης.

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ

www.matrix24.gr/2024/04/tourkia-diamartiria-gia-ikonomia-ke-fthora-exousias/

 

>>

Προχωρά η ευρωπαϊκή Άμυνα, αν και με μικρά βήματα / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗ "ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ"

2024-03-22 12:10
''ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ", 22/3/2024
 
 
 
 
Προχωρά η ευρωπαϊκή Άμυνα, αν και με μικρά βήματα
 
 
 

Ας αρχίσουμε από τα βασικά: οι καλές εποχές πέρασαν. Η περίοδος σχετικής σταθερότητας και ειρήνης που επικράτησε -ειδικά στην Ευρώπη- τα τελευταία 30 χρόνια, τελείωσε.

 
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, που σηματοδοτήθηκε με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, επιβεβαιώθηκαν δύο αρχές: το απαραβίαστο των διεθνών συνόρων και το δικαίωμα κάθε χώρας να εντάσσεται σε όποια συμμαχία ή περιφερειακό οργανισμό επιθυμεί.
 

Υπό αυτήν την έννοια, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ήταν μια «τομή». Διότι αμφισβήτησε εμπράκτως και με τη βία, τις δύο αυτές βασικές αρχές. Δεν πρόκειται για μια «εφήμερη» περιπέτεια. Οι συνέπειες της θα επιδράσουν στο ευρωπαϊκό σκηνικό για τα επόμενα 20-30 χρόνια. Αυτός είναι ο λόγος που βλέπουμε μπροστά μας να εξελίσσεται η αναδιοργάνωση του ευρωπαϊκού και -σε μεγάλο βαθμό- του διεθνούς τοπίου.

Η Ευρώπη αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι πρέπει να αποκτήσει πολύ μεγαλύτερες δικές της δυνατότητες στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας. Το γεγονός ότι στα ανατολικά της βλέπει έναν γιγάντιο απειλητικό γείτονα, που συνεχώς ενισχύει το αυταρχικό καθεστώς στο εσωτερικό του και την επεκτατική-επιθετική πολιτική προς το εξωτερικό, την οδηγεί στο συμπέρασμα πως η ίδια δεν μπορεί να συνεχίσει με τους πενιχρούς πόρους για την άμυνα της.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής που στηρίζουν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τις αμυντικές ανάγκες της Ευρώπης, έχουν αρχίσει να μετατοπίζουν το ενδιαφέρον τους και προς άλλα διεθνή μέτωπα. Με ιδιαίτερη αιχμή αυτό του Ινδο-Ειρηνικού Ωκεανού, όπου η Κίνα συνεχώς αυξάνει τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς της, ενώ οξύνει την εθνικιστική ρητορική και την επιθετική συμπεριφορά προς γειτονικές της χώρες.

Ιδιαιτέρως μάλιστα η πιθανότητα να εκλεγεί πρόεδρος ο Ντόναλντ Τραμπ, θέτει τους Ευρωπαίους μπροστά σε επείγουσες επιλογές. Είναι γνωστό ότι ο Τραμπ περιφρονεί τους Ευρωπαίους συμμάχους των ΗΠΑ, δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τις διεθνείς συμμαχίες της χώρας του (όπως το ΝΑΤΟ), και επιθυμεί να προωθήσει μια απομονωτική εξωτερική πολιτική, με βάση το εθνικιστικό σύνθημα «Πρώτα η Αμερική», που στην ουσία σημαίνει «Μόνο η Αμερική». Η στενή μάλιστα προσωπική και επιχειρηματική συνεργασία του με τον Πούτιν, δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού στην Ευρώπη.

Πριν αρκετά χρόνια συμφωνήθηκε η δέσμευση όλων των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ να διαθέτουν τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ τους σε αμυντικές δαπάνες. Η Γερμανία πρώτη αύξησε τις αμυντικές δαπάνες της, διαπιστώνοντας την μεγάλη υστέρηση της στον τομέα αυτόν.

Όμως, αυτή η δέσμευση ακόμα και σήμερα δεν έχει υλοποιηθεί από όλους. Ήδη ο νέος πρωθυπουργός της Πολωνίας πρότεινε αυτό το όριο να αυξηθεί και να φτάσει στο 3% του ΑΕΠ κάθε χώρας. Να σημειωθεί εδώ ότι η Ελλάδα επί πολλά χρόνια ξοδεύει περισσότερα από αυτό το ποσοστό.

Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Κομισιόν) δημοσιοποίησε την Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανική Συνεργασία-EDIS, που περιλαμβάνει συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους κοινών προμηθειών, εμπορίου και παραγωγής μέχρι το 2030, συν χρηματοδοτήσεις 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ για την ανάπτυξη μιας κοινής ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.

Το εγχείρημα βασίζεται στη διαπίστωση ότι ενώ οι χώρες-μέλη της Ε.Ε. δαπανούν πολλά για τις αμυντικές βιομηχανίες τους, το γεγονός ότι η καθεμιά ακολουθεί ξεχωριστό δρόμο οδηγεί σε πολύ χαμηλότερα αποτελέσματα από άλλες δυνάμεις εκτός Ευρώπης, παρότι οι τελευταίες διοχετεύουν μικρότερα ποσά στις αμυντικές προμήθειες τους.

Η ΕΕ προχωρά με μικρά βήματα προς μια Κοινή Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας. Αυτό είναι απολύτως αναγκαίο ώστε να μπορέσει να γίνει γεωπολιτικός παίκτης παγκοσμίως με ισχυρό διεθνές αποτύπωμα. Είναι φυσικό σε αυτόν τομέα η Γαλλία να επιθυμεί πρωταγωνιστικό ρόλο, καθώς μετά την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε., είναι η μοναδική χώρα της ΕΕ μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, έχει παρουσία και συμφέροντα σε πολλά μέρη του κόσμου, διαθέτει τις ισχυρότερες στρατιωτικές δυνατότητες, καθώς και η μόνη με πυρηνικό οπλοστάσιο.

Για πολλά χρόνια οι ΗΠΑ θα είναι βασικός παράγοντας στο σύστημα ευρωπαϊκής ασφάλειας. Αλλά επειδή ουδείς γνωρίζει τις μελλοντικές εξελίξεις, τα βήματα της Ευρώπης είναι αναγκαίο να επιταχυνθούν. Ήδη υπάρχει η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία-PESCO για την ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ που επιθυμούν. Σε αυτήν μπορούν να συμμετέχουν και ευρωπαϊκές χώρες μη-μέλη της ΕΕ, όπως η Νορβηγία, ίσως μελλοντικά η Τουρκία, κ.α.

Σε πρώτη φάση στόχος είναι η ενίσχυση του ευρωπαϊκού πόλου εντός του ΝΑΤΟ.   Στο πλαίσιο αυτό, πρόσφατα έφτασαν στις 21 οι ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ που εντάσσονται στο κοινό σύστημα αντιπυραυλικής και αντιαεροπορικής άμυνας, που ονομάζεται “Ευρωπαϊκή Ασπίδα του Ουρανού-ESS”, κάτω από τον συντονιστικό ρόλο της Γερμανίας.

Παράλληλα όμως είναι αναγκαίο να ετοιμάζεται και μια ευρωπαϊκή αυτόνομη παρουσία και στρατηγική στα θέματα ασφάλειας. Αυτό δεν σημαίνει ρήξη με τις ΗΠΑ, αλλά προσπάθεια για διαμόρφωση μιας -όσο το δυνατόν- ισότιμης συνεργασίας ΕΕ-ΗΠΑ.

Επίσης θα είχε ιδιαίτερη σημασία, πέραν των ΗΠΑ, η ΕΕ να προχωρήσει σε απευθείας συνεργασίες στον αμυντικό τομέα με χώρες εκτός Ευρώπης που έχουν παρόμοια συμφέροντα και αρχές, όπως Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Ιαπωνία, Νότια Κορέα.

***

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ

 

>>

Και αν εκλεγεί πάλι ο Τραμπ ; / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ ANATROPI NEWS

2024-01-28 22:17

Anatropi News, 28/1/2024

 

Και αν εκλεγεί πάλι ο Τραμπ ;

Εντός του 2024 θα διεξαχθούν εκλογές σε χώρες που περιλαμβάνουν τον μισό σχεδόν πληθυσμό του πλανήτη. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι η πιο σημαντική -για τις διεθνείς εξελίξεις- εκλογική αναμέτρηση θα είναι οι προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, τον προσεχή Νοέμβριο.

Στις ΗΠΑ διεξάγονται τώρα οι εσωτερικές προκριματικές εκλογές που θα αναδείξουν ποιος είναι ο υποψήφιος του κάθε κόμματος, των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων, στις προεδρικές εκλογές. Το ισχυρό προβάδισμα του τέως προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, στις προκριματικές για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, αναμφίβολα συγκεντρώνει τα φώτα της δημοσιότητας.
 
Πώς διαμορφώνονται οι συσχετισμοί
 
Αν κοιτάξει κάποιος προσεκτικά τα στοιχεία, θα δει ότι ο Τραμπ κερδίζει μόλις λίγο περισσότερα από τα μισά μέλη του κόμματος του. Ένα σημαντικό τμήμα των μελών που υποστηρίζουν τους εσωκομματικούς αντιπάλους του, είναι αυτοί που αποκαλούνται «Never Trump» («Ποτέ Τραμπ»). Είναι μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνοι ψηφοφόροι, οι οποίοι στην προεδρική εκλογή του Νοεμβρίου θα διεκδικηθούν από τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Τζο Μπάϊντεν, ο οποίος αυτή τη στιγμή θεωρείται ατύπως ο υποψήφιος των Δημοκρατικών.
 
Ο Τραμπ για να συσπειρώσει την εκλογική βάση του, επιδίδεται σε ολοένα και πιο ακραία ρητορική, μιλώντας για «εκδίκηση» και για «δικτατορία μίας ημέρας». Αυτό του εξασφαλίζει την υποστήριξη της ακραίας συντηρητικής βάσης των Ρεπουμπλικάνων -ακροδεξιών, υπερ-εθνικιστών, θρησκόληπτων, πιστών σε θεωρίες συνωμοσίας, ακόμα και ανοιχτά ρατσιστών- που του χρειάζεται για να κερδίσει το εσωκομματικό χρίσμα για την υποψηφιότητα του.
 
Αφού όμως κερδίσει το χρίσμα για την υποψηφιότητα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, στο σύνολο του εκλογικού σώματος κινδυνεύει να χάσει την υποστήριξη των ενδιάμεσων και ταλαντευόμενων ψηφοφόρων, που θα κρίνουν την εκλογή προέδρου στις κάλπες.
 
Πολιτικό τοπίο
 
Ο Μπάϊντεν φαίνεται να έχει μεγαλύτερη διεισδυτικότητα στους κεντρώους ψηφοφόρους, που αποτελούν κρίσιμο παράγοντα σε χώρες όπου το πολιτικό σύστημα έχει έντονο δικομματικό/διπολικό χαρακτήρα, όπως αυτό των ΗΠΑ. Φέρεται επίσης ότι μπορεί να κερδίσει ευκολότερα τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους, ακόμα και μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνους.
 
Μεταξύ των παραγόντων που αναμένεται να επηρεάσουν την εκλογική συμπεριφορά των Αμερικανών είναι οι αμβλώσεις, το δικαίωμα στην οπλοκατοχή, αλλά και οι αθέμιτες πρακτικές που χρησιμοποίησε ο Ντόναλντ Τραμπ για να ανατρέψει τα αποτελέσματα του 2020. Την άνοιξη θα βγει απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για το χάπι της άμβλωσης, γεγονός που είναι βέβαιο ότι θα λάβει και πολιτική χροιά.
 
Δικαστικές περιπέτειες
 
Ο Τραμπ έχει ακόμη μπροστά του πολλές δικαστικές περιπέτειες για μια σειρά από αδικήματα, ακόμη και για την περίοδο πριν γίνει πρόεδρος. Όλα αυτά μπορούν να επηρεάσουν σε κάποιο βαθμό και το εκλογικό Σώμα. Πρέπει να αναμένει κανείς τι θα αποφασίσει επί αυτών και το Ανώτατο Δικαστήριο. Σε κάποια δικαστήρια επιμέρους Πολιτειών έχουν προκύψει αποφάσεις που του απαγόρευαν ακόμα και τη συμμετοχή στις εσωκομματικές προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικάνων. Υπάρχει η πιθανότητα για κάποιες από τις υποθέσεις εναντίον του να ληφθεί τελική απόφαση από τα δικαστήρια πριν τις προεδρικές εκλογές.
 
Επίδραση στην αμερικανική εξωτερική πολιτική
 
Μια εκλογή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, που όπως προκύπτει δεν είναι βέβαιη, θα οδηγούσε σε μια εξαιρετικά δυσμενή τροπή των διεθνών εξελίξεων. Πολλά από τα παγκόσμια προβλήματα που προέκυψαν τα τελευταία χρόνια, έχουν τη ρίζα τους στην καταστροφική προηγούμενη προεδρική θητεία του.
 
Με βάση το εθνικιστικό σύνθημα «Πρώτα η Αμερική», που επί της ουσίας σήμαινε «Μόνο η Αμερική», ο Τραμπ απέσυρε τις ΗΠΑ, απότομα και «βίαια», από την παρουσία τους σε πολλές περιοχές του κόσμου. Αυτό είναι σύμφωνο με την «απομονωτική» εξωτερική πολιτική που πρεσβεύουν πολλοί Ρεπουμπλικάνοι, και ιδιαιτέρως η υπερσυντηρητική πτέρυγα τους.
 
Ο Τραμπ είχε εχθρική στάση εναντίον όλων των πολυμερών διεθνών θεσμών, οργανισμών και συμμαχιών. Υποτιμούσε τον ΟΗΕ, δεν θεωρούσε ότι έχει υποχρεώσεις μέσω του ΝΑΤΟ προς τους Ευρωπαίους, αποχώρησε από την Παγκόσμια Συμφωνία για το Κλίμα, αποσύρθηκε από Συμβάσεις που περιορίζουν όπλα μαζικής καταστροφής, σταμάτησε την αμερικανική συμμετοχή στον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και άνοιξε έναν εμπορικό πόλεμο με την Ευρώπη και άλλες χώρες, επανερχόμενος σε έναν εθνικό εμπορικό «προστατευτισμό» επιβάλλοντας δασμούς σε εισαγωγές προϊόντων στις ΗΠΑ.
 
Η πλήρης απόσυρση των ΗΠΑ από πολλά διεθνή μέτωπα άφησε κενά, τα οποία επιχείρησαν να καλύψουν άλλοι διεθνείς παίκτες με επιθετική και «αναθεωρητική» ατζέντα.
 
Η αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν, έγινε -με άτσαλο τρόπο- υποχρεωτικά από τον Μπάϊντεν στους πρώτους μήνες της θητείας του, καθώς ήταν μια στρατηγική αποφασισμένη από την κυβέρνηση Τραμπ η οποία είχε προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με τους φανατικούς ισλαμιστές Ταλιμπάν, οι  οποίοι ετοιμάζονταν εκείνη την εποχή να επανακάμψουν στην εξουσία.
 
Θεωρείται ότι τότε ο Ρώσος ηγέτης, Βλαντιμίρ Πούτιν, θεώρησε πως αυτό είναι μια ένδειξη αδυναμίας των ΗΠΑ και της Δύσης, και έτσι άναψε το «πράσινο φως» για την προετοιμασία της παράνομης και απρόκλητης εισβολής στην Ουκρανία.
 
Ιδιαιτέρως αρνητική μπορεί να είναι η πολιτική του Τραμπ, ειδικά την στιγμή που εξελίσσονται δύο μείζονες κρίσεις, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς στη Γάζα, οι οποίες έχουν άμεσες συνέπειες και στην Ευρώπη.
 
Τι θα γίνει με την Ουκρανία
 
Είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι Ρεπουμπλικάνοι δεν επιθυμούν την συνέχιση της αμερικανικής στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Εάν λάβουμε υπόψη και τις στενές προσωπικές, επιχειρηματικές και άλλες σχέσεις του Τραμπ με τον Πούτιν, δεν θα ήταν καθόλου απίθανο να σταματήσει η αμερικανική υποστήριξη προς την Ουκρανία.
 
Η συνέπεια αυτού θα ήταν να αναγκαστεί η Ουκρανία να συνθηκολογήσει, σε βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της. Αυτό θα τίναζε στον αέρα το θεμέλιο των διεθνών σχέσεων, που είναι ο σεβασμός των συνόρων και το απαραβίαστο της εδαφικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας των χωρών.
 
Θα ήταν η πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που θα είχαμε στην Ευρώπη ανατροπή διεθνών συνόρων, με άσκηση βίας και μονομερώς. Οι συνέπειες από την μίμηση τέτοιων πρακτικών, εκ μέρους αυταρχικών και επεκτατικών καθεστώτων σε άλλες περιοχές του κόσμου, θα ήταν απρόβλεπτες.
 
Οι συνέπειες στο Μεσανατολικό
 
Οι στενές σχέσεις και η ιδεολογική συγγένεια του Τραμπ με τον εθνικιστή πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπένζαμιν Νετανιάχου, έχουν αποδειχθεί από τις προηγούμενες θητείες τους στις ηγεσίες των χωρών τους. Την εποχή εκείνη ο Τραμπ είχε δώσει «το ελεύθερο» στον Νετανιάχου να κινηθεί όπως ο τελευταίος ήθελε.
 
Τότε ξανάρχισαν οι παράνομοι εβραϊκοί εποικισμοί στην Δυτική Όχθη του Ιορδάνη, που αποτελεί το μεγαλύτερο τμήμα των Παλαιστινιακών Εδαφών. Έτσι αποδυναμώθηκε η Παλαιστινιακή Αρχή του μετριοπαθούς προέδρου Μαχμούντ Αμπάς, και δόθηκε ακόμα μεγαλύτερος χώρος για να αναπτυχθούν οι εξτρεμιστικές πρακτικές της ισλαμο-φασιστικής Χαμάς.
 
Η κυβέρνηση Τραμπ «έσπασε» την κοινή στάση της διεθνούς κοινότητας, που αναγνωρίζει το Τελ Αβίβ -και όχι την Ιερουσαλήμ- ως πρωτεύουσα του Ισραήλ μέχρι να επιλυθεί το θέμα της αραβικής Ανατολικής Ιερουσαλήμ, η οποία θεωρείται διεθνώς ως κατεχόμενο παλαιστινιακό έδαφος από τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο του 1967. Η κορυφαία στιγμή ήταν η μετακίνηση της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ, όπου βρίσκονται οι πρεσβείες όλων των χωρών, στην Ιερουσαλήμ.
 
Ακόμα και οι λεγόμενες «Συμφωνίες του Αβραάμ», με τις οποίες ορθώς επιχειρήθηκε η προσέγγιση και αμοιβαία αναγνώριση μετριοπαθών αραβικών χωρών με το κράτος του Ισραήλ, έγιναν στη βάση της παράκαμψης του παλαιστινιακού ζητήματος, μέσω της μεσολάβησης της κυβέρνησης Τραμπ.
 
Η κυβέρνηση Μπάϊντεν θεωρεί μεν ότι μπορεί να συνεχιστεί η προσπάθεια της προσέγγισης αυτής, αλλά ότι χωρίς την επίλυση του Παλαιστινιακού με δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους δίπλα σε ένα Ισραήλ με ασφαλή σύνορα, δεν μπορεί να υπάρξει διαρκής ειρήνη στην περιοχή.
 
Η σημερινή πιο ισορροπημένη αμερικανική πολιτική αναγνωρίζει φυσικά το δικαίωμα αυτο-άμυνας του Ισραήλ και της απάντησης του στην τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς. Προσπαθεί όμως παράλληλα να θέσει όρια στην ένταση και στον τρόπο με τον οποίο αυτή υλοποιείται στη Λωρίδα της Γάζας, ενώ καταδικάζει και τις επιθέσεις φανατικών Εβραίων εποίκων εναντίον Παλαιστινίων πολιτών στην Δυτική Όχθη. Ταυτοχρόνως έχει αναβαθμίσει ως συνομιλητή την Παλαιστινιακή Αρχή, σε μια προοπτική επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Μεσανατολικού.
 
Μια πιθανή ανατροπή αυτής της πολιτικής από τον Τραμπ, θα οδηγούσε σε ακόμα μεγαλύτερη έξαρση των ακραίων αντιλήψεων και αντιδράσεων στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο. Αυτό θα εμπόδιζε αρκετές μετριοπαθείς αραβικές ηγεσίες να παίξουν εποικοδομητικό ρόλο στις εξελίξεις. Ίσως κάποιες να απομακρυνθούν και από τη Δύση, προς αντικειμενικό όφελος της Ρωσίας και της Κίνας.
 
Κυρίως όμως θα υπονόμευε ακόμα περισσότερο τις μετριοπαθείς φωνές και δυνάμεις εντός του Ισραήλ, που θα αποτελούσαν σημαντικό παράγοντα για μια ειρηνευτική διευθέτηση.
 
 
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ
 
 

www.anatropinews.gr/2024/01/28/%ce%b8%cf%8c%ce%b4%cf%89%cf%81%ce%bf%cf%82-%cf%84%cf%83%ce%af%ce%ba%ce%b1%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b1%ce%bd-%ce%b5%ce%ba%ce%bb%ce%b5%ce%b3%ce%b5%ce%af-%cf%80%ce%ac%ce%bb%ce%b9-%ce%bf-%cf%84/

>>

"Τα ελληνοτουρκικά σε θετική τροχιά" - Άρθρο αποτίμησης της επίσκεψης Ερντογάν στην Αθήνα, στην "Εφημερίδα των Συντακτών"

2023-12-09 14:11

'Η Εφημερίδα των Συντακτών", 8/12/2023

 

Τα ελληνοτουρκικά σε θετική τροχιά

 

 

 ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ,

Πολιτικού Επιστήμονα-Διεθνολόγου,

Αντιπροέδρου της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ

 

 Η επίσκεψη του Τούρκου προέδρου έγινε σε θετική συγκυρία για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η συνεδρίαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας, με συμμετοχή πολλών υπουργών από τις δύο χώρες, είναι ενδεικτική της βούλησης των δύο πλευρών να ενισχύσουν τη συνεργασία τους σε πολλούς τομείς.

 

Η ηρεμία στο Αιγαίο μετά τους σεισμούς στην Τουρκία, έχει παίξει σημαντικό ρόλο. Επίσης η επιθυμία του κ. Ερντογάν για ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με τη Δύση -ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση- για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους, συμβάλλει στην βελτίωση των διμερών σχέσεων.

 

Επιπλέον, διαμορφώνονται κοινές απειλές στην ευρύτερη περιοχή. Αν κοιτάξουμε τον χάρτη, θα δούμε ότι Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται στο μέσον δύο μεγάλων κρίσεων. Στο βορρά, η συνεχιζόμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Νότια, η στρατιωτική σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς, στη Λωρίδα της Γάζας. Αυτές οι κρίσεις έχουν συνέπειες στην οικονομία και στην ροή ενέργειας, προκαλούν προβληματισμούς για τυχόν μελλοντικά μαζικά προσφυγικά κύματα και φόβο για τρομοκρατικά χτυπήματα.

 

Οι δύο χώρες προσπαθούν να διατηρήσουν τις σχέσεις τους μέσα σε «προστατευτικό κλωβό». Να διαμορφώσουν ζώνη ειρήνης και σταθερότητας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Να μην επιτρέψουν επιδείνωση των ελληνοτουρκικών, εξαιτίας της διαφορετικής οπτικής των ηγεσιών τους για παγκόσμια και περιφερειακά ζητήματα.

 

Υψηλού πολιτικού συμβολισμού είναι η κοινή Διακήρυξη Φιλίας και Καλής Γειτονίας, που υπογράφτηκε. Συμπυκνώνει το συνολικό πνεύμα της συνεργασίας. Περιγράφει στόχους και μέσα της προσέγγισης. Αποτελεί θεμέλιο της νέας εποχής στις διμερείς σχέσεις.

 

 Η συνεργασία στα θέματα «θετικής ατζέντας», οικονομία, εμπόριο, περιβάλλον, μεταφορές κλπ, συζητείτο επί πολύ καιρό, ακόμα και την περίοδο της έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες. Έτσι έγινε εφικτή η υπογραφή συμφωνιών διμερούς συνεργασίας. Σημαντικά βήματα έχουν γίνει για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), δηλαδή τον τρόπο διεξαγωγής στρατιωτικών ασκήσεων των δύο χωρών σε διεθνή ύδατα και διεθνή εναέριο χώρο.

 

Ο πολιτικός διάλογος, για τον «σκληρό πυρήνα» των ελληνοτουρκικών διαφορών, θα συνεχιστεί στην Άγκυρα τους επόμενους μήνες. Η ουσία του αφορά τις προϋποθέσεις για κοινή προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, με στόχο την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) και υφαλοκρηπίδας. Αποτελεί σημαντικό κεκτημένο ότι οι δύο ηγέτες δεσμεύτηκαν ότι θα επιδιώξουν αυτόν τον στόχο με ρητή αναφορά στη Χάγη, παρά τις διαφορετικές διατυπώσεις που χρησιμοποίησαν.

 

Βεβαίως, η οριοθέτηση ΑΟΖ συνδέεται άρρηκτα με την ανάγκη να υπάρξει προηγουμένως συμφωνία για οριστικό καθορισμό των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. Και στην συνέχεια, την εναρμόνιση της έκτασης του ελληνικού εναέριου χώρου με τα χωρικά ύδατα. 


www.efsyn.gr/stiles/apopseis/414493_ta-ellinotoyrkika-se-thetiki-trohia

 

>>

Κινείται κάτι στο Κυπριακό;/ Άρθρο στο GR Diplomatic Review

2023-10-30 17:52

GR Diplomatic Review , Τεύχος 13, Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2023

 

 

Κινείται κάτι στο Κυπριακό;

 

 

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ

Πολιτικού Επιστήμονα-Διεθνολόγου,

Αντιπροέδρου της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

 

 

 

Ο βοηθός Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Μίροσλαβ Γιέτζια, επισκέφθηκε την Κύπρο στα τέλη Αυγούστου όπου είχε επαφές με τους ηγέτες της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής πλευράς. Στόχος του ήταν να δει αν θα μπορούσαν να επανεκκινήσουν οι προσπάθειες για επανεκκίνηση των συνομιλιών για το Κυπριακό. 


 

Δυστυχώς δεν πραγματοποιήθηκε συνάντηση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, ούτε συνάντηση του Ελληνοκύπριου ηγέτη, Νίκου Χριστοδουλίδη, με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, Ερσίν Τατάρ, τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

 

 

Τι δείχνουν τα επεισόδια στη Νεκρή Ζώνη

 

 

Τα επεισόδια στη "νεκρή ζώνη", στο μικτό χωριό της Πύλας,  δεν αφήνουν αμφιβολία ότι ο στόχος του Ερσίν Τατάρ, είναι να ενισχύσει την οντότητα της αυτοαποκαλούμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου». Να δείξει ότι έχει ρόλο, μηχανισμούς και σύνορα που πρέπει να γίνουν αποδεκτά και σεβαστά.  Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται ένταση και δημοσιότητα. 

 

Δυστυχώς, και με ευθύνες της ελληνοκυπριακής ηγεσίας, δεν κατορθώσαμε να αξιοποιήσουμε την παρουσία του προηγούμενου ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, του προοδευτικού και ευρωπαϊστή, Μουσταφά Ακιντζί.

 Μέχρι στιγμής, η τακτική του Τατάρ είχε την υποστήριξη της Τουρκίας. Δεν είναι όμως καθόλου βέβαιο ότι αυτό θα συνεχιστεί στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται. 

Πέραν της «υψηλής πολιτικής», υπάρχει η καθημερινότητα για τους ανθρώπους. Η «Πράσινη Γραμμή» χωρίζει με αφύσικο τρόπο την Κύπρο, από τη μία άκρη στην άλλη. Διακόπτει μεταφορές και επικοινωνίες. Προκαλεί καθυστερήσεις και ταλαιπωρία. 

 

Υπάρχουν πολλά αντίστοιχα αιτήματα Ελληνοκυπρίων για άνοιγμα δρόμων σε άλλα σημεία της «Πράσινης Γραμμής. Άρα μπορεί να υπάρξει συμφωνία για εκτέλεση έργων που αφορούν Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, υπό την ευθύνη της Ειρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ.

 

Θα ήταν σοβαρότατο λάθος να αρκεστεί η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και της Ελλάδας, στις διεθνείς καταδίκες. Οι καταδίκες αυτές αφορούν κυρίως το απαράδεκτο γεγονός της επίθεσης των τουρκοκυπριακών δυνάμεων εναντίον της Ειρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ στην Κύπρο.

Για την ουσία του Κυπριακού οι αναφορές του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι σαφείς, και απευθύνονται και στις δύο πλευρές: λύση Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα μεταξύ Ελληνοκυπριακής και Τουρκοκυπριακής Κοινότητας. Να το πούμε καθαρά: αυτό σημαίνει επανένωση της Κύπρου βασισμένη σε έναν «νέο συνεταιρισμό» Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με διαμοιρασμό και κοινή διαχείριση εξουσιών και πόρων.

 

Αποδοχή των 6 Σημείων του Γ.Γ. του ΟΗΕ

 Όσο δεν γίνονται συνομιλίες για την λύση του Κυπριακού, υπάρχει ο κίνδυνος να ξεσπούν εστίες στην Κύπρο. Αυτό ευνοεί το βάθεμα και τη μονιμοποίηση της διχοτόμησης. Επίσης λόγω της συντριπτικά υπέρτερης δύναμης της Τουρκίας, υπάρχει κίνδυνος για σταδιακή επιδείνωση της σημερινής κατάστασης σε βάρος της ελληνοκυπριακής πλευράς, τόσο στο έδαφος (Στροβίλια, Βαρώσι Αμμοχώστου, πιθανόν Πύλα κ.α.), τόσο στη θάλασσα - είτε στην οριοθετημένη κυπριακή ΑΟΖ, είτε σε περιοχές που η Κυπριακή Δημοκρατία διεκδικεί ως ΑΟΖ.

 Η ελληνοκυπριακή ηγεσία πρέπει να κινηθεί γρήγορα και ευέλικτα, ώστε να επιτύχει επανέναρξη των συνομιλιών. Για να γίνει αυτό, πρέπει να πείσει τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, ότι έχει την πολιτική βούληση να φτάσει σε έναν έντιμο συμβιβασμό, μέσω αμοιβαίων παραχωρήσεων. Για να βρεθεί η προδιαγεγραμμένη λύση, και όχι «όλα από την αρχή». Και αυτό, μέσα σε σύντομο και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, όχι με διαιώνιση των συνομιλιών.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να δηλώσει η ελληνοκυπριακή πλευρά άμεση και πλήρη αποδοχή των 6 Σημείων του Πλαισίου Γκουτέρες, ως έχουν. Ας μην ξεχνάμε ότι για το αδιέξοδο των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας το 2017, οι Εκθέσεις των αρμοδίων του ΟΗΕ συγκαταλέγουν και την ελληνοκυπριακή ηγεσία στους υπευθύνους.

 

«Κλειδί» η σχέση Τουρκίας - Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει αποφασίσει να ολοκληρώσει την επαναπροσέγγιση του με την Δύση, για λόγους οικονομικούς και πολιτικούς. Σε αυτήν την επαναπροσέγγιση εντάσσει φυσικά την επανασύνδεση της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ξεπάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, με στόχο να μείνει ανοιχτή για το απώτερο μέλλον η προοπτική της πλήρους ένταξης της.

 Η Ε.Ε. επιθυμεί την επανασύνδεση λόγω του γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας στην περιοχή, αλλά και λόγω οικονομικών και εμπορικών σχέσεων. Το φθινόπωρο θα έχει έναν «στρατηγικό αναστοχασμό» για το θέμα της συνολικής προοπτικής των σχέσεων με την Τουρκία.

 Πρόκειται για μια καμπή, που μπορεί να αποδειχθεί κομβικής σημασίας για το Κυπριακό. Ποια στάση θα επιδείξουν η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελλάδα, ως μέλη της ΕΕ; Θα αξιοποιήσουν το ενδιαφέρον της Τουρκίας αλλά και των εταίρων τους, ενθαρρύνοντας ένα πακέτο μιας ενισχυμένης προνομιακής σχέσης Τουρκίας-ΕΕ, ως κίνητρο, καταλύτη ή «αντάλλαγμα» για την επίλυση του Κυπριακού; Διότι τόσο η Τουρκία, όσο και οι εταίροι πιθανόν να θελήσουν να συμβάλουν σε αυτήν την κατεύθυνση, εφόσον όλοι θα επωφεληθούν από τη νέα σχέση.

 

Η Ε.Ε. είναι διατεθειμένη να βοηθήσει στο Κυπριακό και το έχει δηλώσει με πολλούς τρόπους. Αλλά ταυτοχρόνως έχει δηλώσει ότι ο βασικός «παίκτης» στο Κυπριακό είναι ο ΟΗΕ. Επομένως να σταματήσουμε να καλλιεργούμε αυταπάτες ότι μέσω της Ε.Ε θα υποχρεώσουμε την Τουρκία να αποδεχθεί τις δικές μας απόψεις, ή      - ακόμα περισσότερο - ότι θα την απομονώσουμε.

 

Λόγω της απρόκλητης, αδικαιολόγητης, παράνομης και βάναυσης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η Ε.Ε. αναμένει απρόσκοπτη ροή ενέργειας (φυσικό αέριο, πετρέλαιο, ηλεκτρισμό, ανανεώσιμες πηγές) μέσω της περιοχής μας.

 

Γι' αυτούς τους λόγους, θα ήταν πολύ θετικά δεκτό από την Ε.Ε. ένα νέο πακέτο Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο Κοινοτήτων στην Κύπρο, εμπλουτισμένο όμως με το θέμα της ενέργειας. Σημαντική θα ήταν η ενεργοποίηση μιας κοινής Επιτροπής Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων για τον σχεδιασμό των ερευνών και την αξιοποίηση των ενεργειακών πηγών του Νησιού.

 
 

 

Η προσέγγιση Ελλάδας-Τουρκίας βοηθά το Κυπριακό

 

Χωρίς συνεννόηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν μπορεί να λυθεί το Κυπριακό. Το Κυπριακό θα λυθεί εφόσον συμπίπτουν τα συμφέροντα και οι προτεραιότητες Ελλάδας και Τουρκίας.


Αρκεί αυτό; Προφανώς όχι. Το Κυπριακό θα επιλυθεί μόνο με πολιτική βούληση των ηγεσιών Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και όταν το διεθνές πλαίσιο ωθεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Αλλά θα ήταν αυταπάτη να πιστεύουμε ότι σε φάση που Ελλάδα και Τουρκία αντιπαρατίθενται με αερομαχίες και κινήσεις πολεμικών πλοίων, είναι δυνατόν να έχουμε διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού.

Υπό αυτήν την έννοια, η βελτίωση των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας, δημιουργεί ευνοϊκές προϋποθέσεις για επανέναρξη διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Όποιος πραγματικά υποστηρίζει  την προοπτική της λύσης, δεν μπορεί παρά να χαιρετίσει την εξέλιξη αυτή.

 

Το «κλειδί» είναι πάντα η πολιτική βούληση για εξεύρεση λύσεων, με «θετικό άθροισμα». Λύσεις επωφελείς για όλες τις πλευρές. Που θα λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα και τους φόβους, όλων όσων μετέχουν στη διένεξη. Αυτό ισχύει τόσο για τις ελληνοτουρκικές διαφορές, όσο και για το Κυπριακό.


Μέχρι τώρα οι ηγεσίες όλων των πλευρών δεν έχουν χρησιμοποιήσει αυτό το κλειδί. Φυσικό είναι ότι όσο δεν χρησιμοποιείται το κλειδί, τόσο περισσότερο θα σκουριάζει. Είναι όμως στο χέρι μας να το χρησιμοποιήσουμε.

 

>>

Η χερσαία επίθεση του Ισραήλ θα γίνει, αλλά πώς; - ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ HUFFINGTON POST, 26/10/2023

2023-10-26 14:05
 Η χερσαία επίθεση του Ισραήλ θα γίνει, αλλά πώς;
 
 Άρθρο στην HUFFINGTON POST / HuffPost Greece
 
 
ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*
 
Η χερσαία επίθεση του ισραηλινού Στρατού δεν φαίνεται πιθανό να ακυρωθεί. Παρ΄ όλα αυτά σημαντικές δυνάμεις της διεθνούς Κοινότητας, κυρίως ο πρόεδρος Μπάϊντεν των ΗΠΑ, σημαντικοί Ευρωπαίοι ηγέτες, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, πιέζουν την κυβέρνηση του Ισραήλ ώστε αυτή να εξελιχθεί με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, το Δίκαιο του Πολέμου, το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τις Συμβάσεις της Γενεύης για την προστασία των αμάχων, μη στρατιωτικών στόχων κ.α.
 
Αυτό προσπαθούν να κάνουν οι περισσότεροι ξένοι ηγέτες που επισκέπτονται το Ισραήλ. Είναι σημαντική κίνηση πολλών από αυτούς η επίσκεψη, εκτός από το Ισραήλ, και στη Ραμάλα της Δυτικής Όχθης, στην έδρα της επίσημης Παλαιστινιακής Αρχής, όπου συναντούν τον Παλαιστίνιο πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς. Αυτό βοηθά να μην εκφράζονται οι Παλαιστίνιοι μέσω της Χαμάς, αλλά από τη νόμιμη εκπροσώπηση των Παλαιστινίων, που είναι η Παλαιστινιακή Αρχή και η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης-PLO.
 
 
 Ο χρόνος που μεσολαβεί μέχρι την επιχείρηση μπορεί να αξιοποιηθεί:
 
α. Για να συνεχίσει να μπαίνει περισσότερη ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα, απρόσκοπτα όπως τόνισε ο πρόεδρος Μπάϊντεν.
 
β. Για να δοθεί η ευκαιρία σε ακόμα περισσότερους αμάχους να φύγουν από το βόρειο μέρος της Λωρίδας της Γάζας, και κυρίως από την έδρα της περιοχής, την πόλη της Γάζας. Να εκμεταλλευτούν τη δυνατότητα να πάνε προς το νότο της περιοχής, κοντά στα σύνορα με την Αίγυπτο. Εκεί υπάρχουν εγκαταστάσεις του ΟΗΕ, που παρέχουν κάποια προστασία και όπου διανέμεται μεγάλο μέρος της ανθρωπιστικής βοήθειας.
 
γ. Για να απελευθερωθούν ακόμα περισσότεροι όμηροι. Αυτό είναι βασικό για αρκετές ξένες χώρες. Πολλοί όμηροι εβραϊκής είναι και πολίτες άλλων χωρών, Αμερικανοί, Ευρωπαίοι κλπ. Είναι κρίσιμο θέμα και για τους Ισραηλινούς. Υπάρχει τεράστιο πολιτικό και ηθικό δίλημμα στο Ισραήλ, έναντι του στόχου να εξοντώσει μεν τη Χαμάς, αλλά να εκτελεστούν οι όμηροι, όπως έχει απειλήσει η Χαμάς.
 
δ. Για να ενισχύσουν οι Αμερικανοί ακόμη περισσότερο τις δυνάμεις τους. Όχι για να ανακατευτούν στις επιχειρήσεις των Ισραηλινών. Οι Ισραηλινοί αυτό που έχουν αποφασίσει να κάνουν, θα το κάνουν. Στόχος των Αμερικανών είναι να αποτρέψουν ευρύτερες επιθέσεις προς το Ισραήλ από παράγοντες ή από κράτη που είναι εχθρικά προς το Ισραήλ.
 
ε. Για να δοθεί επιπλέον χρόνος στο ίδιο το Ισραήλ, ώστε να έχει αποδυναμωθεί αρκετά η Χαμάς, με αεροπορικούς βομβαρδισμούς πριν μπουν τα στρατεύματά του σε χερσαία επίθεση μέσα στη Λωρίδα της Γάζας. Διότι όλοι κατανοούν ότι αυτή η επιχείρηση θα είναι αρκετά δύσκολη και για το Ισραήλ. Φυσικά επιχειρήσεις γίνονται και αυτή την στιγμή. Είναι βέβαιον ότι υπάρχουν ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ μέσα στη Γάζα που προσπαθούν να εντοπίσουν ομήρους και ηγετικά στελέχη της Χαμάς προκειμένου να εξοντωθούν.
 
 Το Κατάρ παίζει ρόλο στις διαπραγματεύσεις για τους ομήρους. Το Κατάρ το κάνει αυτό γιατί εκτός από τις σχέσεις που έχει με τη Χαμάς, την χρηματοδοτεί επίσης. Μετά μάλιστα το πραξικόπημα της Χαμάς κατά της Παλαιστινιακής Αρχής οπότε η Χαμάς κατόρθωσε να αναλάβει τον έλεγχο της Γάζας, οι μισθοί των Παλαιστινίων δημοσίων υπαλλήλων στη Γάζα πληρώνονται από το Κατάρ.
 
 Το Κατάρ χρηματοδοτούσε και τις οργανώσεις των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου και άλλων χωρών, κάτι το οποίο είχε προκαλέσει την απομόνωση του Κατάρ από τις υπόλοιπες χώρες της Αραβικής Χερσονήσου, τη Σαουδική Αραβία και τα υπόλοιπα Εμιράτα, καθώς θεωρούσαν αποσταθεροποιητική την πολιτική του.
 
 Η Τουρκία επιθυμεί να παίξει διαμεσολαβητικό ρόλο για ανθρωπιστικούς λόγους, όπως το Κατάρ που είναι σύμμαχος της. Η Τουρκία στέλνει ανθρωπιστική βοήθεια σε συνεννόηση με την Αίγυπτο. Θα δεχθεί τραυματίες σε νοσοκομεία της ή θα πάει και κάποιο τουρκικό πλοίο στην περιοχή για να δέχεται τραυματίες. Πιθανόν να μπορούσε να παίξει κάποιον ρόλο και για τους ομήρους.
 
***
 
*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

 

>>

Η αφορμή δεν βρίσκεται στο Παλαιστινιακό, αλλά στο Ιράν/ ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ iEidiseis

2023-10-09 17:04

Στο iEidiseis.gr , 9/10/2023

Η αφορμή δεν βρίσκεται στο Παλαιστινιακό, αλλά στο Ιράν

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

 

1.Ίσως η Χαμάς έκανε το πιο «μοιραίο λάθος» της ύπαρξης της. Παρά τον αρχικό αιφνιδιασμό των ισραηλινού στρατού από την τρομοκρατική επίθεση στο έδαφος του Ισραήλ, είναι βέβαιο ότι η απάντηση του Ισραήλ θα είναι συντριπτική.

Μια χερσαία επίθεση του ισραηλινού Στρατού μέσα στη Λωρίδα της Γάζας, είναι πολύ πιθανό να αποδεκατίσει ανεπανόρθωτα τις δυνάμεις της Χαμάς. Δυστυχώς μια τέτοια επιλογή θα συνοδευτεί από απίστευτο αιματοκύλισμα.

Δύο είναι οι λόγοι που θα οδηγήσουν σε μια εξαιρετικά βίαιη και σχετικά μακροχρόνια ισραηλινή απάντηση.

α. Η είσοδος εκατοντάδων ένοπλων τρομοκρατών της Χαμάς σε ισραηλινό έδαφος, που συνοδεύτηκε από εκτελέσεις αμάχων Ισραηλινών πολιτών, απαγωγές ομήρων κ.α.

Αυτό συνέβη για πρώτη φορά. Μέχρι τώρα οι επιθέσεις της Χαμάς ήταν πυραυλικές και εκτόξευση ρουκετών μέσα από το έδαφος της Γάζας. Σε αυτές απαντούσε το Ισραήλ με αεροπορικές και πυραυλικές επιθέσεις από το δικό του έδαφος, χωρίς να εισέρχονται στρατεύματα του στην Λωρίδα της Γάζας.

Κρίσιμη επισήμανση: οι περιοχές στις οποίες εισέβαλε η Χαμάς, δεν είναι κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, αλλά τμήματα του κράτους του Ισραήλ, αναγνωρισμένα διεθνώς. 

 

β. Η σημερινή κυβέρνηση του Ισραήλ είναι μια εθνικιστική, ακροδεξιά κυβέρνηση, με συμμετοχή και πολλών υπερ-ορθόδοξων κομμάτων θρησκευτικού φανατισμού. Στηρίχτηκε στην άρνηση κάθε συμβιβαστικής λύσης για το Παλαιστινιακό και ξανάρχισε τον παράνομο εβραϊκό εποικισμό των κατεχομένων παλαιστινιακών εδαφών στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και στην Δυτική Όχθη του Ιορδάνη.

Συγκολλητική ουσία των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού είναι ότι δεν υπάρχει Παλαιστινιακό ζήτημα ή -και αν υπάρχει- αυτό λύνεται δια της πυγμής.

Η κυβέρνηση Νετανιάχου βρίσκεται στο μέσον μιας βαθιάς πολιτικής κρίσης. Η δικαστική μεταρρύθμιση την οποία προωθεί, καταργεί ουσιαστικά τον μόνο έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας, που ασκείται μέσω του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας. Εδώ και πολλούς μήνες ένα μαζικό δημοκρατικό κίνημα Ισραηλινών πολιτών διαδηλώνει με στόχο να σταματήσει την απόφαση αυτή.

Τόσο για την επανέναρξη των παράνομων εποικισμών, όσο και για την αμφιλεγόμενη δικαστική μεταρρύθμιση, η κυβέρνηση Νετανιάχου έχει επανειλημμένα επικριθεί διεθνώς, ιδιαίτερα δε από την κυβέρνηση Μπάϊντεν τις ΗΠΑ και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Για να αποκαταστήσει το τρωθέν κύρος της, είναι βέβαιο ότι η σημερινή ισραηλινή ηγεσία θα καταφύγει σε σκληρή και μακρά σύγκρουση.

 

2. Η αφορμή της σημερινής σύγκρουσης όμως δεν είναι το Παλαιστινιακό. Βρίσκεται αλλού, και συγκεκριμένα στην προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων του Ισραήλ με την Σαουδική Αραβία.

Εδώ και καιρό, έχουν προχωρήσει οι προσπάθειες για αποκατάσταση σχέσεων και συνεργασία μεταξύ του Ισραήλ και μετριοπαθών αραβικών χωρών, οι ονομαζόμενες «Συμφωνίες του Αβραάμ». Μεταξύ αυτών είναι και ορισμένες μικρές χώρες του Περσικού Κόλπου.

Το μεγάλο όμως στοίχημα θα είναι η αποκατάσταση των σχέσεων του Ισραήλ με την Σαουδική Αραβία. Η Σαουδική Αραβία έχει ιδιαίτερη σημασία λόγω μεγέθους, γεωγραφικής θέσης, πετρελαϊκών αποθεμάτων και του ρόλου της ως «προστάτη των μουσουλμάνων», καθώς βρίσκονται στο έδαφος της οι δύο πιο ιερές πόλεις του Ισλάμ, η Μέκκα και η Μεδίνα.

Η προσπάθεια αυτή στηρίζεται στην σύγκλιση συμφερόντων μεταξύ τους, καθώς και οι δύο χώρες αισθάνονται την απειλή του Ιράν, το οποίο αναπτύσσει ανεξέλεγκτα το πυρηνικό πρόγραμμα του. Ισραήλ και Σαουδική Αραβία δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν να εξελιχθεί το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα από ειρηνικό σε στρατιωτικό. Δηλαδή να βρεθεί σε θέση να αποκτήσει πυρηνικά όπλα.

Ένα από τα ανταλλάγματα που φέρεται να ζητά η Σαουδική Αραβία από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, είναι βήματα στο Παλαιστινιακό. Για αυτό τον σκοπό έκανε παράλληλες συζητήσεις με τη νόμιμη Παλαιστινιακή Αρχή, του προέδρου Μαχμούντ Αμπάς.

Είναι φανερό ότι η επιτυχία της προσπάθειας θα απομόνωνε δύο παράγοντες:

α. την παλαιστινιακή ισλαμο-φασιστική οργάνωση Χαμάς που είναι σκληρός αντίπαλος της Παλαιστινιακής Αρχής (την οποία καταγγέλλει ως «συμβιβασμένη»), αλλά

β. κυρίως θα έφερνε σε απομόνωση το θεοκρατικό καθεστώς του Ιράν.

Το Ιράν εξοπλίζει με προηγμένα όπλα, μοιράζεται πληροφορίες μέσω των μυστικών υπηρεσιών του και ενισχύει οικονομικά, τόσο την Χαμάς, όσο και την εξτρεμιστική οργάνωση των σιϊτών του Λιβάνου, την Χεζμπολλάχ.

Δεν είναι τυχαίο ότι εκτός από τις επιθέσεις της Χαμάς στα νότια του Ισραήλ, άρχισε και η ρίψη ρουκετών από τον Βορρά, μέσα από το έδαφος του Λιβάνου, από την Χεζμπολλάχ. Στόχος είναι να βρεθεί το Ισραήλ μεταξύ δύο μετώπων.

Ο απώτερος φυσικά σκοπός είναι να αποτύχει η προσέγγιση Ισραήλ και μετριοπαθών αραβικών χωρών.

 

3. Η Χαμάς έχει καταλάβει πραξικοπηματικά την Λωρίδα της Γάζας, μετά την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων και των Εβραίων εποίκων το 2005.  Για να επιβάλει την παρουσία της στο έδαφος της Γάζας, δεν δίστασε να έρθει σε ένοπλη σύγκρουση με τις δυνάμεις της μετριοπαθούς οργάνωσης Φατάχ, που είχε ιδρύσει ο ιστορικός ηγέτης των Παλαιστινίων, Γιασέρ Αραφάτ.

Από τότε, με την βοήθεια του Ιράν και της ακραίας οργάνωσης των "Αδελφών Μουσουλμάνων" της Αιγύπτου, εξαπολύει κατά καιρούς πυραυλικές επιθέσεις στο Ισραήλ. 

Από την άλλη πλευρά, ο Μαχμούντ Αμπάς, που διαδέχθηκε τον Αραφάτ και εδρεύει στην Δυτική Όχθη, τηρεί τις Συμφωνίες του Όσλο μεταξύ Ισραήλ και Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης-PLO (1993, 1995). Θεωρεί ότι μόνο μέσω διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ θα λυθεί το Παλαιστινιακό. Ο Αμπάς και η PLO διαπραγματεύονται για να δημιουργηθεί παλαιστινιακό κράτος στα σύνορα του 1967.

Αυτό πρέπει να δεχτεί το Ισραήλ. Αυτό λένε οι Συμφωνίες του Όσλο. Αυτό στηρίζει όλη η διεθνής κοινότητα.

Η Χαμάς δεν δέχεται όμως τις Συμφωνίες αυτές. Άρα οι στόχοι της είναι σε πλήρη αντίθεση με όλες τις άλλες παλαιστινιακές οργανώσεις και της νόμιμης εκπροσώπησης του παλαιστινιακού λαού.

Ας μην ξεχνάμε ότι έχει υπογραφεί Ειρήνη μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραήλ, μετά τις Συμφωνίες του Όσλο, από τον προηγούμενο Παλαιστίνιο ηγέτη, Γιασέρ Αραφάτ, και τον τότε Ισραηλινό πρωθυπουργό, Γιτζάκ Ράμπιν, ηγέτη του κεντροαριστερού Εργατικού Κόμματος. Έτσι δημιουργήθηκε η αυτόνομη Παλαιστινιακή Αρχή στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. 

Η PLO αναγνωρίζει το Ισραήλ, και το δικαίωμα ύπαρξης του ισραηλινού κράτους. Ενώ η Χαμάς τάσσεται επισήμως υπέρ της καταστροφής του Ισραήλ. Η διαφορά είναι τεράστια.

Υπό αυτήν την έννοια, η Χαμάς δεν είναι παράγοντας επίλυσης του Παλαιστινιακού ζητήματος.

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας- Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης - ΕΕνΟΕ  

 

www.ieidiseis.gr/opinions/217653/thodoros-tsikas-i-aformi-den-vrisketai-sto-palaistiniako-alla-sto-iran

>>

ΤΟ "ΚΛΕΙΔΙ" ΤΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ - Άρθρο στην εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ", 22/8/2023

2023-08-22 14:00

Το «κλειδί» της επίλυσης στα ελληνοτουρκικά

        

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

 

1.    Το Δίκαιο της Θάλασσας δεν δίνει την δυνατότητα να θεωρηθεί το Αιγαίο «ελληνική λίμνη», σαν η Ελλάδα να κατείχε και τις δύο πλευρές του Αιγαίου. Η Τουρκία ως παράκτια χώρα έχει και αυτή, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, νόμιμα συμφέροντα στον διεθνή εναέριο χώρο και στα διεθνή ύδατα.

 

Οι διαφορές στο Αιγαίο αποτελούν κυρίως διαφορετικές ερμηνείες των  Διεθνών Συνθηκών και για τον τρόπο εφαρμογής των Συνθηκών. Μπορούν να βρεθούν λογικές λύσεις, αμοιβαία αποδεκτές, με “θετικό άθροισμα” και για τις δύο πλευρές.

 

 

2.  Για να οριστεί Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) ανάμεσα σε κράτη των οποίων τα ύδατα γειτνιάζουν, πρέπει να υπάρξει συμφωνία μεταξύ των χωρών αυτών.

 

Χωρίς συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν μπορεί να υπάρξει ΑΟΖ ελληνικών δικαιωμάτων, ούτε τουρκικών, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Θα παραμείνουν απλώς διεθνή ύδατα, με το καθεστώς που έχουν και τώρα.

Αυτό προϋποθέτει διμερή διαπραγμάτευση, που αν δεν αποδώσει θα οδηγήσει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος.

Σε μια διαπραγμάτευση πάντα υπάρχει συμβιβασμός. Δεν μπορείς να καταλήξεις σε μια συζήτηση με βάση τις αρχικές μαξιμαλιστικές θέσεις σου, διότι υπάρχουν και τα δικαιώματα της άλλης πλευράς.

 

3.      Σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, το μήκος των ακτών παίζει μεγάλο ρόλο στην χάραξη των ορίων της ΑΟΖ. Ειδικά αν μικρά νησιά είναι πολύ κοντά σε μεγάλες ηπειρωτικές ακτές, όπως της Τουρκίας, δεν μπορούν να ακυρώσουν τα δικαιώματα της απέναντι μεγάλης ακτής.

 

Αφενός, είναι προφανές ότι δεν στέκει η άποψη της Τουρκίας ότι τα νησιά γενικώς δεν δικαιούνται καθόλου υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Αφετέρου, έχουμε διεθνείς δικαστικές αποφάσεις αλλά και συμφωνίες μεταξύ κρατών, που περιορίζουν την «επήρεια» των πολύ μικρών νησιών σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Έχουμε και ορισμένες, που δεν δίνουν καθόλου "επήρεια" σε πολύ μικρά νησιά.

Υπό αυτήν την έννοια, είναι πολύ πιθανό να αναγνωριστεί ότι το     Καστελόριζο έχει δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, αλλά απίθανο να  έχει 100% «επήρεια».

 

 

4.  Απαραίτητη προϋπόθεση για οριοθέτηση ΑΟΖ είναι να έχει οριστεί προηγουμένως η έκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης (των χωρικών υδάτων), οριστικά και τελεσιδίκως.

 

Σε αυτό το θέμα είχε υπάρξει στο παρελθόν συμφωνία στις διερευνητικές επαφές Ελλάδας-Τουρκίας για κλιμακωτή αύξηση των χωρικών υδάτων, που δεν προχώρησε λόγω εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων στις δύο χώρες. Θα μπορούσαν π.χ. τα χωρικά ύδατα σε κάποια νησιά να παραμείνουν στα 6 μίλια, σε άλλα να φτάσουν στα 8, ενώ στις ηπειρωτικές ακτές να επεκταθούν έως και στα 12 μίλια.

 

Από την στιγμή που ρυθμιστούν τα χωρικά ύδατα, επιβάλλεται η εναρμόνιση του εναέριου χώρου μας. Διότι ο εναέριος χώρος πρέπει να ταυτίζεται με τα χωρικά ύδατα, και όχι το αντίστροφο.

 

 

5.  Έτσι, η επίλυση της διαφοράς για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ γίνεται το «κλειδί» για να ανοίξει η πόρτα στην επίλυση της αντιπαράθεσης για τον εναέριο χώρο και τα χωρικά ύδατα στο Αιγαίο, ζητήματα που αποτελούν τον «σκληρό πυρήνα» των ελληνοτουρκικών διαφορών. 

 

Αν επιλυθούν αυτά, οι άλλες διμερείς διαφορές εξαλείφονται εντελώς, είτε (κάποιες) χάνουν σημασία και φόρτιση.

 

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ
 
 
>>

Ελληνοτουρκικά: νέα σελίδα μετά τις εκλογές/ Άρθρο στο Anatropi News

2023-06-30 13:25
Άρθρο μου στο Anatropi News, του δημοσιογράφου Σεραφείμ Κοτρώτσου (29/6/2023)
 
Ελληνοτουρκικά: νέα σελίδα μετά τις εκλογές
 
1. Καθώς ο εκλογικός κύκλος τελείωσε και στις δύο χώρες, Ελλάδα και Τουρκία προσπαθούν να επανεκκινήσουν τις διμερείς σχέσεις τους. Οι πειρασμοί για ακραία και εθνικιστική ρητορική, που είναι μεγάλοι κατά τις προεκλογικές περιόδους, τώρα πλέον μειώνονται.

 

Από την άλλη, το γεγονός ότι και οι δύο κυβερνήσεις έχουν νωπή λαϊκή εντολή, τους επιτρέπει να κάνουν κινήσεις πιο τολμηρές, πέραν του συνηθισμένου. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι και η Κυπριακή Δημοκρατία έχει πρόσφατα εκλεγμένο πρόεδρο, από τις εκλογές του Φεβρουαρίου, βλέπουμε με σαφήνεια το εύρος  των δυνατοτήτων.

Ήδη η προαναγγελία της συνάντησης Ερντογάν-Μητσοτάκη στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας (11-12 Ιουλίου), αναδεικνύει την απόφαση για μια νέα σελίδα.

2. Η τοποθέτηση του Γιώργου Γεραπετρίτη στην ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών έχει μια «συμμετρία» με την ανάληψη της αντίστοιχης θέσης στην Τουρκία, από τον Χακάν Φιντάν. Οι δύο υπουργοί είναι οι στενότεροι και πιο έμπιστοι συνεργάτες των δύο ηγετών. Η πολιτική πορεία τους είναι σχετικά σύντομη και οφείλεται αποκλειστικά στην σχέση τους με τον αντίστοιχο ηγέτη. Συνεπώς δεν έχουν προσωπική πολιτική ατζέντα.

Αυτό δίνει την δυνατότητα να ελέγχουν άμεσα την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων ο πρόεδρος της Τουρκίας και ο πρωθυπουργός της Ελλάδας. Χωρίς παρερμηνείες, χωρίς ενδιάμεσους και μεσολαβητές. Και με τη μέγιστη δυνατή εμπιστευτικότητα.

Είναι αλήθεια ότι ο μέχρι τώρα υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, είχε απόσταση από το στίγμα του πρωθυπουργού του. Ήθελε να αναδείξει μια πιο «σκληρή», πιο «αδιάλλακτη» γραμμή στα ελληνοτουρκικά. Για δικούς του προσωπικούς πολιτικούς στόχους, ήθελε να χαϊδεύει τα αυτιά των υπερ-πατριωτών του ακροατηρίου του κυβερνώντος κόμματος. Για λόγους προφανώς εσωτερικών εντυπώσεων, ο πρωθυπουργός δεν τον απομάκρυνε από το πόστο του, όσο διαρκούσε η θητεία της απελθούσας κυβέρνησης.

3. Η γειτονική χώρα έχει μπει σε νέα φάση. Οι καταστροφικοί σεισμοί δημιούργησαν μια διαφορετική πραγματικότητα. Για την επούλωση των πληγών της, η Τουρκία είναι υποχρεωμένη να στραφεί προς τον εαυτό της. Δεν έχει την πολυτέλεια εξωτερικών περιπετειών.

 

Για στέγαση ενός με ενάμιση εκατομμυρίου αστέγων και ανοικοδόμηση πόλεων και χωριών απαιτούνται 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτά μπορούν να βρεθούν μόνο με βοήθεια της διεθνούς Κοινότητας, και κυρίως από χώρες και οργανισμούς της Δύσης.

Συνεπώς η Τουρκία θα πρέπει να κινηθεί συνετά και με συμβατό τρόπο προς αυτά που επιθυμεί ο διεθνής παράγοντας, ιδιαίτερα η Δύση, για την Ανατολική Μεσόγειο.

Λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όλοι απεύχονται όξυνση στην Ανατολική Μεσόγειο. Αναμένεται μάλιστα απρόσκοπτη ροή ενέργειας από εναλλακτικές πηγές, μέσω της περιοχής μας. Αυτό προϋποθέτει την συνεργασία όλων των χωρών της περιοχής, ακόμα και όσων δεν είχαν καλές σχέσεις μεταξύ τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου, που επισήμως βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ τους.  

Η Τουρκία θα συνεχίσει την επαναπροσέγγιση με την Δύση, τις ΗΠΑ, την Γαλλία, αλλά και την Ε.Ε. συνολικά. Παράλληλα, φυσικά, με την διατήρηση ισορροπιών με άλλους διεθνείς παίκτες. Εξάλλου συνεχίζει την εξομάλυνση των σχέσεων της με χώρες της περιοχής της, Αρμενία, Ισραήλ, Αίγυπτος, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία κ.α.  Προσπαθεί ακόμα και με την Συρία.

4. Η εκτόνωση της έντασης ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, είχε αρχίσει πριν τους σεισμούς, με την συνάντηση των διπλωματικών συμβούλων των δύο ηγετών (Ιμπραήμ Καλίν και Άννας Μαρίας Μπούρα) στις Βρυξέλλες, με μεσολάβηση της γερμανικής κυβέρνησης. Εμπεδώθηκε με την ελληνική βοήθεια προς τον τουρκικό λαό, μετά τους σεισμούς. Μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο, οι ομαλές σχέσεις θα συνεχιστούν.

Η ομαλότητα στις διμερείς σχέσεις είναι εξαιρετικά χρήσιμη, αλλά δεν αρκεί. Όσο μένουν ανοιχτά τα προβλήματα, μπορούν σε κάποια άλλη χρονική συγκυρία στο μέλλον να ξαναγίνουν πηγή εντάσεων.

Συνεπώς, οι δύο κυβερνήσεις πρέπει να αφήσουν πίσω παλινωδίες και ταλαντεύσεις, καθώς και μια άγονη και στενή αντίληψη του λεγόμενου «πολιτικού κόστους». Και να προετοιμάσουν την ελληνική κοινωνία, ενημερώνοντας την για την πραγματική διάσταση των ζητημάτων, αλλά και για τα οφέλη από την διευθέτηση τους.

Οι δύο κυβερνήσεις, με νωπή λαϊκή εντολή σε Ελλάδα και Τουρκία, έχουν την δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να επανεκκινήσουν τον διμερή διάλογο. Να ξαναγυρίσουν στις συζητήσεις που είχαν παγώσει την προηγούμενη περίοδο, σε όλα τα «τραπέζια» που υπάρχουν: α) διερευνητικές συνομιλίες, β) πολιτικές διαβουλεύσεις μεταξύ των Γενικών Γραμματέων των δύο υπουργείων Εξωτερικών, και γ) πολιτικό-στρατιωτικός διάλογος για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) στο Αιγαίο.

Και παράλληλα, οφείλουν να προχωρήσουν στην διαδικασία επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών. Είτε μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων, είτε με από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ακόμα δε καλύτερα, με συνδυασμό των δύο αυτών μορφών επίλυσης.

* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης – ΕΕνΟΕ

www.anatropinews.gr/2023/06/29/%ce%b8%cf%8c%ce%b4%cf%89%cf%81%ce%bf%cf%82-%cf%84%cf%83%ce%af%ce%ba%ce%b1%cf%82-%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%bf%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%ba%ce%b9%ce%ba%ce%ac-%ce%bd%ce%ad%ce%b1-%cf%83%ce%b5/

 

 

>>

Στην ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ, 25/6/2023 - ΑΡΘΡΟ: Ο βασιλιάς Πούτιν είναι σχεδόν γυμνός

2023-06-25 18:18
 
''ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ", 25/6/2023
 
 Ο βασιλιάς Πούτιν είναι σχεδόν γυμνός
____________________________________________
 
Από την στιγμή που η ρωσική εισβολή δεν κατόρθωσε να απομακρύνει την κυβέρνηση Ζελένσκι από το Κίεβο και να «λύσει» το θέμα της Ουκρανίας μέσα σε κάποιες μέρες, ή το πολύ μέσα σε λίγες εβδομάδες, ήταν θέμα χρόνου να εμφανιστούν οι ρωγμές στο καθεστώς του Πούτιν.
 
Η «αυτοκρατορική» ιδεολογία, που είναι το συνεκτικό στοιχείο του καθεστώτος, δεν μπορεί να σταθεί με τα πενιχρά αποτελέσματα της εισβολής. Τι αυτοκρατορία είσαι, αν δεν μπορείς να κατακτήσεις τον μικρότερο γείτονα σου…;
 
Η αντίληψη του μεγάλου ρωσικού έθνους, που είναι μοιρασμένο σε τρεις χώρες -Ρωσία, Ουκρανία, Λευκορωσία, βασικό στοιχείο της ιδεολογίας αυτής, έχει καταρρεύσει κι αυτή. Πώς δεν σε υποδέχονται τα «αλύτρωτα αδέλφια σου» μετά βαΐων και κλάδων, αλλά αντιστέκονται λυσσαλέα και παλλαϊκά…;
 
Με αφορμή την απόπειρα ανταρσίας του Πριγκόζιν και της μισθοφορικής εταιρείας Wagner, μπορούν να γίνουν οι εξής παρατηρήσεις:
 
1. Είδαμε μια κλασική απόπειρα ξεκαθαρίσματος λογαριασμών στο εσωτερικό ενός αυταρχικού καθεστώτος. Αυτό είναι πιθανό να οδηγήσει και σε άλλες ρωγμές. Φυγόκεντρες δυνάμεις απελευθερώνονται. Η εικόνα ότι ο πρόεδρος της χώρας αναγκάζεται να διαπραγματευθεί και να συμβιβαστεί με κάποιον που ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση ως προδότη, είναι καταλυτική. Άλλοι επίδοξοι επιβήτορες της εξουσίας βλέπουν ότι η ισχύς του ηγέτη δεν είναι απεριόριστη.
 
2. Μέχρι τώρα ο Πούτιν ήταν ο εγγυητής κατά κάποιο τρόπο της ισορροπίας των διαφόρων φατριών στο εσωτερικό του καθεστώτος. Κατόρθωνε να τις εξισορροπήσει με μη στρατιωτικό τρόπο, με μη βίαιο τρόπο. Τώρα αυτή του η δυνατότητα αμφισβητείται εμπράκτως και αυτό γίνεται ενώπιον και της διεθνούς κοινότητας και του ρωσικού λαού. Αυτό δίνει μια εικόνα αδυναμίας του Ρώσου προέδρου.
 
3. Ανεξάρτητα από την τύχη του πραξικοπήματος του Πριγκόζιν, ο Πούτιν έχει δεχτεί ένα τεράστιο πλήγμα. Η ηγεσία του αμφισβητήθηκε ανοιχτά και με τα όπλα εντός της Ρωσίας, οι δυνάμεις ασφαλείας είναι διασπασμένες και εχθρικές μεταξύ τους Είναι βέβαιο ότι η κατάσταση της οικονομίας θα επιδεινωθεί –και λόγω των διεθνών κυρώσεων- και η Ρωσία θα απομονωθεί ακόμα περισσότερο.
 
4. Ο Πούτιν προσπάθησε να ενεργοποιήσει «το ρωσικό ΝΑΤΟ», το Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας που έχει φτιάξει η Ρωσία, με ορισμένες χώρες πρώην μέλη της Σοβιετικής Ένωσης. Κάλεσε στη Μόσχα το δικτάτορα της Λευκορωσίας, Αλεξάντρ Λουκασένκο, πολύ στενό του σύμμαχο, και τον ημι-δικτάτορα πρόεδρο του Καζακστάν. Ο Λουκασένκο ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση. Όμως ο πρόεδρος του Καζακστάν αρνήθηκε να πάει, λέγοντας ότι η σύγκρουση αυτή είναι εσωτερική υπόθεση της Ρωσίας.
 
Να υπενθυμίσουμε ότι το Καζακστάν εδώ και λίγους μήνες, ακριβώς επειδή έβλεπε ότι μειώνεται η επιρροή της Ρωσίας στην ευρύτερη περιοχή λόγω της εμπλοκής της στην Ουκρανία, έχει κάνει πολύ σοβαρές και ισχυρές διμερείς και συλλογικές συμφωνίες με την Κίνα. Έχει δώσει τη δυνατότητα στην Κίνα να διεισδύσει οικονομικά και αλλιώς στο Καζακστάν. Προφανώς και το Καζακστάν, ψάχνοντας να βρει συμμάχους στο χώρο της Κεντρικής Ασίας που να μπορούν να το διασφαλίζουν κάπως, σε περίπτωση που όπως φαίνεται η Ρωσία αποδυναμώνεται.
 
5. Είναι μεγάλο ερωτηματικό τι θα γίνει στο μέτωπο της Ουκρανίας.
 
Ο Πριγκόζιν σε δηλώσεις προς το ρωσικό κοινό, πριν αρχίσει την ανταρσία του, υπονόμευσε τρία βασικά στοιχεία της προπαγάνδας του Πούτιν.
 
α) διέψευσε ότι υπήρχε «γενοκτονία» των ρωσόφωνων της Ανατολικής Ουκρανίας από τις δυνάμεις του Κιέβου, πριν την ρωσική εισβολή.
 
β) τόνισε ότι η Ουκρανία δεν αποτελούσε άμεση απειλή για την Ρωσία, όταν άρχισε η εισβολή, και
 
γ) ανέφερε ότι οι ρωσικές απώλειες είναι 3πλάσιες και 4πλάσιες όσων ισχυρίζεται η ηγεσία των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων.
 
Η ουσιαστική, αν όχι και τυπική, διάλυση της Wagner μετά τις εξελίξεις, θα στερήσει τη ρωσική πλευρά τις μόνες δυνάμεις που είχαν κάποιες επιτυχίες στο μέτωπο.
 
Η Ουκρανία αισθάνεται μεγαλύτερη άνεση να προχωρήσει την αντεπίθεση της για να απελευθερώσει τα κατεχόμενα εδάφη της. Κάποιες φωνές στη Δύση που πρότειναν, άμεσα ή έμμεσα, συμβιβασμό σε βάρος της ουκρανικής εδαφικής ακεραιότητας, προς το παρόν τουλάχιστον θα σιγήσουν.
 
Το ηθικό των ρωσικών στρατευμάτων που επιχειρούν στην Ουκρανία, σίγουρα δεν βοηθιέται από τις πρόσφατες εξελίξεις. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα αντιδράσουν οι στρατιώτες στο μέτωπο αφού οι περισσότεροι δεν προέρχονται καν από την «καρδιά» της Ρωσίας, αλλά από περιοχές του Καυκάσου και της Σιβηρίας.
 
Πολλές από αυτές τις περιοχές αρχίζουν να εμφανίζουν αιτήματα ανεξαρτησίας, αποχώρησης και απόσχισης από την ίδια την Ρωσική Ομοσπονδία.
 
* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι πολιτικός επιστήμονας - διεθνολόγος
 

 

>>

Εισβολή στην Ουκρανία και μείωση ρωσικής επιρροής σε Καύκασο και Κεντρική Ασία / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ GR DIPLOMATIC REVIEW

2023-06-07 11:24

GR DIPLOMATIC REVIEW, τεύχος 12, 15 Μαίου -15 Ιουνίου 2023

 

 

Εισβολή στην Ουκρανία και μείωση ρωσικής επιρροής σε Καύκασο και Κεντρική Ασία

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

Η απρόκλητη και παράνομη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία εισέρχεται σε νέα φάση. Μετά την παρέλευση του χειμώνα ετοιμάζεται κλιμάκωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων. 

Μέχρι τώρα, οι βαριές καιρικές συνθήκες επέβαλαν τον περιορισμό των συγκρούσεων. Οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες καταπονούν το στρατιωτικό προσωπικό, ενώ ο μεγάλος όγκος χιονιού και πάγου, αλλά και το λασπώδες έδαφος, δεν επιτρέπουν στα τεθωρακισμένα να αναπτύξουν τις δυνατότητες τους. Εξάλλου οι Ρώσοι πολίτες που επιστρατεύθηκαν το φθινόπωρο, είχαν ανάγκη εκπαίδευσης, τουλάχιστον κάποιων μηνών. 

Τους επόμενους μήνες, ο Πούτιν θα θελήσει να δείξει, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και προς την διεθνή Κοινότητα,  ότι δεν έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες του, παρά τα πενιχρά - σε σχέση με τα προσδοκώμενα - αποτελέσματα της εισβολής.

Η ηγεσία της Ουκρανίας και η παλλαϊκή αντίσταση θα θελήσουν να ανακαταλάβουν όσα περισσότερα ουκρανικά εδάφη μπορούν, ώστε να έχουν την καλύτερη δυνατή διαπραγματευτική θέση, όταν κάτι τέτοιο χρειαστεί. 

Θα υπάρξουν μεγάλες ρωσικές επιθέσεις και ουκρανικές αντεπιθέσεις, με χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον μέχρι τον ερχομό του επόμενου χειμώνα. 

 

«Ρωσικός κόσμος» και «εγγύς εξωτερικό»

 

Για την κατανόηση των εξελίξεων είναι αναγκαίο να αναλύσουμε την πραγματική φύση του καθεστώτος Πούτιν. Η ηγετική ομάδα του έχει διαφορετικού είδους γεωστρατηγικές βλέψεις και «ιδεολογική» αντίληψη του κόσμου, από αυτήν που έχουμε εμείς στις δημοκρατικές χώρες.

Οι θεωρητικοί που εργάζονται μέσα στο σύστημα εξουσίας του αυταρχικού καθεστώτος Πούτιν, συμβάλλουν αποφασιστικά στη χάραξη της γεωπολιτικής ατζέντας του. Ενστερνίζονται έναν μεγαλοϊδεατικό ρωσικό σωβινισμό και επιθετικό εθνικισμό, έναν αντι-δυτικισμό με «ευρασιατική» αντίληψη, με χαρακτηριστικά ασιατικού δεσποτισμού που υποτιμά τις δημοκρατικές κατακτήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το κεντρικό αφήγημα τους είναι να «αναστήσουν» αυτό που θεωρούν ως «χαμένο μεγαλείο» της παλιάς Ρωσίας.

Εδώ και χρόνια μιλούν για έναν «ρωσικό κόσμο», που υπερβαίνει τα σύνορα της σημερινής Ρωσίας. Θεωρούν ότι υπάρχουν και άλλες χώρες γύρω τους που ανήκουν στον «ρωσικό κόσμο», στις οποίες η Ρωσία ηγεμονεύει –ή πρέπει να ηγεμονεύει– γεωστρατηγικά, πολιτικά και πολιτιστικά.

Ο βασικός στόχος είναι οι ανεξάρτητες σήμερα χώρες, που ανήκαν κάποτε στην παλιά ρωσική αυτοκρατορία, τσαρική ή σοβιετική, τις οποίες στη Μόσχα αποκαλούν «εγγύς εξωτερικό», να ενταχθούν σε μια ελεγχόμενη από τη Ρωσία ζώνη επιρροής.

Να καταστούν δηλαδή χώρες «περιορισμένης κυριαρχίας», με δικαίωμα «βέτο» της Ρωσίας για τον διεθνή προσανατολισμό τους, για το σε ποιες συμμαχίες και διεθνείς ή περιφερειακούς οργανισμούς μπορούν να ενταχθούν. Ή να αποδεχτούν ένα καθεστώς ουδετερότητας από θέση αδυναμίας, δηλαδή μια «φινλανδοποίησή» τους. Ίσως και έλεγχο του εσωτερικού καθεστώτος τους, ώστε αυτό να είναι φιλικό προς το Κρεμλίνο.

Κάποια εδάφη πιθανόν στοχεύουν να τα εντάξουν απευθείας στη «ρωσική κυριαρχία», όπως τα κατεχόμενα μέχρι σήμερα από τη Ρωσία εδάφη της Γεωργίας (Αμπχαζία, Νότια Οσετία) και της Μολδαβίας (Υπερδνειστερία). Μαζί με την παράνομα προσαρτημένη Κριμαία και την Ανατολική Ουκρανία.

Τον Ιανουάριο του 2022 είχε γίνει στρατιωτική επέμβαση με επικεφαλής ρωσικά στρατεύματα στο Καζακστάν, για να διασωθεί το ημι-δικτατορικό καθεστώς του από τις λαϊκές διαδηλώσεις. Αυτά καταδεικνύουν την κεντρική του αντίληψη για το πώς αντιλαμβάνεται τον «ζωτικό χώρο» του.

Η εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία (2008) είχε φανεί πολύ «μακρινή» στους Δυτικούς για να παρέμβουν με κάποιον τρόπο. Η ρωσική εισβολή στην Κριμαία (2014) είχε κοστίσει στην Ρωσία την καταδίκη από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, την αποπομπή της από τους G8 και κάποιες οικονομικές κυρώσεις. Ήταν όμως εύκολα ενσωματώσιμες συνέπειες. Όλα τα προηγούμενα ώθησαν τη ρωσική ηγεσία να υποτιμήσει τις ενδεχόμενες διεθνείς αντιδράσεις.

 

Ανησυχία και αναδιάταξη συμμαχιών

 

Οι χώρες στον Καύκασο και την Κεντρική Ασία, κυρίως πρώην μέλη της Σοβιετικής Ένωσης, παρακολουθούν με μεγάλη ανησυχία τις εξελίξεις. Βλέπουν την απόπειρα της σημερινής ρωσικής ηγετικής ομάδας "να πάρει τη ρεβάνς" για την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, ως άμεσο κίνδυνο για την εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία τους. 

Οι οικονομικές συνέπειες της εισβολής τις επηρεάζουν άμεσα. Οι πιθανότητες για ακόμα πιο μεγάλα προσφυγικά/μεταναστευτικά κύματα προς αυτές ενισχύονται. 

Η συνεχής διπλωματική απομόνωση της Ρωσίας, οι συνέπειες από τις οικονομικές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί σε βάρος της από την διεθνή Κοινότητα, η επικέντρωση στο ουκρανικό μέτωπο και η συνεχής ανάγκη για στρατεύματα και εξοπλισμούς, δεν επιτρέπουν στην ρωσική ηγεσία να ασκεί τον ρόλο που θα ήθελε στην περιοχή της. 

Στην προ ολίγων μηνών αναζωπύρωση των συγκρούσεων μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν, η Ρωσία δεν έπαιξε τον ρόλο που αναμενόταν ως δύναμη που έχει ειρηνευτικά στρατεύματα στην περιοχή. Γεγονός που προκάλεσε βαθιά απογοήτευση της αρμενικής ηγεσίας.

Ήδη ρόλο μεσολαβητών παίζουν, σε συνεννόηση μεταξύ τους, οι πρόεδροι Γαλλίας και Τουρκίας, Εμανουέλ Μακρόν και Ταγίπ Ερντογάν. Η μεν Γαλλία διατηρώντας παραδοσιακές σχέσεις με την Αρμενία, η δε Τουρκία έχοντας αδελφικές σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν.

Επίσης, οι ΗΠΑ δείχνουν το ενδιαφέρον τους να μην οδηγηθεί σε αποσταθεροποίηση η περιοχή, αναλαμβάνοντας προσεκτικές πρωτοβουλίες. 

Στην Γεωργία πρόσφατα, εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτών που κρατούσαν τη σημαία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατόρθωσαν να ακυρώσουν νόμο της κυβέρνησης. Ο νόμος που θεωρείτο "ρωσικής λογικής", θα επέβαλε να καταγραφούν πολλές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις ως "ξένοι πράκτορες". 

Ο νέος ηγέτης του Καζακστάν παρατηρεί την υποβάθμιση της ρωσικής επιρροής. Με μια εντυπωσιακή κίνηση, στρέφεται προς την Κίνα, με την οποία υπογράφει σειρά συμφωνιών ως αντιστάθμισμα.  

Πολλές άλλες κεντροασιατικές χώρες κάνουν το ίδιο. Προεξοφλούν περιορισμό των δυνατοτήτων της Ρωσίας και αποδέχονται την διείσδυση της Κίνας. Η τελευταία αξιοποιεί τη ευκαιρία να εδραιώσει την επιρροή της στις γειτονικές προς αυτήν χώρες. Σε κάποιες από αυτές τις χώρες, ενδυναμώνεται παράλληλα και ο ρόλος των ΗΠΑ. 

Η ίδια η Ρωσία, ολοένα και περισσότερο, αρχίζει να εξαρτάται από την Κίνα. Είναι αναγκασμένη να της παρέχει ορυκτά καύσιμα σε ολοένα και χαμηλότερες τιμές, αφού η πρόσβαση στις δυτικές αγορές έχει περιοριστεί κατά πολύ. Κινδυνεύει έτσι η Ρωσία να μεταβληθεί σε "βενζινάδικο της Κίνας", όπως προσφυώς έχει διατυπωθεί.

Η Κίνα έχει μεν απολυταρχικό καθεστώς, είναι όμως κατεξοχήν δύναμη της παγκοσμιοποίησης. Αντλεί δύναμη από τις οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές της σε όλο τον κόσμο. Υποσκελίζει την Ρωσία στην διεθνή σκηνή, ενισχυόμενη ως βασικός παγκόσμιος ανταγωνιστής των ΗΠΑ.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία όχι μόνο δεν οδήγησε σε ενδυνάμωση του διεθνούς ρόλου της Ρωσίας, αλλά συμβάλει στην μείωση της επιρροής της, ακόμα και στην άμεση γειτονιά της. 

Η Ρωσία απομονώνεται ολοένα και περισσότερο. Τείνει να γίνει κράτος-«παρίας» της διεθνούς ζωής. Ο Πούτιν καταστρέφει την ίδια τη χώρα και τον λαό του.

 

* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ) 

>>

"Συμπεράσματα από τις εκλογές στην Τουρκία" - Άρθρο στην Huffington Post

2023-05-29 14:28
Huffington Post, 29/5/2023
 
 
Συμπεράσματα από τις εκλογές στην Τουρκία

 

 Του Θόδωρου Τσίκα*

  

1. Παρά την φθορά 20 χρόνων εξουσίας, ο Ερντογάν συνεχίζει να συγκινεί ένα σημαντικό τμήμα της τουρκικής κοινωνίας, που "πίνει νερό στο όνομα του".

 Ο κόσμος της υπαίθρου, των επαρχιακών κωμοπόλεων, αλλά και των φτωχών συνοικιών στον περίγυρο των μεγαλουπόλεων που είδαν ανάπτυξη κατά την 20ετία της διακυβέρνησης Ερντογάν, είναι σημαντικά τμήματα των υποστηρικτών του. Σε αυτό το τελευταίο οφείλεται και το γεγονός ότι η υποψηφιότητα Ερντογάν συγκράτησε πολύ σημαντικές δυνάμεις στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη, παρά το ότι οι δήμαρχοι των δυο μεγαλουπόλεων ανήκουν στην αντιπολίτευση.

 Στρώματα που είχαν περιθωριοποιηθεί από τα κέντρα πολιτικής και οικονομικής εξουσίας επί δεκαετίες όταν κυβερνούσαν οι κεμαλικοί, φοβούνται ότι αν αλλάξουν τα πράγματα μπορεί να ξαναβρεθούν σε υποδεέστερη θέση.

 Φυσικά ο Ταγίπ Ερντογάν συνάντησε για πρώτη φορά τόσο μαζική αμφισβήτηση των επιλογών του. Για πρώτη φορά δεν εξελέγη από τον 1ο γύρο, χάνοντας πάνω από 2 εκατομμύρια ψήφους.

 Από την άλλη, η δέσμευση του ότι αυτή η φορά είναι η τελευταία που βάζει υποψηφιότητα, τον βοήθησε να κερδίσει συναισθηματικά ένα τμήμα κυμαινόμενων ψηφοφόρων.

 

   2. Η αντιπολίτευση, παρότι έκανε σοβαρές προσπάθειες το τελευταίο διάστημα, δεν κατόρθωσε να πείσει ότι αποτελεί σοβαρή κυβερνητική δύναμη προοπτικής. Η παρουσία έξι επικεφαλής θεωρήθηκε ως μικρότερης αποτελεσματικότητας από έναν ισχυρό ηγέτη. Η εσωτερική κρίση με την Μεράλ Ακσενέρ, που είχε αποχωρήσει από τον συνασπισμό της αντιπολίτευσης και  επανήλθε μετά από παζάρι με τον Κιλιτσντάρογλου, έκανε εμφανείς τις αδυναμίες.

   Η επί μεγάλο χρονικό διάστημα απουσία συμφωνίας για το ποιος θα είναι προεδρικός υποψήφιος, κόστισε. Οι αντίθετες θέσεις σε βασικά ζητήματα μεταξύ των 6 κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκάλεσαν έλλειψη σαφήνειας και εμπιστοσύνης. Η σύγκριση μεταξύ του έντιμου αλλά "χλωμού" Κιλιτσντάρογλου με τον χαρισματικό Ερντογάν, υπήρξε για μια ακόμα φορά σημαντικός παράγοντας. 

  

3. Ειδικό βάρος στις τουρκικές εκλογές παίζει η εθνικιστική ψήφος. Χονδρικά μιλώντας, στην Τουρκία ο χώρος Κεντροδεξιάς-Δεξιάς-Ακροδεξιάς κινείται σταθερά γύρω στο 60%, έναντι του χώρου Κεντροαριστεράς - Αριστεράς - ακραίας Αριστεράς που κινείται στο 40% (στον δεύτερο χώρο συνυπολογίζεται και η επιρροή του φιλο-κουρδικού Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών και των κομμάτων που υπήρξαν οι «πολιτικοί πρόγονοι» του με διάφορους τίτλους).

 Άρα για την εκλογική νίκη παίζει πολύ σημαντικό ρόλο η κατανομή των εθνικιστών ψηφοφόρων μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και των συμμαχιών τους.

 Κατά τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, που πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονα με τον 1ο γύρο των προεδρικών, η δύναμη του εθνικιστικού χώρου έφτασε αθροιστικά στο 25%.

 Ο συνασπισμός κομμάτων που στηρίζει Ερντογάν κατόρθωσε να κερδίσει σημαντικό κομμάτι αυτών των ψηφοφόρων. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν και το συμμαχικό του Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του ακροδεξιού Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Το τελευταίο ξεπέρασε σε ψήφους το εθνικιστικό Καλό Κόμμα της Μεράλ Ακσενέρ, που είχε ταχθεί με την αντιπολίτευση.

 

 4. Η μάχη δεν δόθηκε μόνο στο πεδίο της οικονομίας, αλλά έγινε και σύγκρουση «ταυτοτήτων» και αξιών. Πολιτιστικών, θρησκευτικών, κοινωνικών.

 Την τελευταία ημέρα της προεκλογικής περιόδου του 1ου γύρου είδαμε ανάγλυφα την εικόνα από τις «δύο Τουρκίες».

 Τον κ. Ερντογάν να παραμένει το Σαββατοκύριακο των εκλογών στην παλιά πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη. Εκεί προσευχήθηκε το βράδυ μέσα στην Αγία Σοφία, εκφράζοντας τους υπερασπιστές των «παραδοσιακών αξιών».

Ενώ ο κ. Κιλιτσντάρογλου παρέμεινε στη νέα πρωτεύουσα της σύγχρονης Τουρκίας, την Άγκυρα, όπου και κατέθεσε λουλούδια στο Μαυσωλείο του Κεμάλ Ατατούρκ. Ισχυρός συμβολισμός υπέρ του κοσμικού κράτους και των φιλο-δυτικών προσανατολισμών.

 Αυτές οι «δύο Τουρκίες» έχουν δαιμονοποιήσει η μία την άλλη.  Είναι βέβαιο ότι ο ανταγωνισμός και η αντιπαράθεση μεταξύ τους θα μας απασχολήσουν και στο μέλλον.

 

  5. Η γειτονική χώρα έχει αλλάξει σελίδα. Οι καταστροφικοί σεισμοί δημιούργησαν μια διαφορετική πραγματικότητα. Για επούλωση πληγών, η γειτονική χώρα είναι υποχρεωμένη να στραφεί προς τον εαυτό της. Δεν έχει την πολυτέλεια εξωτερικών περιπετειών.

 Για στέγαση ενός με ενάμιση εκατομμυρίου αστέγων και ανοικοδόμηση πόλεων και χωριών απαιτούνται 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτά μπορούν να βρεθούν μόνο με βοήθεια της διεθνούς Κοινότητας, και κυρίως από χώρες και οργανισμούς της Δύσης.

 Συνεπώς η Τουρκία θα πρέπει να κινηθεί συνετά και με συμβατό τρόπο προς αυτά που επιθυμεί ο διεθνής παράγοντας, ιδιαίτερα η Δύση, για την Ανατολική Μεσόγειο.

 Λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όλοι απεύχονται όξυνση στην Ανατολική Μεσόγειο. Αναμένεται μάλιστα απρόσκοπτη ροή ενέργειας από εναλλακτικές πηγές, μέσω της περιοχής μας.

 Η Τουρκία θα συνεχίσει την επαναπροσέγγιση με την Δύση, παράλληλα με την διατήρηση ισορροπιών με άλλους διεθνείς παίκτες.

Η εκτόνωση της έντασης ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, είχε αρχίσει πριν τους σεισμούς και εμπεδώθηκε με την ελληνική βοήθεια προς τον τουρκικό λαό. Μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο, οι ομαλές σχέσεις θα συνεχιστούν.

 Οι δύο κυβερνήσεις, με νωπή λαϊκή εντολή σε Ελλάδα και Τουρκία, θα έχουν την δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να επανεκκινήσουν τον διμερή διάλογο.

   Οφείλουν να προχωρήσουν στην διαδικασία επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών. Είτε μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων, είτε με από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της ΧάγηςΑκόμα δε καλύτερα, με συνδυασμό των δύο μορφών επίλυσης.

 

 * Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας- Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης - ΕΕνΟΕ

www.huffingtonpost.gr/entry/semperasmata-apo-tis-ekloyes-sten-toerkia_gr_6473bf45e4b045ce2483ab06

>>

Θόδωρος Τσίκας: Ο survivor της τουρκικής πολιτικής / Άρθρο στο ieidiseis

2023-05-16 13:00

ieidiseis, 16/5/2023

 

Ο survivor της τουρκικής πολιτικής

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

Για μια ακόμα φορά ο Ταγίπ Ερντογάν αποδεικνύει ότι είναι ένας survivor της πολιτικής. Παρά την φθορά των 20 χρόνων εξουσίας του, συνεχίζει να συγκινεί ένα σημαντικό τμήμα της τουρκικής κοινωνίας, που "πίνει νερό στο όνομα του".

Ο κόσμος της υπαίθρου, των επαρχιακών κωμοπόλεων, αλλά και των φτωχών συνοικιών των μεγαλουπόλεων που είδαν ανάπτυξη κατά την 20ετία της διακυβέρνησης Ερντογάν, είναι σημαντικά τμήματα των υποστηρικτών του. Σε αυτό το τελευταίο οφείλεται και το γεγονός ότι η υποψηφιότητα Ερντογάν συγκρατεί πολύ σημαντικές δυνάμεις στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη, παρά το ότι οι δήμαρχοι των δυο μεγαλουπόλεων ανήκουν στην αντιπολίτευση.

Φυσικά ο Ταγίπ Ερντογάν συνάντησε για πρώτη φορά τόσο μαζική αμφισβήτηση των επιλογών του. Το όραμα της ισχυρής Τουρκίας υπέστη σοβαρές ρωγμές από την ανετοιμότητα του κράτους να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πρόσφατων σεισμών. 

 Αν ο Ερντογάν δεν είχε βεβαιώσει ότι αυτή η φορά είναι η τελευταία που βάζει υποψηφιότητα, είναι πιθανόν να μην έπαιρνε την πρώτη θέση. Φαίνεται ότι για ένα τμήμα κυμαινόμενων ψηφοφόρων, λειτούργησε συναισθηματικά το κίνητρο της τελευταίας ευκαιρίας.

Η αντιπολίτευση, παρότι έκανε σοβαρές προσπάθειες το τελευταίο διάστημα, δεν κατόρθωσε να πείσει ότι αποτελεί σοβαρή κυβερνητική δύναμη προοπτικής. Η παρουσία έξι επικεφαλής θεωρήθηκε ως μικρότερης αποτελεσματικότητας από έναν ισχυρό ηγέτη. Η κρίση με την Μεράλ Ακσενέρ, η οποία είχε αποχωρήσει από την συμμαχία και επέστρεψε μετά από παζάρι με τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, έκανε εμφανείς τις αδυναμίες.

 Η επί μεγάλο χρονικό διάστημα απουσία συμφωνίας για το ποιος θα ηγηθεί του συνασπισμού, κόστισε σίγουρα. Οι αντίθετες θέσεις σε βασικά ζητήματα μεταξύ των 6 κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκάλεσαν έλλειψη σαφήνειας και συνεπώς εμπιστοσύνης. Η σύγκριση μεταξύ του έντιμου αλλά "χλωμού" Κιλιτσντάρογλου με τον χαρισματικό Ερντογάν, υπήρξε για μια ακόμα φορά σημαντικός παράγοντας. 

Από την στιγμή που ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης δεν κατορθώνει όχι μόνο να επικρατήσει από τον α' γύρο, αλλά ούτε καν να έχει το προβάδισμα, είναι εξαιρετικά δύσκολο να νικήσει στον β’ γύρο. Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει αποκτήσει αέρα νικητή, ενώ ως εν ενεργεία πρόεδρος έχει τη δυνατότητα να κινήσει μοχλούς του κρατικού μηχανισμού. 

Επίσης η συμμαχία των κομμάτων που στηρίζει τον κ. Ερντογάν έχει αποκτήσει πλειοψηφία στην Βουλή, κατά τις βουλευτικές εκλογές που έγιναν ταυτόχρονα με τις προεδρικές. Είναι βέβαιο ότι θα χρησιμοποιηθεί το επιχείρημα της σταθερότητας. Ότι δηλαδή δεν θα είναι χρήσιμο για την γειτονική χώρα, ο επόμενος πρόεδρος να μην έχει πλειοψηφία στην Βουλή.

Με βάση τους απόλυτους αριθμούς, απαιτείται το σύνολο πρακτικά των ψήφων του μικρότερου τρίτου υποψήφιου να πάει στον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ώστε να μπορέσει ο τελευταίος να επικρατήσει οριακά. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται πιθανό.

Την τελευταία ημέρα της προεκλογικής περιόδου είδαμε ανάγλυφα την εικόνα από τις «δύο Τουρκίες». Τον κ. Ερντογάν να παραμένει το Σαββατοκύριακο των εκλογών στην παλιά πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη. Εκεί προσευχήθηκε το βράδυ μέσα στην Αγία Σοφία, εκφράζοντας τους υπερασπιστές των «παραδοσιακών αξιών». Ενώ ο κ. Κιλιτσντάρογλου παρέμεινε στη νέα πρωτεύουσα της σύγχρονης Τουρκίας, την Άγκυρα, όπου και κατέθεσε λουλούδια στο Μαυσωλείο του Κεμάλ Ατατούρκ. Ισχυρός συμβολισμός υπέρ του κοσμικού κράτους και των φιλο-δυτικών προσανατολισμών.

Αυτές οι «δύο Τουρκίες» έχουν δαιμονοποιήσει η μία την άλλη.  Είναι βέβαιο ότι ο ανταγωνισμός και η αντιπαράθεση μεταξύ τους θα μας απασχολήσουν και στο μέλλον.

* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

>>

Τουρκικές εκλογές: Με το όπλο παρά πόδα - ΑΡΘΡΟ ΣΤΗ "ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ"

2023-05-15 12:10

Τουρκικές εκλογές: Με το όπλο παρά πόδα

 

"ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ", 15/5/2023

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

Μετά από μία αγωνιώδη νύχτα καταμέτρησης, φαίνεται ότι θα χρειαστεί και β’ γύρος προεδρικών εκλογών στην Τουρκία μεταξύ των δύο πρώτων υποψηφίων, των κ.κ. Ερντογάν και Κιλιτσντάρογλου. Και αυτό διότι, παρά το προβάδισμα του Ταγίπ Ερντογάν, κανείς υποψήφιος δεν ξεπερνά το 50%+1 των ψήφων. 

Νωρίτερα φαινόταν ότι ο νυν πρόεδρος ξεπερνά έστω ελαφρά το 50%, καθώς τα αποτελέσματα προέρχονταν από την κεντρική Τουρκία όπου βρίσκεται ο σκληρός πυρήνας των υποστηρικτών του.  Όταν όμως ήρθαν τα αποτελέσματα από τα παράλια, που παραδοσιακά ψηφίζουν τους κεμαλιστές, το ποσοστό του μειώθηκε. 

Για μια ακόμα φορά ο Ταγίπ Ερντογάν αποδεικνύει ότι είναι ένας survivor της πολιτικής. Παρά την φθορά των 20 χρόνων εξουσίας του, συνεχίζει να συγκινεί ένα σημαντικό τμήμα της τουρκικής κοινωνίας, που "πίνει νερό στο όνομα του".

Ο κόσμος της υπαίθρου, των επαρχιακών κωμοπόλεων, αλλά και των φτωχών συνοικιών των μεγαλουπόλεων που είδαν ανάπτυξη κατά την 20ετία της διακυβέρνησης Ερντογάν, είναι σημαντικά τμήματα των υποστηρικτών του. Μαζί με τους ανθρώπους που αισθάνονται ότι οι "παραδοσιακές αξίες" της τουρκικής κοινωνίας, πρέπει να τύχουν υπεράσπισης. 

Φυσικά ο Ταγίπ Ερντογάν συνάντησε για πρώτη φορά τόσο μαζική αμφισβήτηση των επιλογών του. Το όραμα της ισχυρής Τουρκίας υπέστη σοβαρές ρωγμές από την ανετοιμότητα του κράτους να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πρόσφατων σεισμών. 

Αν ο Ερντογάν δεν είχε βεβαιώσει ότι αυτή η φορά είναι η τελευταία που βάζει υποψηφιότητα, είναι πιθανόν να μην έπαιρνε την πρώτη θέση. Φαίνεται ότι για ένα τμήμα κυμαινόμενων ψηφοφόρων, λειτούργησε συναισθηματικά το κίνητρο της τελευταίας ευκαιρίας.

Η αντιπολίτευση, παρότι έκανε σοβαρές προσπάθειες το τελευταίο διάστημα, δεν κατόρθωσε να πείσει ότι αποτελεί σοβαρή κυβερνητική δύναμη προοπτικής.

 Η επί μεγάλο χρονικό διάστημα απουσία συμφωνίας για το ποιος θα ηγηθεί του συνασπισμού, κόστισε σίγουρα. Οι αντίθετες θέσεις σε βασικά ζητήματα μεταξύ των 6 κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκάλεσαν έλλειψη σαφήνειας και συνεπώς εμπιστοσύνης. Η σύγκριση μεταξύ του έντιμου αλλά "χλωμού" Κιλιτσντάρογλου με τον χαρισματικό Ερντογάν, υπήρξε για μια ακόμα φορά σημαντικός παράγοντας. 

Από την στιγμή που ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης δεν κατορθώνει όχι μόνο να επικρατήσει από τον α' γύρο, αλλά ούτε καν να έχει το προβάδισμα, είναι εξαιρετικά δύσκολο να νικήσει στον β΄ γύρο. Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει αποκτήσει αέρα νικητή, ενώ ως εν ενεργεία πρόεδρος έχει τη δυνατότητα να κινήσει μοχλούς του κρατικού μηχανισμού. 

Με βάση τους απόλυτους αριθμούς, απαιτείται το σύνολο πρακτικά των ψήφων του μικρότερου τρίτου υποψήφιου να πάει στον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ώστε να μπορέσει ο τελευταίος να επικρατήσει οριακά. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται πιθανό.

Η επόμενη μέρα θα είναι δύσκολη. Οι "δύο Τουρκίες" βρίσκονται με το "όπλο παρά πόδα". 

* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος

www.metarithmisi.gr/content/tourkikes-ekloges-me-to-oplo-para-poda

>>

Σουδάν: Συγκρούσεις και εκδημοκρατισμός / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ HUFFINGTON POST

2023-04-21 21:10

Σουδάν: Συγκρούσεις και εκδημοκρατισμός  

 "HUFFINGTON POST", 21/4/2023

 

1. Υπάρχει τρόπος αποκλιμάκωσης των συγκρούσεων μεταξύ των στρατιωτικών παρατάξεων του Σουδάν;

Χωρίς αμφιβολία, η αποκλιμάκωση και η κατάπαυση του πυρός πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα. Με τραγικό τρόπο, οι πολίτες του Σουδάν είναι οι παράπλευρες απώλειες στη δίψα των στρατηγών για αποκλειστική εξουσία. Είναι σαφές ότι η διεθνής Κοινότητα έχει αναγνωρίσει τις τρομερές συνέπειες για το Σουδάν και πέραν αυτής της σύγκρουσης.

Ας δούμε, για παράδειγμα, τον αριθμό των θεσμικών οργάνων και των εθνικών ηγετών που ζητούν άμεση κατάπαυση του πυρός. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτό περιλαμβάνει και το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, παρά την πόλωση που έχει υπάρχει μέσα στο όργανο αυτό λόγω της απρόκλητης επίθεσης της Ρωσίας στην Ουκρανία.

 

Η επίτευξη κατάπαυσης του πυρός θα είναι δύσκολη. Οι στρατηγοί Burhan/Μπουρχάν και Hemetti/Χεμέτι, και οι αντίστοιχες οργανώσεις τους, είχαν επί μακρόν γραφειοκρατικές, θεσμικές και εθνοτικές αντιπαλότητες και αντιζηλίες. Αλλά με την πτώση του επί 30 χρόνια δικτάτορα Ομάρ Μπασίρ το 2019, συνήψαν έναν γάμο ευκαιρίας για κοινούς στόχους. Οι ”κοινοί στόχοι τους” ήταν να αποφύγουν πιθανή λογοδοσία σε πολιτικές Αρχές, τόσο οι Σουδανικές Ένοπλες Δυνάμεις (SAF) υπό τον στρατηγό Μπουρχάν, όσο και οι παραστρατιωτικές Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (RSF) υπό τον Χεμέτι.

Παρουσιάστηκαν ως εταίροι στους Σουδανούς πολιτικούς, και ως υποστηρικτές του προγράμματος δημοκρατικής μετάβασης στη διεθνή Κοινότητα, αλλά ποτέ δεν δεσμεύτηκαν πραγματικά σε αυτό. Τον Οκτώβριο του 2021, συνεργάστηκαν για τη φυλάκιση του πολιτικού πρωθυπουργού, του υπουργικού συμβουλίου του και άλλων, εκτροχιάζοντας ουσιαστικά τη μεταβατική σύμπραξη πολιτικού-στρατιωτικού μηχανισμού που υποτίθεται ότι θα επέβλεπε τη μετάβαση του Σουδάν σε δημοκρατικές εκλογές το 2024.

 
 

Όμως, σε αυτή τη δύσκολη συνεργασία έμεινε αναπάντητο το ποιος από τους δύο στρατηγούς θα επικρατούσε, αν οι πολίτες μπορούσαν να παραμεριστούν. Τώρα έχουμε αυτό που τόσο η SAF όσο και η RSF βλέπουν ως υπαρξιακή απειλή. Το γεγονός ότι το διακύβευμα είναι τόσο υψηλό για τους στρατηγούς, καθιστά την αποκλιμάκωση εξαιρετικά δύσκολη.

Οι ηγέτες των χωρών της ευρύτερης περιοχής μπορεί να έχουν την αξιοπιστία και την επιρροή και την επιθυμία να διευκολύνουν την κατάπαυση του πυρός, όπως πρότεινε η έκτακτη σύνοδος της Διακυβερνητικής Αρχής για την Ανάπτυξη (IGAD). Αλλά με το αεροδρόμιο να είναι πλέον διαφιλονικούμενο έδαφος, είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό πώς οι πρόεδροι της Κένυας, του Τζιμπουτί και του Νότιου Σουδάν, που έχουν οριστεί από την IGAD ως διαμεσολαβητές, θα συναντηθούν με τους εμπόλεμους.

 

ο καλύτερο σενάριο βραχυπρόθεσμα είναι μια ανθρωπιστική κατάπαυση του πυρός, ώστε να επιτραπούν οι εκκενώσεις όσων κατοίκων θέλουν να φύγουν και να μπορέσουν οι Σουδανοί πολίτες να λάβουν βασικές προμήθειες. Οι ηγέτες των χωρών της περιοχής και άλλοι θα μπορούσαν να βρουν τρόπους να παρατείνουν την ανθρωπιστική κατάπαυση του πυρός και να την αξιοποιήσουν. Αλλά ακόμη και αυτό το είδος αποκλιμάκωσης θα είναι εξαιρετικά εύθραυστο.

2. Ποιες συνέπειες θα έχει αυτή η σύγκρουση για την περιοχή;

Ό,τι συμβαίνει στο Σουδάν δεν θα παραμείνει στο Σουδάν.

Η Αίγυπτος δεν πρόκειται να καθίσει με σταυρωμένα τα χέρια ενώ οι στρατιώτες και τα στρατιωτικά της μέσα στο Meroe (βορειοανατολικά του Χαρτούμ) βρίσκονται υπό την επιτήρηση των RSF.

Η Σαουδική Αραβία πρέπει να παρακολουθεί το Σουδάν με μεγάλη ανησυχία, γνωρίζοντας ότι, αν αυτό εξελιχθεί σε εμφύλιο πόλεμο πλήρους κλίμακας, οι πρόσφυγες δεν θα εισρεύσουν μόνο σε γειτονικές χώρες αλλά και πέρα από την Ερυθρά Θάλασσα.

Το Τσαντ περνάει τη δική του δύσκολη μετάβαση, και αν το Νταρφούρ φλέγεται και πάλι, αυτό σίγουρα θα επεκταθεί και εκεί, ακόμη και στη Λιβύη.

Η ομάδα Wagner της Ρωσίας έχει εδραιωθεί στο Σουδάν, σε κυκλώματα λαθρεμπορίου χρυσού που έχουν πλουτίσει τον Χεμέτι, και η κατοχή μιας εδαφικής ζώνης από το Μπανγκούι της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας έως το Χαρτούμ θα δημιουργούσε γεωπολιτικές προκλήσεις πέρα από το Κέρας της Αφρικής.

 

Αν και η κυβέρνηση της Αιθιοπίας έχει ήδη τα χέρια της γεμάτα, αναμένεται ότι θα υπάρξουν σκληροπυρηνικοί μεταξύ της ”κυβερνώσας” φυλής των Αμχάρα που θα θελήσουν να εκμεταλλευτούν τα δεινά του Σουδάν, για να επιβάλουν τον έλεγχο της αμφισβητούμενης γεωργικής περιοχής Φασάγκα κατά μήκος των συνόρων Σουδάν-Αιθιοπίας.

Και ο Isaias Afwerki/Ισάιας Αφεγουέρκι, ο επί πολλά χρόνια αυταρχικός κυβερνήτης της Ερυθραίας, θα χαιρόταν πάρα πολύ να δει εσωτερικές διαμάχες σε μεγαλύτερους και ισχυρότερους γείτονες, καθώς αυτές θα του επέτρεπαν σχετικά μεγαλύτερη επιρροή.

3. Τι σημαίνει αυτή η κατάσταση για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές δημοκρατικής διακυβέρνησης στο Σουδάν;

Μέλη των ”Επιτροπών Αντίστασης του Σουδάν” που έδωσαν ηρωικό αγώνα ως κύρια κινητήρια δύναμη πίσω από την εκδίωξη του Μπασίρ, μπορεί αυτή τη στιγμή να κρύβονται στα καταφύγια τους, αλλά είναι απίθανο να παραδώσουν τις προσδοκίες τους για δημοκρατική, πολιτική διακυβέρνηση είτε στον Μπουρχάν είτε στον Χεμέτι ή στους επίδοξους διαδόχους τους.

Η πίεση του δρόμου με λαϊκές διαδηλώσεις, τόσο στους αξιωματούχους ασφαλείας όσο και στην πολιτική τάξη, θα συνεχιστεί κάποια στιγμή. Η ωμή βία από τον Μπασίρ ή κατά το πραξικόπημα του Οκτωβρίου 2021, δεν τερμάτισε τις διαμαρτυρίες των Επιτροπών Αντίστασης. Στην πραγματικότητα, οι προσπάθειες καταστολής απλώς αύξησαν τις απαιτήσεις των πολιτών.

Αλλά εδώ είναι το πρόβλημα: Ας υποθέσουμε -και ας ελπίσουμε- ότι η κατάπαυση του πυρός επιτυγχάνεται και διαρκεί αρκετά ώστε να ανοίξει ξανά ένα παράθυρο για μια πολιτική διαδικασία. Ποιος πολιτικός θα μπορέσει να καθίσει στο τραπέζι με έναν από τους στρατηγούς της SAF ή της RSF, μετά από αυτή τη βία;

Ίσως αυτό να μην ειπώθηκε ποτέ ρητά, αλλά η συναντίληψη που προϋπήρχε όσον αφορά μια πολιτική διαδικασία, προϋπέθετε ότι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, οι SAF και RSF και οι ηγέτες τους θα μπορούσαν με κάποιο τρόπο να παραπλανηθούν ή να κινηθούν σε ένα μονοπάτι που θα οδηγούσε τελικά σε δημοκρατικές εκλογές και πολιτικό έλεγχο του στρατού και των RSF. Αυτή η σιωπηρή παραδοχή είναι ένα ακόμη θύμα αυτής της εσωτερικής διαπάλης.

 

Ακόμη και πριν από τις τρέχουσες συγκρούσεις, οι Επιτροπές Αντίστασης ήταν ήδη επιφυλακτικές ως προς τη δέσμευση των στρατηγών στη Συμφωνία-Πλαίσιο του Δεκεμβρίου 2022, η οποία είχε σχεδιαστεί για τη δημιουργία μιας πολιτικής κυβέρνησης στις αρχές Απριλίου 2023.

Η επανεκκίνηση μιας πολιτικής διαδικασίας θα απαιτήσει νέο τρόπο σκέψης από τους Σουδανούς και τους περιφερειακούς και διεθνείς υποστηρικτές τους. Βέβαια αυτή τη στιγμή των μαχών, δεν υπάρχουν δημιουργικές ιδέες για το πώς οι Σουδανοί και άλλοι πρέπει να αντιμετωπίσουν τον Μπουρχάν, τον Χεμέτι και τους συναδέλφους τους στρατηγούς, αν αυτοί παραμείνουν όρθιοι μετά από αυτές τις μάχες.

 

Αρκετοί δεν ασπάζονται την άποψη ότι ο Μπουρχάν είναι ο σχετικά ”καλός” στρατηγός και ότι ο Χεμέτι είναι ο ”κακός”. Και οι δύο έχουν επιδείξει περιφρόνηση για τις προσδοκίες των Σουδανών πολιτών. Από την άλλη, είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι οι παραστρατιωτικές δυνάμεις του Χεμέτι, έχουν διαπράξει βαρύτατα εγκλήματα κατά τις παλαιότερες συγκρούσεις με αντάρτες στην περιοχή του Νταρφούρ και αλλού.

 

4. Τι πρέπει να προσέξουν όσοι υποστηρίζουν τη δημοκρατία σε αυτή τη σύγκρουση και τι μπορεί να γίνει -αν είναι δυνατόν, για να αντιμετωπιστούν αυτές οι δύσκολες συνθήκες;

Πρέπει να παρακολουθήσουμε την ευρύτερη περιοχή.

Οι περιφερειακοί παράγοντες στο Κέρας της Αφρικής, την Αίγυπτο και τον Αραβικό/Περσικό Κόλπο θα διαδραματίσουν εποικοδομητικό ρόλο ή θα επιδεινώσουν την κατάσταση και θα ρίξουν λάδι στη φωτιά;

Μπορεί να μετατραπεί σε κάτι χειροπιαστό η ευπρόσδεκτη και δηλωμένη ενότητα των γειτόνων του Σουδάν και της διεθνούς Κοινότητας που ζητούν κατάπαυση του πυρός;

 

Θα υπάρξει ενιαία στήριξη στις προσπάθειες των ηγετών της περιοχής να διευκολύνουν την κατάπαυση του πυρός;

Ίσως προς το παρόν, το πιο σημαντικό καθήκον είναι να διατηρηθεί το Σουδάν στην διεθνή ημερήσια διάταξη. Υπάρχει ο κίνδυνος, αν ο πόλεμος συνεχιστεί, τα Μέσα Ενημέρωσης να στραφούν σε άλλα θέματα, αφήνοντας τους Σουδανούς να αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι.

Και χρειάζεται τώρα δημιουργική σκέψη για το τι είναι δυνατόν να γίνει, αν υπάρξει κατάπαυση του πυρός (είτε με διαμεσολάβηση, είτε αν η SAF ή η RSF νικήσει την άλλη):

Πώς θα ”αξιοποιηθεί” αυτή η τρομερή βία ως ευκαιρία για να επανέλθει η μετάβαση του Σουδάν σε μια πιο ελπιδοφόρα, υπό την ηγεσία των πολιτών, πορεία προς καλά προετοιμασμένες και στον κατάλληλο χρόνο εκλογές.

* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας- Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

 

www.huffingtonpost.gr/entry/soedan-seykroeseis-kai-ekdemokratismos_gr_6441138be4b0d8403886b69c

 

>>

Επαναλαμβάνεται η «διπλωματία των σεισμών»; / ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ TV Χωρίς Σύνορα - TVXS

2023-02-13 16:37

Επαναλαμβάνεται η «διπλωματία των σεισμών»;  

TV Χωρίς Σύνορα - TVXS 

Θόδωρος Τσίκας

 

Oι καταστροφικοί σεισμοί σε Τουρκία και Συρία προκαλούν αισθήματα συγκίνησης σε όλο τον κόσμο. Οι πολίτες στην Ελλάδα (πλην -κάποιων- Λακεδαιμονίων...) με κάθε τρόπο εκφράζουν την συμπαράσταση τους. Η ελληνική Πολιτεία το ίδιο. Εκφράζουμε την οδύνη και την αλληλεγγύη μας στον τουρκικό λαό και την κυβέρνηση του. 

Δεν (πρέπει να) προσφέρουμε βοήθεια για να δείξουμε κάποια τυχόν "ανωτερότητα μας" έναντι της άλλης πλευράς. Ούτε διότι (πρέπει να) περιμένουμε κάποια πολιτικά ή διπλωματικά ανταλλάγματα. Το κάνουμε γιατί είμαστε άνθρωποι. Οι σεισμοί και οι φυσικές καταστροφές δεν έχουν πολιτικά σύνορα. Μας αφορούν εξίσου όλους.

Τρία μόλις χρόνια μετά την κρίση στα Ίμια, έγινε φονικός σεισμός στην βορειοδυτική Μικρά Ασία με επίκεντρο το Ίσμιτ (Νικομήδεια). Η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν άμεση. Έστειλε για πρώτη φορά κλιμάκια διασωστών και ανθρωπιστική βοήθεια. Η πράξη αυτή έγινε δεκτή από τους Τούρκους πολίτες, με ευγνωμοσύνη ίδια με την σημερινή. Τρεις μήνες μετά έγινε ο δυνατός σεισμός στην Αττική. Το τουρκικό κράτος έπραξε για την Ελλάδα τα αντίστοιχα.

Οι πολιτικές ηγεσίες των δύο χωρών αξιοποίησαν αμέσως την «ευκαιρία». Καθώς το κλίμα είχε αλλάξει, προχώρησαν σε αυτό που ονομάστηκε «διπλωματία των σεισμών». Μετά τις πρώτες επαφές, προχώρησε πιο εντατικά η συνεργασία σε θέματα «χαμηλής πολιτικής» (οικονομία, εμπόριο, τουρισμός κλπ). Αυτό οδήγησε σε μια χρυσή δεκαετία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τόσο με τις κεμαλικές δυνάμεις που κυβερνούσαν τότε την Τουρκία, όσο και στα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης από τον κ. Ερντογάν.

Είναι αλήθεια ότι αυτές οι προσπάθειες δεν ολοκληρώθηκαν με την αναγκαία επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, μέσω διμερών διαπραγματεύσεων ή του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Όμως η περίοδος αυτή μας κληροδότησε για πολλά χρόνια συνθήκες σταθερότητας, ηρεμίας, ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. 

Αξίζει να ξαναπροσπαθήσουμε! Είναι θέμα πολιτικής βούλησης και των δύο πλευρών. Δεν μπορούμε να υπονομεύουμε το μέλλον μας ξοδεύοντας τεράστιους πόρους για υπέρογκους εξοπλισμούς, που υπερβαίνουν τους αναγκαίους για κάθε χώρα. Χρειάζεται να τους επενδύουμε σε υποδομές, που μπορούν να σώσουν ανθρώπινες ζωές.

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/epanalambanetai-i-diplomatia-ton-seismon

>>

Μαθήματα για τα F-16 / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΤΑ ΝΕΑ"

2023-01-17 12:54
Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 17/1/2023
 

Μαθήματα για τα F-16

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

Η θετική εισήγηση της κυβέρνησης Μπάϊντεν προς το Κογκρέσο των ΗΠΑ για πώληση στην Τουρκία 40 νέων πολεμικών αεροσκαφών    F-16 και εκσυγχρονισμό άλλων 79, προκάλεσε –ως μη όφειλε– «έκπληξη» σε μεγάλη μερίδα του πολιτικού συστήματος και των Μέσων Ενημέρωσης στην χώρα μας.

 

Η εξέλιξη αποδεικνύει την έλλειψη ορθής και σε βάθος ανάλυσης των σχέσεων στην περιοχή μας και των διεθνών συσχετισμών. Δεν αποτελεί σοβαρή εξωτερική πολιτική η μονομερής εκφώνηση του «δικαίου μας» έναντι των άλλων. Εξωτερική πολιτική (πρέπει να) είναι η εναρμόνιση των συμφερόντων μας με τα συμφέροντα άλλων χωρών, σε πνεύμα  ισοτιμίας και αμοιβαίων παραχωρήσεων, για την εκπλήρωση κοινά συμφωνημένων στόχων. Αυτό πράττουν οι χώρες που βλέπουν τα συμφέροντα τους μέσα από την εμπέδωση της ευρύτερης συνεργασίας και της σταθερότητας, και όχι μέσω της διαιώνισης των αντιπαλοτήτων.

 

Οι ΗΠΑ έχουν αναστείλει την πώληση των πολεμικών αεροσκαφών F-35 στην Τουρκία, εφαρμόζοντας τη νομοθεσία τους, λόγω της προμήθειας από την γειτονική μας χώρα των ρωσικών πυραύλων S-400. Ήταν ποτέ δυνατόν να φανταστεί κανείς ότι δεν θα έδιναν ούτε τα F-16;

 

Παρά τις διαφορές τους, που εξακολουθούν να ισχύουν, ΗΠΑ και Τουρκία παραμένουν συμμαχικές χώρες. Από την αρχή σχεδόν της θητείας του ο κ. Μπάϊντεν σε επικοινωνίες με τον κ. Ερντογάν, είχε δηλώσει ότι βλέπει θετικά την παράδοση F-16 στην Τουρκία, επισημαίνοντας βέβαια ότι στο θέμα έχει αποφασιστική σημασία ο ρόλος του αμερικανικού Κογκρέσου. 

 

Τον Δεκέμβριο ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, «καλωσόρισε την πρωτοβουλία των ΗΠΑ να αφαιρέσουν τις προϋποθέσεις που εισήχθησαν στη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ σε σχέση με την πώληση των πολεμικών αεροπλάνων F-16, ύστερα από αίτημα της τουρκικής κυβέρνησης στο τέλος του 2021».

Η αμερικανική πολεμική βιομηχανία επιθυμεί να πάρει το πακέτο από τα δις για τα 40+79. Η Ελλάδα παίρνει κάποια ανταλλάγματα: αναβάθμιση του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης και προμήθεια F-35. Η Κύπρος παίρνει την άρση του εμπάργκο πώλησης αμερικανικού οπλισμού, που υπήρχε μέχρι πρόσφατα σε βάρος της.

 

Στο μεταξύ αναγγέλλεται επίσκεψη του κ. Τσαβούσογλου στις ΗΠΑ για τις αρχές του 2023. Θα ήταν δυνατόν να μην υπάρξει εξέλιξη στο θέμα των F-16 ; Την στιγμή μάλιστα που λόγω των συνεπειών της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, που αποτελεί το μείζον ζήτημα διεθνώς, εκκρεμεί η θετική απάντηση της Τουρκίας για την ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ;

 

Η ελληνική εξωτερική πολιτική έβαλε όλα τα αυγά της στο  μπλοκάρισμα της αγοράς. Έτσι κινητοποίησε το ελληνικό λόμπι και κατάφερε μερικούς μήνες αναβολή. Όταν αυτό φάνηκε ότι αποτυγχάνει, «κινητοποιήθηκε» ο Μενέντεζ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, με δηλώσεις ότι θα επιμείνει κλπ.

 

Συμπέρασμα: μια εξωτερική πολιτική προσανατολισμένη στην παρεμπόδιση, δεν μπορεί να πάει μακριά. Είναι αποτυχημένη από τη φύση της. Η ελληνική διπλωματία στερείται θετικής δράσης. Κομμένοι δίαυλοι επικοινωνίας με Τουρκία, φόβος απέναντι στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Δεν προωθεί συνέργειες,  μεσολάβηση  ΗΠΑ και ΕΕ για προσέγγιση Ελλάδας-Τουρκίας, «προνομιακή» σχέση ΕΕ-Τουρκίας με παράλληλη επίλυση ελληνοτουρκικών διαφορών και Κυπριακού.

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ)

 

 

>>

Οι προκλήσεις του 2023 στη διεθνή σκακιέρα /ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ HUFFINGTON POST

2023-01-04 11:36

Οι προκλήσεις του 2023 στη διεθνή σκακιέρα

 

Huffington Post, 4/1/2023

 

 

Του Θόδωρου Τσίκα*

Το 2022 υπήρξε το έτος-καμπή, κατά το οποίο έληξε η περίοδος περίπου 30 χρόνων ομαλότητας, σταθερότητας και ειρηνικής συνύπαρξης στην Ευρώπη, μετά την λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Η επιστροφή του πολέμου, των γεωπολιτικών φαντασιώσεων και της σκληρής πολιτικής επηρεάζει όλον τον πλανήτη. Οι συνέπειες αλλάζουν ραγδαία τον κόσμο μας και θα τον καθορίσουν για τα επόμενα 20-30 χρόνια.

 
Remaining Time 0:00
 

Αν αναρωτηθούμε για τις προκλήσεις της νέας χρονιάς, θα ξεχώριζα τρεις:

1. Σίγουρα η λήξη της παράνομης, απρόκλητης και βάναυσης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία είναι αυτή την στιγμή το υπ′ αριθμόν ένα ζήτημα. Πρόκειται για έναν περιφερειακό πόλεμο, με παγκόσμιες όμως διαστάσεις και συνέπειες, που ξαναγυρίζει την Ευρώπη στην εποχή του Μεσοπολέμου.

 

Ο πόλεμος θα διαρκέσει αρκετά, ίσως και πολύ ακόμα. Όσο συνεχίζεται η ρωσική εισβολή, τόσο θα διαρκεί και η ουκρανική άμυνα. Μπορεί να πει σήμερα ο Πούτιν, ότι επιτεύχθηκαν οι στόχοι του και σταματά; Εξαιρετικά αμφίβολο.

Τώρα γίνονται οι τελευταίες μεγάλες προσπάθειες κι επιχειρήσεις, και από τις δύο πλευρές, ώστε να πετύχουν ό,τι μπορούν πριν έρθει ο βαρύς χειμώνας. Κατά την περίοδο του σκληρού χειμώνα, θα υπάρξει αναγκαστικά μια ύφεση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, καθώς η καταπόνηση του προσωπικού θα είναι απαγορευτική, αλλά κι οι επιχειρησιακές δυνατότητες των τεθωρακισμένων πάνω στο χιόνι και στον πάγο μειώνονται κατά πολύ. Οι συγκρούσεις θα συνεχιστούν με βομβαρδισμούς κυρίως, που μπορούν να πραγματοποιούνται από μακρινές αποστάσεις.

Οι επιστρατευμένοι της ρωσικής πλευράς για να μπορούν να αξιοποιηθούν, χρειάζονται εκπαίδευση τουλάχιστον 4 μηνών. Επομένως όλα αυτά μας οδηγούν στην ερχόμενη άνοιξη, για να δούμε τη νέα φάση του πολέμου.

Η διασφάλιση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, μαζί με ισχυρές διεθνείς εγγυήσεις ότι δεν θα υποστεί κάτι ανάλογο στο μέλλον, αποτελούν sine qua non προϋποθέσεις για να διατηρηθεί μια διεθνής τάξη στην Ευρώπη και τον κόσμο, όπως την αποφασίσαμε όλοι μαζί μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

 

2. Υπό το φως της κατάστασης στην Ουκρανία, αναδύεται ο ευρύτερος ευρωπαϊκός σχεδιασμός και μέσα σε αυτόν η προοπτική και η μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να δούμε ότι αναμορφώνεται ο ρόλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Ο ρόλος αυτός αποκτά νέες διαστάσεις. Η διεύρυνση τους δεν είναι μια διαδικασία, όπως οι προηγούμενες διευρύνσεις τους.

Η διεύρυνση των δύο αυτών οργανισμών είναι πλέον άμεσα συνδεδεμένη με την ασφάλεια των υπό ένταξη χωρών, αλλά και με την ασφάλεια της ευρωπαϊκής ηπείρου συνολικά.

Η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί πολύ περισσότερο σε θέματα ασφάλειας και γεωπολιτικής από ό,τι στο παρελθόν. Η ΕΕ θα αντιμετωπίσει κι άλλες γεωπολιτικές προκλήσεις, όπως ήδη φαίνεται από τις αιτήσεις για ένταξη της Ουκρανίας, της Γεωργίας και της Μολδαβίας.

Η ΕΕ του μέλλοντος θα χρειαστεί μια πιο ευέλικτη δομή, με μια σχεδόν «συνομοσπονδιακή» μορφή που θα περιβάλλει έναν ομοσπονδιακό «πυρήνα».

Η απάντηση είναι μία: εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης και πάνω απ’ όλα διεύρυνσή της με τις ενδιαφερόμενες υποψήφιες χώρες.

 

Και από την άποψη αυτή έχει ενδιαφέρον ότι ωριμάζει τώρα η ιδέα, η διεύρυνση της Ένωσης (με τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων από τη μία πλευρά, και την Ουκρανία, τη Μολδαβία και τη Γεωργία από την άλλη, που επίσης πρόσφατα υπέβαλαν αιτήσεις ένταξης), να γίνει σε δύο στάδια – πρώτα και άμεσα μια μερική ένταξη και στη συνέχεια η πλήρης προσχώρησή τους.

Ως εκ τούτου, η Ένωση θα πρέπει να κατασκευάσει ένα καθεστώς μερικής ένταξης για τις χώρες αυτές, το οποίο θα είναι κάτι πολύ περισσότερο από τη σύνδεση, αλλά λιγότερο από την πλήρη ένταξη. Χωρίς να είναι υποκατάστατο της τελικής, θεσμικής προσχώρησης, αλλά ένα βήμα προς τον στόχο αυτόν.

Και τούτο καθώς η πλήρης ένταξη δεν πρόκειται να υλοποιηθεί προτού περάσουν αρκετά χρόνια. Οι χώρες όμως των Δυτικών Βαλκανίων, κυρίως η Βόρεια Μακεδονία και η Αλβανία, δεν πρέπει να θεωρήσουν ότι παρακάμπτονται.

Η μερική ένταξη θα προβλέπει τη βαθμιαία συμμετοχή των κρατών στην ενιαία εσωτερική αγορά και άλλες κοινές πολιτικές και χρηματοδοτήσεις, καθώς και επιλεκτική συμμετοχή στα όργανα της ΕΕ (κυρίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο).

Η μερική ένταξη «θα αγκυροβολήσει» στέρεα τις χώρες αυτές στην Ένωση, συμβάλλοντας έτσι στην ευρύτερη σταθερότητα και ασφάλεια, αλλά και στην καταπολέμηση της απογοήτευσης που αισθάνονται οι χώρες αυτές από την τελμάτωση της διευρυνσιακής διαδικασίας.

 

Ένα ερώτημα που τίθεται είναι, εάν το καθεστώς μερικής ένταξης θα πρέπει να εφαρμοστεί και για την Τουρκία, η οποία τυπικά τουλάχιστον είναι υποψήφια για πλήρη ένταξη.

Η απάντηση είναι ότι, ναι, θα πρέπει να εφαρμοστεί, υπό τις αυτονόητες προϋποθέσεις κυρίως της δημοκρατικής αιρεσιμότητας.

Στο μέτρο που η Τουρκία προχωρά στην εφαρμογή δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων με σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, σε ανάλογο μέτρο θα γίνεται και η ενσωμάτωσή της στις πολιτικές και στα όργανα της Ένωσης.

Και στη βάση αυτή Αθήνα και Λευκωσία θα πρέπει να υποστηρίξουν τη συμμετοχή της Τουρκίας, εάν και όταν τεθεί το ζήτημα.

Ειδικά η Λευκωσία οφείλει να κατανοήσει ότι η λύση του κυπριακού προβλήματος στη λογική της Διζωνικής, Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα μεταξύ ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής Κοινότητας, όπως προβλέπουν οι αποφάσεις του ΟΗΕ, θα μπορέσει να επανέλθει αξιόπιστα στο τραπέζι, μόνο εάν επανέλθει και η προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην Ένωση.

 
Αυτή η προοπτική θα διευκολύνει εξαιρετικά και την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, είτε μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων, είτε με από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

 

>>

Οριοθέτηση Αιγύπτου: υπερβολές και ψευδαισθήσεις / ΑΡΘΡΟ στην Εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ", 16/12/2022

2022-12-16 11:49

Εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ", 16/12/2022

 

Οριοθέτηση Αιγύπτου: υπερβολές και ψευδαισθήσεις

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ *

Η μονομερής και μερική οριοθέτηση προς τα δυτικά της που έκανε η Αίγυπτος, όσον αφορά την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) με την Λιβύη, έγινε δεκτή στην Ελλάδα με υπερβολές και πανηγυρισμούς.

Η κίνηση αυτή έχει κάποιο θετικό αντίκτυπο, πολιτικό και διπλωματικό, αλλά ήταν φυσιολογική και αναμενόμενη. Εφόσον η Αίγυπτος έχει υπογράψει με την Ελλάδα τη γνωστή κοινή οριοθέτηση ΑΟΖ, προφανώς θα επέλεγε τη συγκεκριμένη γραμμή οριοθέτησης και προς την Λιβύη.

Από κει και πέρα, η διαπίστωση ότι αυτή η κίνηση ακυρώνει, αχρηστεύει κ.ο.κ. το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, δημιουργεί ψευδαισθήσεις.

Πρώτον, διότι η συγκεκριμένη χάραξη γραμμής επικαλύπτει μόνο ένα πολύ μικρό τμήμα θαλάσσιας περιοχής που καθορίζεται από το τουρκο-λιβυκό Σύμφωνο. Και μάλιστα δικαιωμάτων της Λιβύης, και όχι της Τουρκίας, σύμφωνα με αυτό. Η υπόλοιπη περιοχή που καθορίζεται από Τουρκία και Λιβύη, και ιδιαιτέρως αυτή που αφορά την Ελλάδα (πέραν της μερικής οριοθέτησης Ελλάδας-Αιγύπτου) μένει ακάλυπτη.

Δεύτερον, διότι η κίνηση της Αιγύπτου είναι μονομερής και άρα αυθαίρετη. Δεν μπορεί να έχει νομικά αποτελέσματα καθώς -σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο - οριοθέτηση ΑΟΖ μπορεί να γίνει μόνο κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των απέναντι ή των διπλανών χωρών. Αυτό σημαίνει ότι για να υπάρχει έγκυρο αποτέλεσμα είναι αναγκαία η διαπραγμάτευση μεταξύ Αιγύπτου και Λιβύης.

Σε κάθε περίπτωση πρέπει να υπάρξουν διαπραγματεύσεις Ελλάδας-Λιβύης, Ελλάδας-Αιγύπτου για την υπόλοιπη περιοχή, Ελλάδας-Τουρκίας, Κύπρου -Τουρκίας για την μεταξύ τους περιοχή κλπ. Για ορισμένες θαλάσσιες περιοχές θα χρειαστούν τριμερείς διαπραγματεύσεις μεταξύ των χωρών, ώστε να καθοριστούν τα σημεία επαφής των ΑΟΖ τους. Μέχρι τότε το καθεστώς των διεθνών υδάτων μεταξύ τους παραμένει ως έχει, χωρίς δικαιώματα οικονομικής εκμετάλλευσης. Αυτό ισχύει για όλες  τις χώρες, προφανώς και για την Ελλάδα.

Το θέμα με το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο δεν θα ξεπεραστεί τόσο εύκολα. Ακόμα και αν υπήρχε συμφωνία για ολόκληρη την περιοχή μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο θα ήταν εκεί. Θα είχαμε δύο επικαλυπτόμενες συμφωνίες. Τα σύμφωνα αυτά ακυρώνονται με δύο τρόπους: είτε οι υπογράφοντες αποσύρουν την υπογραφή τους (κάτι δύσκολο στην προκειμένη περίπτωση), είτε με προσφυγή σε διεθνές διαιτητικό ή δικαστικό όργανο. Ας σημειώσουμε ότι η Λιβύη έχει δηλώσει ότι αποδέχεται a priori την δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, άρα θα ήταν σχετικά εύκολο να θέσει μαζί με την Ελλάδα το θέμα ενώπιον του. Φυσικά και γι αυτό θα χρειαστεί προηγουμένως πολιτικός διάλογος μεταξύ των δύο χωρών.

Η Αίγυπτος στα θέματα των νησιών, ιδιαιτέρως των μικρών, έχει απόψεις πιο κοντά στην Τουρκία, παρά προς τα δόγματα της επίσημης ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.  Ως ηπειρωτική χώρα με μεγάλη ακτογραμμή υποβαθμίζει τα δικαιώματα των μικρών νησιών και νησίδων σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Στην μερική οριοθέτηση Αιγύπτου-Ελλάδας, δύο μικρά ελληνικά νησάκια νότια του νομού Λασιθίου στην Κρήτη έχουν μηδενική επήρεια. Αυτός είναι και ο λόγος που η οριοθέτηση με την Ελλάδα έφτασε μόνο μέχρι και την δυτική ακτή της Ρόδου. Η Αίγυπτος δεν δέχτηκε να επεκταθεί ανατολικότερα και να συμπεριλάβει την ευρύτερη περιοχή του Καστελόριζου. Διότι θεωρεί ότι η Τουρκία έχει δικαιώματα εκεί, τα οποία δεν μπορούν να αγνοηθούν.

* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος

>>

Θέλουμε την Τουρκία στη Δύση; / ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ HUFFINGTON POST

2022-11-18 13:49

HUFFINGTON POST Greece, 18/11/2022

 

Θέλουμε την Τουρκία στη Δύση;

Του Θόδωρου Τσίκα*

 

1. Ανήκει η Τουρκία στην Δύση;

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Τουρκία αποτελεί τμήμα της "Δύσης". Αν και έχει πολλές και μεγάλες ιδιαιτερότητες, ανήκει σε όλους τους δυτικούς θεσμούς και οργανισμούς. Μέλος του ΝΑΤΟ, μέλος του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), συνδεδεμένη χώρα με την ΕΕ από την δεκαετία του '60, και υποψήφια προς ένταξη. Συμμετείχε ως πλήρες μέλος στην εναρκτήρια Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας, που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του Γάλλου προέδρου Μακρόν και της Ε.Ε. 

  Αυτό σημαίνει ότι οι σχέσεις της με ΗΠΑ και ΕΕ είναι κομβικής σημασίας. Τόσο οι οικονομικές - εμπορικές σχέσεις, όσο και οι σχέσεις στον τομέα της άμυνας, με στρατιωτικές βάσεις και εξοπλισμούς, είναι και θα παραμείνουν ανεπτυγμένες. 

Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική, Ζοζέπ Μπορέλ, αλλά και το Σύμφωνο συνεργασίας των τριών κομμάτων της γερμανικής κυβέρνησης (ακόμα και με την Πράσινη υπουργό Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ) χαρακτηρίζουν την Τουρκία ως σημαντική και πολύτιμη σύμμαχο.

Ο πρόεδρος Ερντογάν δεν έχει αποφασίσει να απομακρύνει την Τουρκία από την Δύση. Όμως θεωρεί ότι η Τουρκία, όντας ισχυρή περιφερειακή δύναμη (σε Μαύρη Θάλασσα, Καύκασο, Κεντρική Ασία, Ανατολική Μεσόγειο, Μέση Ανατολή, Ερυθρά Θάλασσα, Βόρεια Αφρική) μπορεί να ανήκει σε δυτικούς οργανισμούς, αλλά με ελευθερία κινήσεωνΔηλαδή ότι αυτό δεν την αποκλείει από το να κάνει παιχνίδι και με άλλους παράγοντες: Ρωσία, Κίνα, Ιράν, κλπ. 

Γύρω από τα όρια αυτής της τακτικής, γίνεται αυτήν περίοδο μια διαπραγμάτευση. Ο Ταγίπ Ερντογάν, παρά την «ειδική σχέση» που διατηρεί με τον Πούτιν, κάνει το τελευταίο διάστημα μια συνολική επαναπροσέγγιση με την Δύση. Αυτό πράττει με την ΕΕ, προωθώντας την λεγόμενη «θετική ατζέντα» στις σχέσεις τους (βλέπε και πρόσφατη επικοινωνία με Γερμανό καγκελάριο Σολτς, συναντήσεις με πρόεδρο Γαλλίας Μακρόν στις Συνόδους Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας στην Πράγα και G20 στο Μπαλί) και βεβαίως με τις ΗΠΑ (συναντήσεις Μπάϊντεν-Ερντογάν στις Συνόδους Κορυφής ΝΑΤΟ και G20,  των συμβούλων Εθνικής Ασφαλείας Σάλιβαν-Καλίν στην Κωνσταντινούπολη, θέμα πολεμικών αεροσκαφών F-16, κ.α.) 

2. Θέλει η Δύση την Τουρκία;

Η κυβέρνηση Μπάϊντεν των ΗΠΑ, παρά την κριτική που ασκεί στον πρόεδρο της Τουρκίας, κυρίως για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατικών ελευθεριών ή για την προμήθεια των ρωσικών πυραύλων S-400, δεν έχει αποφασίσει να αφήσει την Τουρκία να απομακρυνθεί από την Δύση. Κάτι τέτοιο θα ήταν μεγάλη αποτυχία για την εξωτερική πολιτική οποιασδήποτε αμερικανικής κυβέρνησης. 

Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, δήλωνε από τις αρχές σχεδόν της θητείας του (23/11/2020): «Η Τουρκία είναι σύμμαχος του ΝΑΤΟ, όσον αφορά τις δεσμεύσεις της, τη γεωγραφική της θέση και τα συμφέροντά της. Είναι μια εξαιρετικά σημαντική χώρα και, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, καθίσταται σημαντική σε οποιοδήποτε ζήτημα, σύγκρουση ή πρωτοβουλία».

Προσφάτως, στην Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τουρκία, παρά την αυστηρή κριτική για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η γειτονική χώρα χαρακτηρίζεται «εταίρος-κλειδί» και επιβεβαιώνεται η ιδιότητα της ως επίσημης υποψήφιας προς ένταξη στην Ε.Ε. Τονίζεται πως η Άγκυρα διευκόλυνε τον διάλογο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας και διαδραμάτισε βασικό ρόλο στη συμφωνία για την εξαγωγή σιτηρών.  Αναφέρεται με θετικό τόνο η συμβολή της Τουρκίας στο προσφυγικό/μεταναστευτικό ζήτημα, στο πλαίσιο της σχετικής Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας.

Ο Επίτροπος για την Διεύρυνση,  Όλιβερ Βαρέλι, δήλωσε (EURACTIV): «Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να κατανοήσουν ότι η Τουρκία είναι “πολύ σημαντικός” περιφερειακός παίκτης. Η Τουρκία είναι ένας βασικός σύμμαχος του ΝΑΤΟ. Το να έχουμε την Τουρκία στο πλευρό μας είναι προς το συμφέρον μας». Και συνέχισε: «Αυτό σημαίνει ότι θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε με την Τουρκία, φυσικά, χωρίς να διστάζουμε να εστιάζουμε την προσοχή της στα προβλήματα που βλέπουμε». «Παρόλο που αυτά τα ζητήματα είναι πολύ παρόντα, είναι απαραίτητο να γίνει κατανοητό ότι η σχέση μεταξύ Άγκυρας και ΕΕ έχει “πολύ βαθιές ρίζες”», κατέληξε.

Η ΕΕ βλέπει την Τουρκία ως (μόνιμο) γείτονα. Ανεξαρτήτως του ποιος είναι σήμερα στην ηγεσία της. Εκτιμά ότι η χώρα αυτή είναι περιφερειακή δύναμη με σημαντικό ρόλο στα πράγματα της περιοχής. Και επιθυμεί να οικοδομήσει μια συνολική, περιεκτική σχέση μαζί της, ώστε να την έχει κοντά της αλλά και να «ελέγχει» την εξωτερική συμπεριφορά της και την εσωτερική πορεία της.

Στα Συμπεράσματα των Συνόδων Κορυφής προκρίνεται η «θετική ατζέντα» με την Τουρκία: νέα συμφωνία για το Προσφυγικό, αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης, ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων, συνεργασία σε ενεργειακό τομέα και μεταφορές. Συζητούνται ακόμα, η άρση του καθεστώτος βίζας των Τούρκων πολιτών για τα κράτη-μέλη της ΕΕ, αλλά και η συμμετοχή της ως «τρίτη χώρα», όπως Νορβηγία και ΗΠΑ, στη Μόνιμη Διαρθρωτική Συνεργασία (PESCO) για αμυντικά θέματα.

3. Πρέπει να είναι η Τουρκία στην Δύση;

Ούτε η ΕΕ, ούτε οι ΗΠΑ θέλουν η Τουρκία να πέσει σε αστάθεια, ή να ενταχθεί σε έναν άξονα Ρωσίας-Κίνας-Ιράν, καθώς και να ηγεμονευθεί από εξτρεμιστικές ισλαμιστικές δυνάμεις. Η ΕΕ θεωρεί ότι δεν πρέπει να μένει ανεξέλεγκτη η Τουρκία, γιατί θα είναι πιο επικίνδυνη για την Κύπρο, την Ελλάδα αλλά και για το σύνολο της ΕΕ.

Το «κλειδί» για ελληνοτουρκικά και Κυπριακό είναι οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης - Τουρκίας. Είναι σημαντικό να υπάρξει ένα πλέγμα δεσμευτικών σχέσεων και κοινών συμφερόντων μεταξύ των δύο πλευρών, μέσα στο οποίο να εντάξουμε και την επίλυση ελληνοτουρκικών και Κυπριακού. Επομένως η «θετική ατζέντα» στις ευρω-τουρκικές σχέσεις μπορεί να είναι επωφελής.

Αντί να σπαταλάμε «διπλωματικό κεφάλαιο» για κυρώσεις στην Τουρκία, τις οποίες έτσι κι αλλιώς οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν θέλουν, η Ελλάδα πρέπει να θέσει μέσα σε αυτό το πακέτο, τα δικά της θέματα, τις ελληνοτουρκικές διαφορές και το Κυπριακό.

Η επίλυση των προβλημάτων μας με την Τουρκία περνά μέσω της βελτίωσης των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας, και όχι μέσω της επιδείνωσης τους. Η Τουρκία πρέπει να είναι μέσα σε ένα «κέλυφος» και εκεί να συζητούνται οι όποιες διαφορές προκύπτουν. Αυτό θα είναι προς όφελος Ελλάδας και Κύπρου. Μπορεί να αξιοποιηθεί με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που απαιτούν πολιτικό θάρρος, και όχι με προσκόλληση σε στερεότυπα δόγματα εξωτερικής πολιτικής.

Παρά τις δυσκολίες που πάντα υπήρχαν, εναπόκειται και στην Ελλάδα να αναλάβει πρωτοβουλία. Να προχωρήσει με ειλικρίνεια και ρεαλισμό στην επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων ή/και Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Χωρίς να εναποθέτει ελπίδες σε κάποια «απομόνωση της Τουρκίας» ή σε  δήθεν «ραπίσματα» στον Ερντογάν από ΗΠΑ και ΕΕ. 

* Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος

www.huffingtonpost.gr/entry/theloeme-ten-toerkia-ste-dese_gr_6375fc50e4b07a02ca7fc7dd

 

 

 

>>

"Τι μας διδάσκει ο βαλλιστικός πύραυλος της Τουρκίας;" - ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ "ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ"

2022-10-21 18:04
 

''Η Εφημερίδα των Συντακτών", 21/10.2022

 

Τι μας διδάσκει ο βαλλιστικός πύραυλος της Τουρκίας;

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ,

Πολιτικού Επιστήμονα - Διεθνολόγου

Η αποκάλυψη της εκτόξευσης βαλλιστικού πυραύλου από την Τουρκία στη Μαύρη Θάλασσα επαναφέρει το κρίσιμο δίλημμα, τι θέλουμε να κάνουμε με την γειτονική χώρα. Έχουμε στρατηγική διεξόδου και απεμπλοκής; Ή προκρίνουμε την διαιώνιση των ελληνοτουρκικών διαφορών, με οποιεσδήποτε συνέπειες μπορεί να έχει αυτή;

Η Τουρκία είναι μια πολυπληθής χώρα και σημαντική περιφερειακή δύναμη. Έχει αυξημένες στρατιωτικές ανάγκες και μέτωπα, καθώς βρίσκεται σε μια δύσκολη περιοχή και με προβληματικούς γι αυτήν γείτονες όπως Ιράν, Ιράκ, Συρία, περιοχή Καυκάσου κλπ. Επίσης έχει και εσωτερικό μέτωπο εναντίον αποσχιστικών κουρδικών δυνάμεων. Οι εξοπλισμοί της θα είναι πάντα πολύ μεγάλοι, καθώς αφορούν αυτές τις ανάγκες. Αυτός είναι και ο λόγος που η Τουρκία έχει αναπτύξει την στρατιωτική βιομηχανία της, και έχει φτάσει να καλύπτει το 70-80% των αναγκών της με εγχώριους εξοπλισμούς. Ο βαλλιστικός πύραυλος είναι ένα μόνο παράδειγμα.

Το κλίμα εθνικισμού που καλλιεργείται στη χώρα μας, δημιουργεί ανοχή στην κοινή γνώμη ως προς την επανέναρξη ενός εξοπλιστικού ανταγωνισμού. Ουσιαστικά "πληρώνουμε" την απροθυμία μας για έντιμους συμβιβασμούς και αμοιβαίες παραχωρήσεις εντός του πλαισίου του Διεθνούς Δικαίου. Προσπαθούμε να "εξαγοράσουμε" την στήριξη άλλων χωρών με την προμήθεια δικών τους οπλικών συστημάτων.

Αν είχαμε την πολιτική βούληση και την δυνατότητα για απευθείας επίλυση των προβλημάτων μας με την Τουρκία, πολλά από αυτά θα ήταν άχρηστα. Επιτυχία θα ήταν να διαμορφώνεις με τέτοιο τρόπο τις σχέσεις σου και τις συνθήκες στο περιβάλλον σου, ώστε να μην χρειαστεί να καταφύγεις σε αυτά.

Είναι φενάκη η  πεποίθηση ότι εμείς μπορούμε να φτάσουμε στο δικό τους επίπεδο, ή -ακόμα περισσότερο- να το ξεπεράσουμε! Ας μην ξεχνάμε ότι ένας από τους σημαντικούς παράγοντες, λόγω των οποίων η χώρα έφτασε στο κατώφλι της χρεωκοπίας, ήταν τα υπέρογκα εξοπλιστικά προγράμματα. Εκτός αν μας πει κανείς, ότι θα γίνουμε ισχυρότεροι, ως μια κατεστραμμένη οικονομικά και χρεοκοπημένη χώρα. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ως αποτέλεσμα και του εξοπλιστικού ανταγωνισμού της με τις ΗΠΑ, είναι πάντα ένα παράδειγμα προς αποφυγή.

Η Τουρκία είναι μια διαφορετική κοινωνία και πιο εύκολα μπορεί να δεχτεί τη στρατικοποίηση της κρίσης και τους εξοπλισμούς. Ακόμα και νεκρούς. Το θέμα είναι εμείς ποιο μοντέλο θέλουμε να ακολουθήσουμε και σε ποιο πεδίο επιθυμούμε να «ρυμουλκήσουμε» τη Τουρκία. Δεν μπορούμε και ούτε χρειάζεται εμείς να στρατιωτικοποιούμε την κρίση. Δεν είναι πεδίο στο οποίο η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν κάποιο όφελος. Αυτό δεν είναι το δυνατό μας πεδίο.

Είναι αναμφισβήτητη η ανάγκη εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων και ενός εξοπλιστικού προγράμματος σε λογικά επίπεδα. Αλλά αυτό πρέπει να γίνεται με σχεδιασμό και πρόγραμμα. Όχι ως απόρροια σπασμωδικών αντανακλαστικών, που ενεργοποιούνται κάθε φορά που υπάρχει ένταση με την Τουρκία. Διότι, πέραν των άλλων, αυτό επηρεάζει και τον τύπο των συστημάτων που αγοράζουμε, που μπορεί να μην είναι διαχρονικά χρήσιμα για τις πραγματικές ανάγκες μας, ενώ κοστίζουν πολύ ακριβά.

Με τον βιαστικό τρόπο που γίνονται οι εξοπλιστικές προμήθειες μέσα στον πανικό των εξελίξεων, είναι πολύ πιθανό να μην υπάρχει διαφάνεια ούτε τρόπος εξεύρεσης των καλύτερων οικονομικών προσφορών. Το να αγοράζουμε εσπευσμένα και αποσπασματικά πολεμικά πλοία και αεροπλάνα από διάφορους περιστασιακούς φίλους μας δεν δείχνει σοβαρότητα και είναι πανάκριβη τακτική. Αυτός δεν είναι αποτελεσματικός και επωφελής τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος. 

Το χειρότερο θα είναι, να έχουμε αυταπάτες ότι με αυτά θα λύσουμε τα θέματα μας. Καμία χώρα δεν θα εμπλακεί στρατιωτικά σε δική μας διένεξη, επειδή κάναμε μια αμυντική συμφωνία. Ό,τι συμμαχίες και συνεργασίες και να κάνουμε, τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανάγκη συμφωνίας με τους γείτονες μας, παραμερίζοντας και οι δύο πλευρές μαξιμαλισμούς και αδιαλλαξίες. 

Γι΄ αυτό θα πρέπει να βρούμε ευκαιρία να μπούμε σε απευθείας πολιτική διαπραγμάτευση μεταξύ των δύο χωρών και να επιλύσουμε τα θέματα μας, σε συνδυασμό με μία από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η ισχύς της χώρας μας βρίσκεται στην συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και γενικά στους διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς, στις ευρύτερες συμμαχίες της, αλλά κυρίως στην ανάπτυξη της.

www.efsyn.gr/stiles/apopseis/364020_ti-mas-didaskei-o-ballistikos-pyraylos-tis-toyrkias

 

>>

Η Βρετανία και η Κοινοπολιτεία μετά την Ελισάβετ/ ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ "ΕΘΝΟΣ"

2022-09-17 21:13
"ΕΘΝΟΣ"-ETHNOS.GR, 17/9/2022
 
Η Βρετανία και η Κοινοπολιτεία μετά την Ελισάβετ
 
Θόδωρος Τσίκας
Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος
 
 
Η Βρετανία μετά την έξοδο της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το γνωστό Brexit, βρίσκεται σε μια περιδίνηση. Η οικονομία της έχει υποστεί υποχώρηση, καθώς η χώρα δεν θεωρείται πλέον το ίδιο ασφαλής για επενδύσεις και χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες. Το εμπόριο πλήττεται διότι πλέον επιβαρύνονται με μεγάλες γραφειοκρατικές διαδικασίες και καθυστερήσεις οι συναλλαγές της με τις χώρες-μέλη της Ε.Ε. λόγω επαναφοράς τελωνειακών ελέγχων. 
 
Στην Σκωτία, όπου κατά το δημοψήφισμα για το Brexit επικράτησε με μεγάλη πλειοψηφία το Remain (η παραμονή δηλαδή στην E.E), αναθερμαίνεται το ρεύμα αποχώρησης από το Ηνωμένο Βασίλειο. Ενώ κινδυνεύει να ξανα-ανοίξει το βορειο-ιρλανδικό ζήτημα, λόγω του γεγονότος ότι στην Συμφωνία ΕΕ-Βρετανίας για το Brexit περιλαμβάνεται πρόβλεψη πως τα βρετανικά προϊόντα για να μεταφερθούν στην Βόρεια Ιρλανδία, υπόκεινται πλέον σε τελωνειακούς ελέγχους, γεγονός που έχει εξοργίσει τους φιλο-βρετανούς Προτεστάντες της Β. Ιρλανδίας οι οποίοι σαμποτάρουν τον σχηματισμό τοπικής κυβέρνησης. 
 
Για να καλυφθούν οι ψευδείς υποσχέσεις που είχε δώσει ο μέχρι πρόσφατα πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον και οι σκληροί υποστηρικτές του Brexit στο Συντηρητικό Κόμμα, η βρετανική κυβέρνηση ξεκίνησε την διαδικασία μονομερούς αλλαγής της Συμφωνίας ΕΕ-Βρετανίας. Αυτό συνάντησε την έντονη αντίδραση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία απαντά με προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εναντίον της Βρετανίας.  Όλα τα παραπάνω αδυνατίζουν και την διεθνή θέση της Βρετανίας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. 
 
Ως αντιστάθμισμα αυτών, η Βρετανία προσπαθεί να κάνει δύο βασικές κινήσεις. Πρώτον να επιβεβαιώσει και να δυναμώσει ει δυνατόν, την "ειδική σχέση" στρατηγικής συμμαχίας με τις ΗΠΑ. Αυτό ως ένα βαθμό προχωρά. Παρόλα αυτά ο πρόεδρος Μπάιντεν και το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ δεν έχουν άριστες σχέσεις με τους Βρετανούς Συντηρητικούς. Επίσης επειδή έχουν ισχυρό ενδιαφέρον και δεσμούς με το ιρλανδικό στοιχείο των ΗΠΑ, βλέπουν με ανησυχία τις παλινωδίες της βρετανικής κυβέρνησης και τον κίνδυνο να ανατραπεί η λεγόμενη "Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής" του 1998, με την οποία επικράτησε εσωτερική ειρήνη στην Β. Ιρλανδία και διευθετήθηκε το βορειο-ιρλανδικό πρόβλημα. 
 
Η δεύτερη κίνηση της Βρετανίας είναι να ενδυναμώσει την (πρώην Βρετανική) Κοινοπολιτεία, την σημερινή Κοινοπολιτεία των Εθνών.  Αυτός ο οργανισμός που έχει απομείνει από την πάλαι ποτέ κραταιά Βρετανική Αυτοκρατορία, δίνει στην Βρετανία την αίσθηση μιας παγκόσμιας δύναμης. Το γεγονός ότι ο εκάστοτε Βρετανός μονάρχης είναι αυτοδικαίως η κορυφή της Κοινοπολιτείας, είναι ισχυρός συμβολισμός. Υπενθυμίζει την επιρροή που εξακολουθεί να έχει η Βρετανία σε αρκετά μέρη του κόσμου. Σε ορισμένες περιπτώσεις παρέχονται και στρατιωτικές διευκολύνσεις στις βρετανικές Ένοπλες Δυνάμεις. Από την άλλη πλευρά, αρκετές χώρες-μέλη της Κοινοπολιτείας κυρίως από τις λιγότερο αναπτυγμένες, ωφελούνται από τις προνομιακές οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με την Μ. Βρετανία.  
 
Η Κοινοπολιτεία όμως ως οντότητα δεν έχει πολιτική ισχύ παγκοσμίως. Αυτό οφείλεται στο ότι οι χώρες που την αποτελούν δεν έχουν τον ίδιο διεθνή προσανατολισμό, ούτε έχουν κοινές συμμαχίες. Κάποιες είναι ανήκουν σε αυτό που αποκαλούμε Δύση (Καναδάς, Αυστραλία, Ν. Ζηλανδία κ.α), άλλες είναι κοντά στην Ρωσία, κάποιες έχουν "αποικιοποιηθεί" οικονομικά από την Κίνα (κυρίως στην Αφρική και στον Ινδο-Ειρηνικό Ωκεανό), και ορισμένες προσπαθούν να συνεχίσουν την πολιτική του παλιού Κινήματος των Αδεσμεύτων. Κάποιες είναι σκληρά ανταγωνιστικές ή και εχθρικές μεταξύ τους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση Ινδίας-Πακιστάν. Πολλές, είτε μεμονωμένα οι ίδιες, είτε μέσω των περιφερειακών οργανισμών στους οποίους ανήκουν, έχουν ισχυρές σχέσεις με την ΕΕ, από την οποία όμως η Βρετανία έχει αποχωρήσει! 
 
 
Μία άλλη παράμετρος που πρέπει να προσεχθεί είναι ότι από τα 56  κράτη της Κοινοπολιτείας, τα 15 έχουν ως Αρχηγό του Κράτους τον εκάστοτε Βρετανό Μονάρχη. Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν χώρες της Κοινοπολιτείας που μετατρέπονται σε αβασίλευτες Δημοκρατίες, με αποτέλεσμα να "εκπίπτει" αυτομάτως ο/η Βρετανός/ή μονάρχης από την ηγεσία τους, όπως έγινε πρόσφατα με τα νησιά Μπαρμπέϊντος (ή Μπαρμπάδος) της Καραϊβικής. Ήδη ετοιμάζονται σχετικά δημοψηφίσματα σε δύο χώρες το προσεχές διάστημα. Επίσης στην Αυστραλία, εδώ και καιρό αναπτύσσεται κίνημα για να κηρυχθεί η χώρα αβασίλευτη Δημοκρατία. 
 
Ο θάνατος της δημοφιλούς βασίλισσας Ελισάβετ και η διαδοχή της από τον Κάρολο, που δεν έχει την ίδια λάμψη με την μητέρα του, είναι πολύ πιθανόν να επιταχύνει παρόμοιες διαδικασίες. Και μάλιστα αυτή την φορά όχι μόνο για την απομάκρυνση του Βρετανού μονάρχη από την κορυφή των κρατών αυτών, αλλά για  πλήρη αποχώρηση ορισμένων χωρών από την ίδια την Κοινοπολιτεία. 
 
 
 

 

>>

"Κοιτάσματα: εμπόδιο ή κίνητρο για το Κυπριακό; " - ΑΡΘΡΟ στην "Η Εφημερίδα των Συντακτών" ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ

2022-08-28 00:29

"Η Εφημερίδα των Συντακτών"-ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ, 27-28/8/2022

Κοιτάσματα: εμπόδιο ή κίνητρο για το Κυπριακό;

 

 ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ

πολιτικού επιστήμονα - διεθνολόγου

  

Η ανακάλυψη -σημαντικών αλλά όχι τεράστιων- κοιτασμάτων στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), είναι θετικό γεγονός μεν, πρέπει όμως να αντιμετωπιστεί στις σωστές διαστάσεις της και με αυτοσυγκράτηση από την ελλαδική και την ελληνοκυπριακή πλευρά. Πριν λίγα χρόνια η ανακάλυψη κοιτασμάτων στην θαλάσσια περιοχή ανοιχτά της Κύπρου, ορθώς είχε θεωρηθεί ως κίνητρο για τις δύο πλευρές, Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους, για να εξευρεθεί λύση στο κυπριακό πρόβλημα.

 Γι' αυτό και ο διεθνής παράγοντας μεσολάβησε για να πραγματοποιηθούν εντατικές διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό μέσα στο 2017 στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας. Αυτές όμως, την τελευταία στιγμή ναυάγησαν, και για την αρνητική αυτή εξέλιξη σύμφωνα με τον ΟΗΕ έχει ευθύνες μεταξύ άλλων και η δική μας πλευρά. Ειδικά δε ο πρόεδρος της Κύπρου, Ν. Αναστασιάδης, ουσιαστικά αποχώρησε από τις συνομιλίες, ενώ αυτές είχαν φτάσει σε απόσταση αναπνοής από μία λύση. 

 Η θέση της διεθνούς Κοινότητας είναι ότι, ναι μεν η Κυπριακή Δημοκρατία έχει το δικαίωμα σε έρευνες και εξορύξεις, αλλά τα έσοδα και ο πλούτος αυτός πρέπει να αξιοποιηθούν προς όφελος και των δύο Κοινοτήτων της Κύπρου. Ότι και στην διαχείριση των εσόδων πρέπει να μετέχουν, τόσο οι Ελληνοκύπριοι όσο και οι Τουρκοκύπριοι. Και ο ασφαλής τρόπος για να γίνει αυτό είναι να βρεθεί (συμβιβαστική βεβαίως) λύση στο Κυπριακό, σε βάση Ομοσπονδίας -έστω χαλαρής, με την οποία Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι θα μετέχουν, με βάση την πολιτική ισότητα, στην διακυβέρνηση του κράτους.

Ορισμένοι σε Ελλάδα και Κύπρο λένε ότι, από τον πλούτο αυτόν οι Τουρκοκύπριοι θα ωφεληθούν, μόνον αφού και όταν βρεθεί λύση στο Κυπριακό. Αυτό, σε ένα πρόβλημα που χρονίζει επί δεκαετίες, δεν γίνεται εύκολα αποδεκτό. Διότι θα μπορούσε να είναι πρόσχημα για τους Ελληνοκύπριους, να τρενάρουν επ’ αόριστον τις διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού, και στο μεταξύ να νέμονται μόνοι τους τα έσοδα από τις έρευνες και τις εξορύξεις.

Διότι σήμερα η διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία ελέγχεται μόνο από την ελληνοκυπριακή Κοινότητα, και όχι και από τις δύο Κοινότητες όπως προβλέπουν οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου του 1960, με τις οποίες ιδρύθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία. Η κατάσταση αυτή υπάρχει, όχι από την τουρκική στρατιωτική εισβολή του 1974, αλλά πολύ πριν, από το 1963, μόλις δηλαδή τρία χρόνια μετά την ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου.

 

Η θέση της Τουρκίας

Η Τουρκία έχει καταστρώσει εδώ και λίγα χρόνια μια επιθετική στρατηγική, καθώς συνδέει το Κυπριακό με τα κοιτάσματα στην Ανατολική Μεσόγειο, με αγωγούς που πρόκειται να δημιουργηθούν, αλλά και την εκκρεμή οριοθέτηση των ΑΟΖ στην θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ίδιας της Τουρκίας. Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία, που διεκδικεί ρόλο ισχυρής περιφερειακής δύναμης, δεν μπορεί να επιβεβαιώσει αυτόν τον ρόλο, χωρίς ενεργή συμμετοχή στο ενεργειακό παιχνίδι της περιοχής.

 Η Τουρκία επιχειρεί να καταγράψει αμφισβητήσεις, στέλνοντας ένα καθαρό μήνυμα ότι χωρίς τη συμμετοχή της δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Η Τουρκία αμφισβητεί τμήμα της οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου, θεωρώντας ότι παρακάμπτει δικά της συμφέροντα, όπως στο βόρειο τμήμα του Οικοπέδου 6 (όχι στο σημείο του Οικοπέδου όπου γίνονται έρευνες) δυτικά της Πάφου. Επίσης, επικαλείται "συμφωνία" μεταξύ της Τουρκίας και της αυτοαποκαλούμενης "Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου" για έρευνες βορείως της Κύπρου.

Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας, ότι και η Τουρκία ως παράκτια χώρα έχει νόμιμα συμφέροντα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Όχι βέβαια στην έκταση που αυτή ισχυρίζεται, αλλά πάντως υπαρκτά με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας.

Η σωστή κίνηση της Κύπρου να εμπλέξει μεγάλες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες στην αξιοποίηση των κυπριακών κοιτασμάτων, από μόνη της δεν αρκεί. Καμία σοβαρή και μακροχρόνια επιχειρηματική επένδυση δεν μπορεί να γίνει σε συνθήκες έντασης και αστάθειας.

 Οι τριμερείς συνεργασίες Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ανάγκη συνεννόησης με την Τουρκία, ούτε -πολύ περισσότερο- να αποσκοπούν (ή να φαίνεται ότι αποσκοπούν) στον αποκλεισμό της Τουρκίας από την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου.

 

Αναδιαμόρφωση του τοπίου

 

Η Τουρκία εδώ και καιρό είχε αρχίσει να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Δύση, με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., παρά τις υπάρχουσες διαφορές. Το ίδιο κάνει και με χώρες «δυτικής» επιρροής στη Μ. Ανατολή, όπως Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία κ.α., ενώ προσπαθεί με την Αίγυπτο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιταχύνει την «στροφή» της αυτή.

 Η επαναπροσέγγιση Τουρκίας-Ισραήλ, θα περιλάβει και λύσεις για την διοχέτευση ισραηλινού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, με σημαντικό τον δίαυλο μέσω Τουρκίας. Εφόσον κανείς δεν μιλά πλέον σοβαρά για τον μηδέποτε ρεαλιστικό στόχο της κατασκευής του αγωγού EastMed μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, θα αναζητηθούν άλλες προοπτικές. Ακόμα και η Αίγυπτος αναζητά εναλλακτικούς δρόμους.

 Αν δεν υπάρξει κάποια συνεννόηση προς διευθέτηση του Κυπριακού, η Κύπρος θα μείνει έξω από τους νέους ενεργειακούς σχεδιασμούς. Θα απομονωθεί, και φυσικά με στο νέο παγκόσμιο κλίμα το Κυπριακό υποβαθμίζεται και ξεχνιέται.

 H στασιμότητα στο Κυπριακό δημιουργεί επιπλέον κινδύνους και περιπλοκέςΤο status quo δεν είναι αναλλοίωτομπορεί μάλιστα να επιδεινωθεί. H αποτυχία των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά, η καχυποψία της διεθνούς Κοινότητας για έλλειψη επιθυμίας και των δύο πλευρών για λύση, το γεγονός ότι επί 6 χρόνια δεν υπάρχει καμία κινητικότητα, αλλά και η μετατόπιση του διεθνούς ενδιαφεεροντος προς τις κρίσεις της Ουκρανίας και της Ταϊβάν, είναι ανησυχητικοί παράγοντες. Όλες οι δυσμενείς εξελιξεις στο Κυπριακό υπήρξαν όταν οι διαδικασίες επίλυσης του είχαν βαλτώσει. 

 Η Κύπρος δεν μπορεί να «σπαταλά» αλόγιστα το διπλωματικό κεφάλαιο, που της προσέφερε η ένταξή της στην ΕΕ. Καταγγελίες για τη στάση της Τουρκίας σχετικά με γεωτρήσεις δεν αρκούν.

 Η Κύπρος μπορεί να συνεχίσει την προσπάθεια για εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Θα ήταν όμως σημαντικό:

·         Η ελληνοκυπριακή ηγεσία να ζητήσει άμεση συνάντηση με την τουρκοκυπριακή ηγεσία.

·         Να συγκροτήσουν μια κοινή Επιτροπή που θα διαχειρίζεται τα θέματα των υδρογονανθράκων.

·         Από κοινού να καλέσουν την Τουρκία να αποσύρει τις ναυτικές δυνάμεις της από την περιοχή που γίνονται οι εξορύξεις.

·         Να συνομιλήσουν με τα αρμόδια όργανα της Τουρκίας για τον καθορισμό της ΑΟΖ στην θάλασσα που περιβρέχει τις δυο χώρες.

·         Να ξαναρχίσουν διαπραγματεύσεις και να ζητήσουν από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να συγκαλέσει μια νέα Διάσκεψη για να λυθεί οριστικά το Κυπριακό.

 

www.efsyn.gr/stiles/apopseis/356924_koitasmata-empodio-i-kinitro-gia-kypriako

 

>>

"Κοιτάσματα: εμπόδιο ή κίνητρο για το Κυπριακό; " - ΑΡΘΡΟ στην "Η Εφημερίδα των Συντακτών" ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ

2022-08-28 00:29

"Η Εφημερίδα των Συντακτών"-ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ, 27-28/8/2022

Κοιτάσματα: εμπόδιο ή κίνητρο για το Κυπριακό;

 

 

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ

πολιτικού επιστήμονα - διεθνολόγου

 

Η ανακάλυψη -σημαντικών αλλά όχι τεράστιων- κοιτασμάτων στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), είναι θετικό γεγονός μεν, πρέπει όμως να αντιμετωπιστεί στις σωστές διαστάσεις της και με αυτοσυγκράτηση από την ελλαδική και την ελληνοκυπριακή πλευρά. Πριν λίγα χρόνια η ανακάλυψη κοιτασμάτων στην θαλάσσια περιοχή ανοιχτά της Κύπρου, ορθώς είχε θεωρηθεί ως κίνητρο για τις δύο πλευρές, Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους, για να εξευρεθεί λύση στο κυπριακό πρόβλημα.

 

Γι' αυτό και ο διεθνής παράγοντας μεσολάβησε για να πραγματοποιηθούν εντατικές διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό μέσα στο 2017 στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας. Αυτές όμως, την τελευταία στιγμή ναυάγησαν, και για την αρνητική αυτή εξέλιξη σύμφωνα με τον ΟΗΕ έχει ευθύνες μεταξύ άλλων και η δική μας πλευρά. Ειδικά δε ο πρόεδρος της Κύπρου, Ν. Αναστασιάδης, ουσιαστικά αποχώρησε από τις συνομιλίες, ενώ αυτές είχαν φτάσει σε απόσταση αναπνοής από μία λύση. 

 

Η θέση της διεθνούς Κοινότητας είναι ότι, ναι μεν η Κυπριακή Δημοκρατία έχει το δικαίωμα σε έρευνες και εξορύξεις, αλλά τα έσοδα και ο πλούτος αυτός πρέπει να αξιοποιηθούν προς όφελος και των δύο Κοινοτήτων της Κύπρου. Ότι και στην διαχείριση των εσόδων πρέπει να μετέχουν, τόσο οι Ελληνοκύπριοι όσο και οι Τουρκοκύπριοι. Και ο ασφαλής τρόπος για να γίνει αυτό είναι να βρεθεί (συμβιβαστική βεβαίως) λύση στο Κυπριακό, σε βάση Ομοσπονδίας -έστω χαλαρής, με την οποία Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι θα μετέχουν, με βάση την πολιτική ισότητα, στην διακυβέρνηση του κράτους.

Ορισμένοι σε Ελλάδα και Κύπρο λένε ότι, από τον πλούτο αυτόν οι Τουρκοκύπριοι θα ωφεληθούν, μόνον αφού και όταν βρεθεί λύση στο Κυπριακό. Αυτό, σε ένα πρόβλημα που χρονίζει επί δεκαετίες, δεν γίνεται εύκολα αποδεκτό. Διότι θα μπορούσε να είναι πρόσχημα για τους Ελληνοκύπριους, να τρενάρουν επ’ αόριστον τις διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού, και στο μεταξύ να νέμονται μόνοι τους τα έσοδα από τις έρευνες και τις εξορύξεις.

Διότι σήμερα η διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία ελέγχεται μόνο από την ελληνοκυπριακή Κοινότητα, και όχι και από τις δύο Κοινότητες όπως προβλέπουν οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου του 1960, με τις οποίες ιδρύθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία. Η κατάσταση αυτή υπάρχει, όχι από την τουρκική στρατιωτική εισβολή του 1974, αλλά πολύ πριν, από το 1963, μόλις δηλαδή τρία χρόνια μετά την ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου.

 

Η θέση της Τουρκίας

Η Τουρκία έχει καταστρώσει εδώ και λίγα χρόνια μια επιθετική στρατηγική, καθώς συνδέει το Κυπριακό με τα κοιτάσματα στην Ανατολική Μεσόγειο, με αγωγούς που πρόκειται να δημιουργηθούν, αλλά και την εκκρεμή οριοθέτηση των ΑΟΖ στην θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ίδιας της Τουρκίας. Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία, που διεκδικεί ρόλο ισχυρής περιφερειακής δύναμης, δεν μπορεί να επιβεβαιώσει αυτόν τον ρόλο, χωρίς ενεργή συμμετοχή στο ενεργειακό παιχνίδι της περιοχής.

 

Η Τουρκία επιχειρεί να καταγράψει αμφισβητήσεις, στέλνοντας ένα καθαρό μήνυμα ότι χωρίς τη συμμετοχή της δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Η Τουρκία αμφισβητεί τμήμα της οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου, θεωρώντας ότι παρακάμπτει δικά της συμφέροντα, όπως στο βόρειο τμήμα του Οικοπέδου 6 (όχι στο σημείο του Οικοπέδου όπου γίνονται έρευνες) δυτικά της Πάφου. Επίσης, επικαλείται "συμφωνία" μεταξύ της Τουρκίας και της αυτοαποκαλούμενης "Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου" για έρευνες βορείως της Κύπρου.

Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας, ότι και η Τουρκία ως παράκτια χώρα έχει νόμιμα συμφέροντα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Όχι βέβαια στην έκταση που αυτή ισχυρίζεται, αλλά πάντως υπαρκτά με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας.

Η σωστή κίνηση της Κύπρου να εμπλέξει μεγάλες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες στην αξιοποίηση των κυπριακών κοιτασμάτων, από μόνη της δεν αρκεί. Καμία σοβαρή και μακροχρόνια επιχειρηματική επένδυση δεν μπορεί να γίνει σε συνθήκες έντασης και αστάθειας.

 

Οι τριμερείς συνεργασίες Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ανάγκη συνεννόησης με την Τουρκία, ούτε -πολύ περισσότερο- να αποσκοπούν (ή να φαίνεται ότι αποσκοπούν) στον αποκλεισμό της Τουρκίας από την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου.

 

 

 

Αναδιαμόρφωση του τοπίου

 

Η Τουρκία εδώ και καιρό είχε αρχίσει να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Δύση, με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., παρά τις υπάρχουσες διαφορές. Το ίδιο κάνει και με χώρες «δυτικής» επιρροής στη Μ. Ανατολή, όπως Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία κ.α., ενώ προσπαθεί με την Αίγυπτο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιταχύνει την «στροφή» της αυτή.

 

Η επαναπροσέγγιση Τουρκίας-Ισραήλ, θα περιλάβει και λύσεις για την διοχέτευση ισραηλινού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, με σημαντικό τον δίαυλο μέσω Τουρκίας. Εφόσον κανείς δεν μιλά πλέον σοβαρά για τον μηδέποτε ρεαλιστικό στόχο της κατασκευής του αγωγού EastMed μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, θα αναζητηθούν άλλες προοπτικές. Ακόμα και η Αίγυπτος αναζητά εναλλακτικούς δρόμους.

 

Αν δεν υπάρξει κάποια συνεννόηση προς διευθέτηση του Κυπριακού, η Κύπρος θα μείνει έξω από τους νέους ενεργειακούς σχεδιασμούς. Θα απομονωθεί, και φυσικά με στο νέο παγκόσμιο κλίμα το Κυπριακό υποβαθμίζεται και ξεχνιέται.

 

H στασιμότητα στο Κυπριακό δημιουργεί επιπλέον κινδύνους και περιπλοκές. Το status quo δεν είναι αναλλοίωτο, μπορεί μάλιστα να επιδεινωθεί. H αποτυχία των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά, η καχυποψία της διεθνούς κοινότητας για έλλειψη επιθυμίας και των δύο πλευρών για λύση, το γεγονός ότι επί 6 χρόνια δεν υπάρχει καμία κινητικότητα, αλλά και η μετατόπιση του διεθνούς ενδιαφέροντος προς τις κρίσεις της Ουκρανίας και της Ταϊβάν, είναι ανησυχητικοί παράγοντες. Όλες οι δυσμενείς εξελίξεις στο Κυπριακό υπήρξαν όταν οι διαδικασίες επίλυσης του είχαν βαλτώσει.

 

 

Η Κύπρος δεν μπορεί να «σπαταλά» αλόγιστα το διπλωματικό κεφάλαιο, που της προσέφερε η ένταξή της στην ΕΕ. Καταγγελίες για τη στάση της Τουρκίας σχετικά με γεωτρήσεις δεν αρκούν.

 

Η Κύπρος μπορεί να συνεχίσει την προσπάθεια για εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Θα ήταν όμως σημαντικό:

  • Η ελληνοκυπριακή ηγεσία να ζητήσει άμεση συνάντηση με την τουρκοκυπριακή ηγεσία.
  • Να συγκροτήσουν μια κοινή Επιτροπή που θα διαχειρίζεται τα θέματα των υδρογονανθράκων.
  • Από κοινού να καλέσουν την Τουρκία να αποσύρει τις ναυτικές δυνάμεις της από την περιοχή που γίνονται οι εξορύξεις.
  • Να συνομιλήσουν με τα αρμόδια όργανα της Τουρκίας για τον καθορισμό της ΑΟΖ στην θάλασσα που περιβρέχει τις δυο χώρες.
  • Να ξαναρχίσουν διαπραγματεύσεις και να ζητήσουν από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να συγκαλέσει μια νέα Διάσκεψη για να λυθεί οριστικά το Κυπριακό.

 

www.efsyn.gr/stiles/apopseis/356924_koitasmata-empodio-i-kinitro-gia-kypriako

 

>>

Δύο "κόκκινες γραμμές" για την Ταϊβάν / "ΕΘΝΟΣ"-ETHNOS.GR

2022-08-16 23:16

"ΕΘΝΟΣ"-ETHNOS.GR 16/8/2022

Δύο "κόκκινες γραμμές" για την Ταϊβάν

ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΣΙΚΑ*

1. Η άστοχη και άκαιρη επίσκεψη της προέδρου της αμερικανικής Βουλής, Νάνσι Πελόζι, στην Ταϊβάν, που πραγματοποιήθηκε παρά την αποστασιοποίηση του προέδρου Μπάϊντεν από την απόφαση της αυτή, έφερε στο διεθνές προσκήνιο το ζήτημα της Ταϊβάν. Είναι αλήθεια ότι το σοκ από την αδικαιολόγητη, απρόκλητη, παράνομη και βάναυση εισβολή της Ρωσίας του Πούτιν στην Ουκρανία, δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί από την διεθνή Κοινότητα, η οποία το τελευταίο που θα ήθελε αυτή την ώρα είναι μια ακόμα μείζονα κρίση. 

2. Η ιδιαιτερότητα του θέματος της Ταϊβάν έγκειται στην γένεση του. Δεν πρόκειται για ένα ακόμα "κλασικό" πρόβλημα απόσχισης μιας περιοχής, από κάποια χώρα. Δημιουργήθηκε αντίστροφα. Η κυβέρνηση της Κίνας μέχρι το 1949 ήταν αυτή του εθνικιστικού κόμματος, του Κουομιτάνγκ, υπό τον Τσανγκ Κάϊ Σεκ. Όταν αυτή ανετράπη από τον στρατό των κομμουνιστών του Μάο Τσε Τουνγκ, κατέφυγε στην σημερινή Ταϊβάν (στο νησί της Φορμόζας, όπως λεγόταν). Συνέχισε όμως αυτή να θεωρείται ως νόμιμη κυβέρνηση ολόκληρης της Κίνας, αντί της κυβέρνησης του Πεκίνου. Η αυτό-εξόριστη κυβέρνηση αναγνωριζόταν από την διεθνή Κοινότητα και αυτή κατείχε την έδρα της Κίνας στον ΟΗΕ. 

Η πολιτική της διεθνούς Κοινότητας άλλαξε το 1970. Με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, η έδρα της Κίνας στον ΟΗΕ δόθηκε στην κυβέρνηση του Πεκίνου, και οι περισσότερες χώρες αναγνώρισαν την τελευταία ως νόμιμη κυβέρνηση της Κίνας. Τότε ως αντάλλαγμα η Λαϊκή Κίνα ανέλαβε την δέσμευση να μην επιχειρήσει την βίαιη κατάληψη της Ταϊβάν. Το Πεκίνο ανέλαβε να τηρήσει την "γραμμή" της ειρηνικής επιδίωξης, μέσω διαλόγου με την Ταϊπέϊ, του στόχου για επανένωση. 

Αντίστοιχα οι ΗΠΑ ανέλαβαν να εγγυηθούν εμπράκτως την ασφάλεια της Ταϊβάν, μέσω θεσμοθετημένης συμμαχίας με αυτήν, που περιλαμβάνει και εγκατάσταση αμερικανικών δυνάμεων αποτροπής. Έχει εγκριθεί μάλιστα και ειδικός νόμος από το αμερικανικό Κογκρέσο, που δεσμεύει τον εκάστοτε Αμερικανό πρόεδρο να τηρεί τα προβλεπόμενα.  

Η διεθνής Κοινότητα, ο ΟΗΕ, οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, εμμένουν σταθερά στην πολιτική της "Μίας Κίνας" (One China Policy). Ότι δηλαδή η Ταϊβάν δεν αναγνωρίζεται επισήμως ως ανεξάρτητο κράτος. 

Η ίδια η Ταϊβάν, παρότι είναι ένα συγκροτημένο de facto κράτος, δεν έχει διακηρύξει ανεξαρτησία και διατηρεί την επίσημη θέση της για διάλογο προς την επανένωση. Οι δύο πλευρές είχαν και έχουν οικονομικούς δεσμούς και εμπορικές σχέσεις. Πραγματοποιούνται μάλιστα και επισκέψεις από την μία στην άλλη. 

3. Το πρόβλημα έχει οξυνθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς το απολυταρχικό, ολοκληρωτικό καθεστώς της Κίνας έχει αρχίσει μια εμπρηστική εθνικιστική ρητορική, αλλά και επεκτατική πρακτική έναντι όχι μόνο της Ταϊβάν, αλλά και όλων των γειτονικών χωρών (Ιαπωνίας, Νότιας Κορέας, Φιλιππίνων κλπ). Έχει μάλιστα απομακρυνθεί από την δέσμευση της να μην επιδιώξει βίαιη προσάρτηση της Ταϊβάν. Διατυπώνει εδώ και λίγα χρόνια πολεμικές απειλές και πραγματοποιεί στρατιωτικές υπερπτήσεις πάνω από τον εναέριο χώρο ανάμεσα τους (αυτά δηλαδή πολύ πριν την επίσκεψη Πελόζι). 

Επομένως υπάρχουν δύο "κόκκινες γραμμές": αυτή της Λαϊκής Κίνας που δεν θα δεχθεί τυχόν ανακήρυξη ανεξαρτησίας από την Ταϊβάν, και αυτή των ΗΠΑ που δεν θα δεχθούν και θα αποτρέψουν στρατιωτικά τυχόν κινεζική πολεμική επιχείρηση εναντίον της Ταϊβάν. Όσο οι δύο "κόκκινες γραμμές" αυτές τηρούνται, μάλλον δεν θα έχουμε πολεμική ανάφλεξη. Τυχόν παραβίαση τους θα οδηγούσε σε μείζονα παγκόσμια κρίση απευθείας μεταξύ δύο πυρηνικών δυνάμεων, των ΗΠΑ και της Κίνας. 

Αυτή είναι ειδοποιός διαφορά με τον πόλεμο στην Ουκρανία: εκεί η πυρηνική Ρωσία επιτέθηκε σε μια μικρότερη χώρα, την Ουκρανία, που έχει παραδώσει τα πυρηνικά όπλα της και δεν ανήκει σε στρατιωτική συμμαχία. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει απευθείας στρατιωτική αναμέτρηση με τις ΗΠΑ ή το ΝΑΤΟ. 

4. Το ευρύτερο θέμα είναι η επιθετική προσπάθεια της Κίνας να ελέγξει μονομερώς την περιοχή του Ειρηνικού και Ινδικού Ωκεανού, αλλάζοντας αυθαίρετα και με τη βία το status quo στην θαλάσσια περιοχή της Ανατολικής και Νότιας Ασίας. Καταλαμβάνει μικρά νησιά που ανήκουν σε γειτονικές χώρες και κατασκευάζει τεχνητές νησίδες πάνω στις οποίες εγκαθιστά στρατιωτικές δυνάμεις. Όλα αυτά συνοδεύονται από εκρηκτική αύξηση των στρατιωτικών εξοπλισμών της. 

Οι γειτονικές χώρες, όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, προσπαθούν να δημιουργήσουν συμμαχικά σχήματα για να αμυνθούν. Τόσο αυτές, όσο και οι Φιλιππίνες, αλλά και η Αυστραλία και η Ν. Ζηλανδία θεωρούν ότι οι ΗΠΑ, ως δύναμη του Ειρηνικού Ωκεανού, διαθέτουν τη μόνη αξιόπιστη δύναμη αποτροπής. Το (κομμουνιστικό) Βιετνάμ, που έχει υποστεί στο παρελθόν στρατιωτική εισβολή από την Κίνα, δήλωσε πρόσφατα ότι διακυβεύεται η αξιοπιστία των ΗΠΑ, ως εγγυητή της ασφάλειας στην περιοχή. Αλλά και ο μεγάλος ανταγωνιστής του Πεκίνου στην Ασία, η Ινδία, η οποία έχει κατά καιρούς στρατιωτικά μεθοριακά επεισόδια με την Κίνα για τα κοινά σύνορα τους στο Κασμίρ, σπεύδει να ενταχθεί στα συμμαχίες της ευρύτερης περιοχής. 

Στόχος των συμμαχιών αυτών είναι "ένας ελεύθερος και ανοιχτός Ινδο-Ειρηνικός Ωκεανός" (συμπεράσματα τελευταίας συνόδου ομάδας QUAD), στον οποίο δεν θα έχουν θέση οι αυτοκρατορικές και αποσταθεροποιητικές δυνάμεις.

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι πολιτικός επιστήμονας - διεθνολόγος

www.ethnos.gr/opinions/article/220426/dyokokkinesgrammesgiathntaiban

>>

ΜΕΓΑΛΟΡΩΣΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ: ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ, ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ/ Άρθρο στο περιοδικό "ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ"

2022-07-11 11:03
Στο τεύχος 155-156 του περιοδικού "ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ" - τριμηνιαία έκδοση επιστημονικού προβληματισμού και παιδείας, υπάρχει κεντρικό αφιέρωμα στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, υπό τον γενικό τίτλο ''Αλληλεγγύη στην Ουκρανία". Στο θέμα αναφέρεται, και παίρνει θέση, και το editorial του εντύπου.
 
Η σύνταξη του εντύπου είχε την πρωτοβουλία να μου ζητήσει μια ανάλυση, ώστε να συμπεριληφθεί στον φάκελο αυτό. 
 
 

Μεγαλορωσικός εθνικισμός:

παγκόσμια απειλή για ειρήνη, ασφάλεια, δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα

 

 

ΘΟΔΩΡΟΣ ΤΣΙΚΑΣ*

 

Οι δραματικές εξελίξεις με την ρωσική στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία, αποδεικνύουν ότι ο βασικός στόχος του αυταρχικού καθεστώτος Πούτιν δεν ήταν η μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Ο Πούτιν προσπαθεί να ανατρέψει τις ευρωπαϊκές Συνθήκες για την Ασφάλεια της ηπείρου μας, που αποφασίστηκαν μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

 

Για την κατανόηση των εξελίξεων είναι αναγκαίο να αναλύσουμε την πραγματική φύση του καθεστώτος Πούτιν. Η ηγετική ομάδα του έχει διαφορετικού είδους γεωστρατηγικές βλέψεις και «ιδεολογική» αντίληψη του κόσμου, από αυτήν που γνωρίζουμε εμείς στις δημοκρατικές χώρες.

 

Οι θεωρητικοί του καθεστώτος εδώ και χρόνια μιλούν για έναν «ρωσικό κόσμο», που υπερβαίνει τα σύνορα της σημερινής Ρωσίας. Θεωρούν ότι υπάρχουν και άλλες χώρες γύρω τους που ανήκουν στον "ρωσικό κόσμο", στις οποίες η Ρωσία ηγεμονεύει - ή πρέπει να ηγεμονεύει- γεωστρατηγικά, πολιτικά, και πολιτιστικά.

 

Οι θεωρητικοί που εργάζονται μέσα στο σύστημα εξουσίας του αυταρχικού καθεστώτος Πούτιν, συμβάλουν αποφασιστικά στην χάραξη της γεωπολιτικής του. Ενστερνίζονται έναν μεγαλοϊδεατικό ρωσικό εθνικισμό και σωβινισμό, έναν αντι-δυτικισμό με «ευρασιατική» αντίληψη, με χαρακτηριστικά ασιατικού δεσποτισμού που υποτιμά τις δημοκρατικές κατακτήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το κεντρικό τους αφήγημα είναι να «αναστήσουν» αυτό που θεωρούν ως «χαμένο μεγαλείο» της παλιάς Ρωσίας.

 

Ο βασικός στόχος είναι οι ανεξάρτητες σήμερα χώρες, που ανήκαν κάποτε στην παλιά ρωσική αυτοκρατορία, τσαρική ή σοβιετική, τις οποίες στην Μόσχα αποκαλούν «εγγύς εξωτερικό», να ενταχθούν σε μια ελεγχόμενη από την Ρωσία «ζώνη επιρροής». Να καταστούν δηλαδή χώρες «περιορισμένης κυριαρχίας», με δικαίωμα «βέτο» της Ρωσίας για τον διεθνή προσανατολισμό τους, για το σε ποιες συμμαχίες και διεθνείς ή περιφερειακούς οργανισμούς θα μπορούν να ενταχθούν. Ίσως και με έλεγχο του εσωτερικού καθεστώτος τους, ώστε αυτό να είναι φιλικό προς το Κρεμλίνο. Ή σε αποδοχή καθεστώτος ουδετερότητας από θέση αδυναμίας, μιας «φινλανδοποίησης» τους.

 

Κάποια εδάφη πιθανόν στοχεύουν να τα εντάξουν απευθείας στην «ρωσική κυριαρχία», όπως τα κατεχόμενα μέχρι σήμερα από την Ρωσία, εδάφη της Γεωργίας (Αμπχαζία, Νότια Οσετία) και της Μολδαβίας (Υπερδνειστερία). Μαζί με την παράνομα προσαρτημένη Κριμαία και το Ντονμπάς της Ανατολικής Ουκρανίας.

 

Θεωρία του «ζωτικού χώρου»

Υπάρχουν πολλοί επίσημοι θεωρητικοί στο Κρεμλίνο, όπως ο Ντούγκιν, που “διαχωρίζουν” την Ουκρανία, καθέτως από Βορρά προς Νότο, με βάση τον Δνείπερο ποταμό. Ισχυρίζονται πως, ό,τι υπάρχει ανατολικά του ποταμού Δνείπερου είναι “ρωσικό”.

 

Το βασικό στοιχείο της πολιτικής του Πούτιν είναι η αμφισβήτηση της οντότητας της Ουκρανίας. Αυτό διατύπωσε στο διάγγελμά του. Ο ίδιος είχε συγγράψει και εργασία, στην οποία διατείνεται ότι δεν υπάρχει ουκρανικός λαός, ότι Ρώσοι και Ουκρανοί είναι το ίδιο έθνος. Πιο πρόσφατα τόνισε την «ενότητα» Ρωσίας, Λευκορωσίας και Ουκρανίας.

 

Σε μια ανοιχτή εκδήλωση που διοργάνωσε το καθεστώς του στη Μόσχα, με ομιλητή τον ίδιο, το βασικό σύνθημα ήταν: «Ουκρανία, Λευκορωσία, Κριμαία, Μολδαβία: αυτή είναι πατρίδα μας». Εξάλλου τον Ιανουάριο του 2022 είχε γίνει στρατιωτική επέμβαση με επικεφαλής ρωσικά στρατεύματα στο Καζακστάν, για να διασωθεί το ημι-δικτατορικό καθεστώς του από τις λαϊκές διαδηλώσεις. Είναι μια κεντρική αντίληψη για το πώς αντιλαμβάνεται τον “ζωτικό χώρο” του.

 

 

«Πράσινο φως» το Αφγανιστάν

 

Φαίνεται ότι ο Πούτιν και το επιτελείο του ετοίμαζαν την εισβολή επί πολλούς μήνες, μάλλον και επί χρόνια. Η απότομη «απόσυρση» των ΗΠΑ από το διεθνές πεδίο επί προεδρίας Τραμπ, έδωσε την ευκαιρία να γίνουν ανεξέλεγκτοι. Η αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν άναψε το «πράσινο φως». Θεωρήθηκε αδυναμία των ΗΠΑ και της Δύσης γενικότερα.

 

Το χάσμα μεταξύ Αμερικανών και Ευρωπαίων, που είχε ανοίξει επί Τραμπ, διευρύνθηκε. Ο Μακρόν δήλωνε ότι το ΝΑΤΟ ήταν «εγκεφαλικά νεκρό». Η Γερμανία της Μέρκελ μεγάλωνε την ενεργειακή εξάρτηση της από την Ρωσία, με την κατασκευή του Nord Stream-2. O Μπάϊντεν σχεδίαζε τη μείωση της αμερικανικής παρουσίας σε Ευρώπη, Μεσόγειο και Μ. Ανατολή, ώστε να στραφεί προς την ανάσχεση ενός ολοένα πιο επιθετικού και εθνικιστικού ολοκληρωτικού καθεστώτος της Κίνας στον Ειρηνικό και Ινδικό Ωκεανό.

 

Η εισβολή της Ρωσίας στην Γεωργία (2008) είχε φανεί πολύ «μακρινή» στους Δυτικούς για να παρέμβουν με κάποιον τρόπο. Η ρωσική εισβολή στην Κριμαία (2014), της είχε κοστίσει καταδίκη από την Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, αποπομπή της από τους G8, και κάποιες οικονομικές κυρώσεις. Ήταν όμως εύκολα ενσωματώσιμες συνέπειες. Όλα τα προηγούμενα ώθησαν την ρωσική ηγεσία να υποτιμήσει τις ενδεχόμενες διεθνείς αντιδράσεις.

 

Η καταδίκη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία από την διεθνή κοινότητα είναι συντριπτική. Υπάρχει τεράστια διεθνής κινητοποίηση. Πολιτικές καταδίκες από τις περισσότερες χώρες και από την Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, αποβολή της Ρωσίας από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, εξαναγκασμός σε αποχώρηση της από το Συμβούλιο της Ευρώπης, και βαριές οικονομικές κυρώσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση και πολλά άλλα κράτη. Και φυσικά εκδηλώσεις διαμαρτυρίας της κοινωνίας των πολιτών σε όλο τον κόσμο.

 

Η Ρωσία απομονώνεται ολοένα και περισσότερο. Τείνει να γίνει ένα κράτος-«παρίας» της διεθνούς ζωής. Ο Πούτιν καταστρέφει την ίδια την χώρα και τον λαό του.

 

 

Ψυχρός Πόλεμος ή Μεσοπόλεμος ;

 

Υπάρχουν και θα υπάρξουν στο μέλλον ορισμένα ψυχροπολεμικά χαρακτηριστικά. Με πολιτική ένταση, διπλωματική πόλωση, περιχαράκωση σε συνασπισμούς, και ενίσχυση στρατιωτικών υποδομών. Κυρίως όμως, οι περισσότερες ομοιότητες θα είναι με την εποχή του Μεσοπολέμου. Όπου μία μεγάλη χώρα επεμβαίνει ή απειλεί να επέμβει σε γειτονικές πιο αδύναμες χώρες, και αυτές σπεύδουν να προστατευθούν κάνοντας συμμαχίες με άλλες.

 

Με την Τελική Πράξη του Ελσίνκι (1975) και την Χάρτα των Παρισίων (1990), που είχαν υπογράψει ΗΠΑ, Καναδάς, Σοβιετική Ένωση και ευρωπαϊκές χώρες, κατοχυρώθηκαν στην Ευρώπη δύο αρχές: το απαραβίαστο των συνόρων και το δικαίωμα κάθε χώρας να αποφασίζει για το μέλλον της. Η Ρωσία, κυρίως υπό το αυταρχικό καθεστώς Πούτιν, παραβίασε την πρώτη αρχή και αμφισβητεί εμπράκτως την δεύτερη.

 

Αυτό που κυρίως «καταφέρνει» ο Πούτιν με την επιθετική και επεκτατική πολιτική του, είναι αυτό που υποτίθεται πως ήθελε να αποφύγει: χώρες που έχουν υποστεί επίθεση ή απειλούνται, σπεύδουν να βρουν «ομπρέλα ασφαλείας» στον μόνο που μπορεί να την παράσχει, κι αυτό είναι το ΝΑΤΟΕίναι χαρακτηριστική η περίπτωση χωρών με 200 χρόνια παράδοση στην ουδετερότητα (Σουηδία), και με σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις (Σουηδία, Φινλανδία), που σπεύδουν να υποβάλλουν αίτημα ένταξης στην Βόρειο-Ατλαντική Συμμαχία.

 

Δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι, οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που εντάχτηκαν στο ΝΑΤΟτο έκαναν με την θέληση τους και χωρίς καμία πίεσηΟι λόγοι ήταν ότι ιστορικά οι απειλές για την ασφάλεια τους προέρχονταν από την Ρωσία, τόσο την τσαρική, όσο και την σοβιετική (π.χδιαμελισμοί Πολωνίαςβίαιη προσάρτηση ΛιθουανίαςΛετονίαςΕσθονίας από τον Στάλιν κλπ).

 

Αναφέρει ο ιστορικός ηγέτης των Πρασίνων και πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Γιόσκα Φίσερ («Project Syndicate»): «Στην καρδιά της σημερινής κρίσης βρίσκεται το γεγονός ότι η σημερινή Ρωσία, υπό τον Πούτιν, έχει καταστεί μια αναθεωρητική δύναμη. Δεν είναι ότι απλώς έχει πάψει να ενδιαφέρεται για την τήρηση της σημερινής τάξης πραγμάτων – είναι πρόθυμη να απειλήσει, ακόμα και να κάνει χρήση στρατιωτικής ισχύος, προκειμένου να την αλλάξει προς όφελος της».

 

Ο αποσταθεροποιητικός ρόλος της έχει αποδειχθεί. Στην ανάμιξη σε εκλογικές αναμετρήσεις πολλών χωρών με διασπορά fake news μέσω καθοδηγούμενων διαύλων στα social media (βλέπε στήριξη του Τραμπ στις ΗΠΑ και της εξόδου της Βρετανίας από την Ε.Ε - Brexit). Στην χρηματοδότηση ακροδεξιών κομμάτων- από την Λεπέν της Γαλλίας, τον Σαλβίνι της Ιταλίας έως τους ακροδεξιούς της Αυστρίας. Στην ενίσχυση των «ανελεύθερων δημοκρατιών» (illiberal democracies), όπως του Όρμπαν στην Ουγγαρία.

 

Στα Βαλκάνια αποτελεί βασικό παράγοντα αποσταθεροποίησης. Με υποκίνηση εθνικιστικών κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων στην μετέπειτα Βόρεια Μακεδονία, για να υπομονευθεί η Συμφωνία των Πρεσπών με την Ελλάδα. Με ταυτόχρονη ανάμιξη Ρώσων διπλωματών σε υποκίνηση αντίστοιχων αντιδράσεων εθνικιστικών και εκκλησιαστικών κύκλων στην Ελλάδα για να εμποδιστεί η συνεννόηση Αθηνών-Σκοπίων, γεγονός που είχε οδηγήσει σε απέλαση τους.

 

Με αποτυχημένη προσπάθεια υποβοήθησης πραξικοπήματος για την ανατροπή της δημοκρατικά εκλεγμένης φιλοδυτικής κυβέρνησης του Μαυροβουνίου. Αλλά και την τωρινή περίοδο, ωθεί τις εθνικιστικές δυνάμεις των Σέρβων της Βοσνίας να αποσχιστούν από την Δημοκρατία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, γεγονός επικίνδυνο για την ειρήνη και την σταθερότητα στην περιοχή μας.

 

Πρόσχημα η «ένταξη» της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ

 

Το θέμα ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν πολύ μακρινό και αβέβαιο. Ούτε βέβαια το ΝΑΤΟ είναι ίδιο με ό,τι ήταν κατά τις δεκαετίες 1960-1970. Στην Σύνοδο Κορυφής του Βουκουρεστίου (2008) με επιμονή της Γερμανίας (Μέρκελ) και ανοχή της Γαλλίας (Σαρκοζύ), τα αιτήματα για ένταξη Γεωργίας και Ουκρανίας δεν είχαν γίνει δεκτά. Εξάλλου για να μπει μια νέα χώρα στο ΝΑΤΟ απαιτείται ομοφωνία των χωρών-μελών, τα οποία είναι πολλά σε αριθμό και με διαφορετικά συμφέροντα μεταξύ τους. Αυτό το γνώριζε ο Πούτιν. Χρησιμοποιούσε το θέμα ως άλλοθι. Έψαχνε να βρει ένα πρόσχημα για τις ενέργειες του.

 

Πρέπει να επισημανθεί ότι η μεγάλη εσωτερική διαίρεση στην Ουκρανία δεν ήταν για το ΝΑΤΟ, αλλά για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γι αυτήν είχε ασκήσει «βέτο» η Ρωσία. Και όταν ο φιλο-ρώσος πρόεδρος της Ουκρανίας, Γιαννουκόβιτς, προσπάθησε να ακυρώσει τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό που είχε αποφασιστεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, προκλήθηκε η λαϊκή εξέγερση στο Μαϊντάν του Κιέβου, η οποία οδήγησε στην εκδίωξη του παρά την αιματηρή καταστολή των διαδηλώσεων.

 

Σε αντίθεση με την επίκληση από την ρωσική ηγεσία κινδύνου από την Ουκρανία, έχει συμβεί ακριβώς το αντίστροφο: τόσο με την εισβολή της στην Κριμαία, όσο και με την καλυμμένη εισβολή της στο Ντονέτσκ και το Λουγκάνσκ της Ανατολικής Ουκρανίας, η Ρωσία παραβίασε την δέσμευση που είχε αναλάβει με την υπογραφή της στο Μνημόνιο της Βουδαπέστης (1994). Να σεβαστεί δηλαδή - μαζί με τις ΗΠΑ και την Βρετανία- την ανεξαρτησία, την κυριαρχία και τα υπάρχοντα σύνορα της Ουκρανίας. Συμφωνία που είχε γίνει σε αντάλλαγμα της εγκατάλειψης από την Ουκρανία όλων των πυρηνικών όπλων που κατείχε μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.

 

Θα ήταν λογικό να συζητηθούν - ανάμεσα στην Ρωσία και ΗΠΑ/Ευρωπαίους - θέματα τοποθέτησης ή μη ορισμένων οπλικών συστημάτων, ελέγχου εξοπλισμών και στρατιωτικών ασκήσεων, καθώς και εγγυήσεις ασφαλείας, σε εδάφη κοντά στα σύνορα των εκατέρωθεν χωρών. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να αφορά διασφαλίσεις μόνο από τις «δυτικές» ώρες, αλλά και από την Ρωσία, ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα των γειτόνων της. Δεν μπορεί όμως να εκχωρηθεί δικαίωμα “βέτο” της Ρωσίας για τον διεθνή προσανατολισμό των γειτονικών της χωρών.

Αν ο Πούτιν ενδιαφερόταν για το θέμα του ΝΑΤΟ ή των οπλικών συστημάτων στην γειτονιά του, θα συνέχιζε τον διάλογο με τους Ευρωπαίους ηγέτες (Σολτς/Γερμανία και Μακρόν/Γαλλία) που προσπάθησαν να συζητήσουν λύσεις σε αυτά τα θέματα. Όμως δεν είχε πρόβλημα να τους ξεγελάσει, όπως έκανε με τον Μακρόν.

 

Τώρα δεν μπορεί να υπάρξει άλλος στόχος. H Ουκρανία πρέπει να βοηθηθεί με κάθε μέσον να υπάρξει ως ανεξάρτητη και κυρίαρχη χώρα, μέσα στα διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα της. Σταμάτημα του επεκτατισμού πριν αυτός εκδηλωθεί σε άλλες χώρες. Τιμωρία των εγκλημάτων και των ηθικών και φυσικών αυτουργών. Στήριξη των φωνών εντός Ρωσίας που αντιστρατεύονται το αυταρχικό καθεστώς. Ειρήνη με ήττα του σχεδίου Πούτιν.

 

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι πολιτικός επιστήμονας - διεθνολόγος

 

 

>>

Προϊόντα: 1 - 50 από 184

1 | 2 | 3 | 4 >>

Αναζήτηση στο site

© 2013 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα